Η ολοκληρωμένη εικόνα της μουσάντρας , του μεγάλου σύνθετου συγκροτήματος ντουλαπιών , βάσει ιστορικών πηγών, δεν υπήρχε αυτούσιο στο Πήλιο. Αντιθέτως , εκεί μεταφέρθηκαν μορφές απομειωμένες , απλουστευμένες και . φυσικά, προσαρμοσμένες στις δικές της ανάγκες και δυνατότητες , φιλτραρισμένες από ένα πνεύμα οικονομίας και λιτότητας. Η τυπική μουσάντρα απαρτίζει ένα μέτωπο ξύλινο σε ολόκληρο τον τοίχο της εισόδου του δωματίου. Έτσι ο χώρος του δωματίου παραμένει καθαρός , ορθογώνιος , χωρίς παρεμβολές θυρόφυλλων ή αποτμήσεις και ακανονιστίες , και οπωσδήποτε απομονωμένος οπτικά και ηχητικά. Το τμήμα της ντουλάπας χωρίζεται σε δύο οριζόντιες ζώνες. Η κάτω σχηματίζεται από σειρά χαμηλών ντουλαπιών και η πάνω αποτελεί τον κύριο αποθηκευτικό χώρο ρουχισμού και στρωσιδιών. Οι πόρτες των ντουλαπιών , δίφυλλες ταμπλαδωτές , τσιγαρίζονται από φαρδιά σανιδωτά πλαίσια , που αποτελούν και τις κάσες τους. Αυτές συχνά είναι διάτρητες από μικρές κόγχες («παραθυρίτσες» του γνωστού τύπου, κορφοντούλαπα ,ή ακόμα και μικρά κλειστά ντουλαπάκια) συνήθως ρηχές που καταλαμβάνουν μικρό τμήμα του χώρου της ντουλάπας και απομονώνονται από αυτόν με ενδιάμεσα σανιδένια τοιχώματα και πλάτες σε τριγωνική κάτοψη. Αυτές χρησιμεύουν για την τοποθέτηση μικροαντικειμένων και πολύτιμων διακοσμητικών βάζων.
Στις τυπικές μουσάντρες , μέσα από το χώρο τους υπήρχε μία σκάλα που οδηγούσε στο πατάρι, το οποίο έμενε ανοιχτό προς το χώρο του δωματίου με ανοίγματα. Αυτά επέτρεπαν στις γυναίκες να παρατηρούν τις διασκεδάσεις των αντρών. Αυτή η κατασκευή , λοιπόν, της δίπατης μουσάντρας , ανταποκρίνονταν σε συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες και σχέσεις της εποχής. Στο Πήλιο , οι ειδικές συνθήκες ελευθερίας και κοινωνικής άνεσης του εθνικά αμιγούς και ομόθρησκου πληθυσμού έκαναν περιττή την κατασκευή του παταριού- γυναικωνίτη της μουσάντρας. Έτσι οι πηλιορείτικες σύνθετες μουσάντρες φτάνουν μέχρι το ύψος των ανωφλιών. Όπου υπάρχουν , εξοπλίζουν δωμάτια και κυρίως καλούς οντάδες των μεγάλων αρχοντικών της κλασσικής περιόδου.
Οι πιο παλιές μουσάντρες , κυρίως του 18ου αι , έχουν ορθογώνια κάτοψη, εντελώς επίπεδο μέτωπο, βαριές αναλογίες θυρόφυλλων και ντουλαπιών, σχετικά λίγες «παραθύρες» και κορφοντούλαπα ,και διακόσμηση συγγενέστερη με το ισλαμικό θεματολόγιο , που επιταχύνεται με τους πολύπλοκους συνδυασμούς των μικρών ταμπλάδων και τον κατακερματισμό της επιφάνειας. Μια τέτοιου είδους μουσάντρα σώζεται σήμερα στο αρχοντικό του Γεωργίου (Κωσταντινίδη- Μπλάνα ) στο μεσωπάτωμα. Στο χειμωνιάτικο αυτό χώρο υπάρχει μια ντουλάπα μικρή, απλή σε πολυτέλεια και εκτέλεση χωρίς να τις λείπουν οι περίτεχνα σκαλισμένες παραθύρες.
Από τα πρώτα χρόνια του 19ου αι. όμως, η επίδραση του όψιμου μπαρόκ της εποχής αλλοιώνει πολλά στοιχεία τους ,και τελικά μετατρέπει την παλιά , καθαρά λειτουργική και πολυσύνθετη μουσάντρα σε διακοσμητικό έπιπλο με πολύ λιγότερους χρήσιμους χώρους και περισσότερες προσθήκες και βιτρίνες. Η κάτοψη γίνεται τεθλασμένη , με το μεσαίο τμήμα της ντουλάπας σε υποχώρηση, στην αρχή επίπεδο με ρηχά ντουλάπια , αργότερα καμπυλωμένο κυματοειδές και ανοιχτό, διαμορφωμένο σε κόγχη τοξωτή, με την πρόσθετη διαμόρφωση του βάθους με σοβά και γυψοτεχνία. Κανόνες συμμετρίας αρχίζουν να διέπουν την όλη σύνθεση, οι μεταβάσεις από τις προεξοχές των πλευρικών ντουλαπιών προς την εισέχουσα κόγχη ,ή ακόμη και προς τον προθάλαμο της εισόδου , γίνονται με μικρά , τριγωνικής κάτοψης , επάλληλα ράφια , κογχάρια και ντουλαπάκια ,ενώ ταυτόχρονα η ξυλογλυπτική ξεφεύγει από την απλή υπογράμμιση της ξυλουργικής σύνθεσης των μικρών τεμαχίων και προχωρεί σε αυτόνομες επεξεργασίες μεγαλυτέρων ταμπλάδων , μέσα σε ένα πνεύμα ανάμειξης των παραδοσιακών «τεκτονικών» σχημάτων με τις καμπύλες, τους ρόδακες και τα παντοειδή κοσμήματα του μπαρόκ. Η μουσάντρα όπου επιβιώνει στον όψιμο 19ο αι, εκφυλίζεται σε διακοσμητικό έπιπλο, συχνά με την κάτω ζώνη των ντουλαπιών αχρησιμοποίητη, ως βάση έδρασης απλώς μιας σύνθετης προσθήκης. Και η ζώνη του παταριού έχει χαθεί πια αφού η χρήση του ατόνησε . Αντικαταστάθηκε από γυψοπλαστική ανάγλυφη διακόσμηση της «ζωοφόρου» με ψευδοθολίσκους και καμπυλωμένα κορδόνια.
Μία από τις ωραιότερες σωζόμενες κατασκευές ντουλαπιών του εξελιγμένου διακοσμητικού τύπου, που χρονολογείται στις αρχές του 19ου αι. είναι στη Βυζίτσα. Βρίσκεται στον καλό όντα του αρχοντικού Γεωργιού (1827) ,διάτρητη από πουλίτσες και κορφοντούλαπα , με σκαλιστά συμπαγή καμπύλα φύλλα και ταμπλαδάκια , επιστέφεται από κόγχη στολισμένη με γύψινα ανθέμια , κατασκευασμένη από σοβά και γύψο σε τσατμά.
Βιβλιογραφία-Πηγές: Ιωάννης Κίζης (2007), Πηλιορείτικη Οικοδομία , Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς