Το κτήριο βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του οικισμού, πιο απομακρυσμένοαπό τον κεντρικό πυρήνα. Η ακριβής ημερομηνία κατασκευής του δεν είναι ακριβής. Ωστόσο, τα χαρακτηριστικά του μαρτυρούν πως είναι από τα παλαιότερα σπίτια του οικισμού.
Αποτελείται από δύο επίπεδα, έχει συνολικό ύψος 6,36 μέτρα και καλύπτεται από τρίριχτη στέγη.
Το χαμηλότερο επίπεδο είναι ισόγειο, έχει τετράπλευρο περίγραμμα με επιφάνεια 27,92 τετραγωνικά μέτρα και ύψος 1,80 μέτρα. Λειτουργούσε ως χώρος σταυλισμού ζώων και χώρο αποθήκευσης ζωοτροφών και αυτό φαίνεται από τις ειδικά διαμορφωμένες γωνίες του κτίσματος που μπορούσαν να παραλάβουν κάποιο ζώο ή λειτουργούσαν ως «ταϊσιές». Ο χώρος αυτός είναι διαμπερής με δύο εισόδους σε ακριβώς συμμετρικές θέσεις.
Ο όροφος έχει περίγραμμα επίσης τετραγωνική κάτοψη, επιφάνειας 27,92 τετραγωνικών μέτρων με ελεύθερο ύψος 4,05 μέτρα και λειτουργεί ως χώρος αποθήκευσης. Η πρόσβαση σε αυτόν γίνεται από σκάλα στην ανατολική πλευρά του κτιρίου, η οποία βρίσκεται δεξιά της κεντρικής εισόδου στο οικόπεδο και εφάπτεται στο μαντρότοιχο.
Σχετικά με το σύστημα κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι ο φέρων οργανισμός του κτηρίου αποτελείται από το σύνολο των λίθινων περιμετρικών που έχουν πάχος 0,7 μέτρα.
Το μονάδικο κουφώματα του κτηρίου, στον όροφο, είναι ξύλινο, ενώ το πάτωμα αποτελείται από χώμα. Όλες οι επιφάνειες του κτιρίου παραμένουν ανεπίχρηστες.
Στο ισόγειο, υπάρχει στη μέση της κάτοψης ένα μεγάλο υποστύλωμα στρογγυλής διατομής. Πρόκειται για το παραδοσιακό εκφορικό σύστημα δόμησης (ονομάζεται και «γέρμα») με σκοπό να διευκολύνεται η κάλυψη της οροφής με μια σειρά από σχιστόπλακες. Συναντάται στους τετράγωνους σταύλους όπου πρέπει να χωρέσουν δύο ζευγάρια βόδια με ξεχωριστή «ταϊσιά» για το κάθε ζώο. Η δυσκολία της στήριξης των μονολιθικών πλακών που ξεκινούσαν από τους τέσσερις τοίχους του κτίσματος ξεπεράστηκε ως εξής: στη μέση του στάβλου στηνόταν ένας πισσός (=πεσσός), με κορμό λεπτό κάτω και φαρδύτερο προς τα πάνω, ικανός να παραλάβει τα φορτία των πλακών.
Σήμερα το κτίριο έχει στέγη, η οποία είναι μάλιστα εμφανής στο εσωτερικό, όμως εμφανή τα αποτυπώματα δώματος πάνω στους περιμετρικούς τοίχους του ορόφου. Αυτό, σε συνδυασμό με την κατάσταση των ξύλων που την αποτελούν αποδεικνύουν ότι η στέγη είναι μεταγενέστερη της κατασκευής του κτίσματος και μάλιστα αρκετά πρόσφατη.
Σχετικά με την κατάσταση της κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι το κτήριο δεν έχει υποστεί ζημιές, και δεν υπάρχει καμία παραμόρφωηση της μορφολογίας του. Η μοναδική αλλαγή παρουσιάζεται στην αλλαγή του δώματος σε στέγη, χωρίς όμως αυτό να επηρεάζει καθόλου την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του.