Καρύταινα (Τμήμα Β)

Κουφώματα

παράθυρο κατοικίας σε κύρια όψη κτιρίουαξονομετρική τομή παραθύρου σε κύρια όψη κτιρίουπαράθυρο κατοικίας σε πλάγια όψη κτιρίουεξωτερικό κούφωμα πόρτας κατοικίας εμπορικού δρόμουεξωτερικό κούφωμα πόρτας κατοικίαςεξωτερικό κούφωμα πόρτα κατωγιού κατοικίαςεσωτερικό κούφωμα κατοικίαςαξονομετρικό σκίτσο σύρτη εξωτερικής θύρας κατωγίουλεπτομέρειες κουφωματωνεξωτερικό κούφωμα εμπορικού δρόμουκουφώματα παραθύρων και μπαλκονόπορτας σε κύρια όψη κτηρίουκούφωμα παραθύρου πλάγιας όψης με εσωτερικό σκούροκούφωμα παραθύρου πλάγιας όψης με εξωτερικό σκούροκούφωμα κατωγίου σε κύρια όψη κτηρίουκούφωμα εξωτερικής καρφωτής πόρτας κατωγίουκούφωμα εσωτερικής ταμπλαδωτής πόρταςκούφωμα σε κατάστημα λιανικού εμπορίουκούφωμα σε κατάστημα χονδρικού εμπορίου

Κουφώματα

Παράθυρα / Μπαλκονόπορτες

Στην περιοχή της Καρύταινας υπάρχουν τρεις χαρακτηριστικοί τύποι παραθύρων, οι οποίοι σχετίζονται άμεσα με την θέση του κουφώματος στο κτήριο.

 Ο πρώτος τύπος είναι αυτός των κουφωμάτων της κύριας πρόσοψης, όπου συνήθως είναι η όψη που έχει μέτωπο στον δρόμο. Η πρόσοψη, στην πλειοψηφία των κτισμάτων, ήταν ιδιαίτερα προσεγμένη με λεπτεπίλεπτη επεξεργασία. Στα πλαίσια αυτής της επεξεργασίας δημιουργήθηκε ο πρώτος τύπος κουφωμάτων. Ο τύπος αυτός έχει ως κύριο χαρακτηριστικό τον εγκιβωτισμό της κάσας του παραθύρου ή της μπαλκονόπορτας στην εξωτερική τοιχοποιία με αποτέλεσμα να μην γίνεται αντιληπτό το ξύλινο πλαίσιο από τον εξωτερικό παρατηρητή, ενώ είναι εμφανές από το εσωτερικό του κτιρίου. Αυτό επιτυγχάνεται  με την δημιουργία ενός «δοντιού» στην τοιχοποιία μόνο από την εξωτερική μεριά της, με μεγάλους  ορθογωνικούς λίθους όπου ενώνονται στην πάνω μεριά τους με το ανακουφιστικό τόξο του θυρώματος. Από την εξωτερική πλευρά συχνά διαμορφώνεται με οριζόντιο πρέκι (ξύλινο ή λίθινο) ενώ από την εσωτερική φαίνεται το ίχνος της καμάρας του ανακουφιστικού τόξου. Η μορφολογία του ξύλινου κουφώματος είναι σχετικά απλή και απαρτίζεται από ξύλα λεπτών μακρόστενων διατομών, χωρίς καμπύλες, και μόνο με τζαμιλίκι. Στον τύπο αυτού του κουφώματος των προσόψεων δεν υπήρχε κανένα δείγμα σκούρων.   

 Ο δεύτερος τύπος κουφωμάτων είναι αυτός που βρίσκεται στην πλάγια όψη του κτιρίου και συνήθως βρισκόταν στο πίσω μέρος, όπου ήταν το χειμερινό. Η πλάγια όψη όπως έχει προαναφερθεί δεν ήταν τόσο προσεγμένη, συνεπώς το ίδιο ίσχυε και για τα κουφώματα. Τα παράθυρα που βρίσκονταν σε αυτή την όψη δεν είχαν εγκιβωτισμένη κάσα και οι διατομές τους ήταν πιο χοντροκομμένες. Μερικές φορές υπάρχει και σκούρο υπό την μορφή καρφωτού πλαισίου από σανίδια (π.χ. κατακόρυφα σανίδια με δυο ζώνες οριζόντιων για να τα συγκρατούν) Αυτό ίσχυε στην πλειοψηφία των κτισμάτων, εκτός βέβαια από τα αρχοντικά όπου ήταν όλα τα κουφώματα εξίσου προσεγμένα.

 Ο τρίτος τύπος κουφώματος (πιο σπάνιος) ήταν αυτός που εμφανιζόταν κάποιες φορές στα παραδοσιακά κατώγια, με  σκοπό τον ελεγχόμενο αερισμό και όχι τόσο τον φωτισμό του εσωτερικού χώρου. Ήταν ένα μικρό άνοιγμα, το οποίο συνήθως βρισκόταν στην πρόσοψη του κτιρίου. Ήταν μια απλή κάσα εγκιβωτισμένη στην εξωτερική τοιχοποιία, η οποία δεν έφερε αναγόμενο τζαμιλίκι αλλά ένα απλό είδος σκούρου, όπου άνοιγε με ανάκληση προς τα πάνω.

 Πόρτες

Εξωτερικές πόρτες.

Στην περιοχή μελέτης μας υπερισχύουν δυο τύποι πόρτων. Οι οποίες και εδώ σχετίζονται άμεσα με την θέση τους στο κτήριο.

 Ο πρώτος τύπος είναι αυτός της πόρτας της κύριας εισόδου του ισογείου, όπου βρίσκονται οι χώροι διημέρευσης. Αποτελείται συνήθως από ένα κούφωμα διπλής ανοιγόμενης καρφωτής πόρτας, με εγκιβωτισμένη την κάσα στην εξωτερική τοιχοποιία. Ήταν μια πολύ απλή κατασκευή, χωρίς διάκοσμο, που όμως ήταν ιδιαίτερα προσεκτικά κατασκευασμένη, γεγονός που συμπεραίνεται από πληθώρα δειγμάτων παρά τις αλλοιώσεις από την υγρασία (σαπισμένα ξύλα). Η ασφάλιση της πόρτας γινόταν με απλή κλειδαριά.

 Ο δεύτερος τύπος πόρτας είναι αυτός της εισόδου στο κατώι, όπου βρισκόταν συνήθως στην πλάγια όψη του κτιρίου. Ήταν και αυτή διπλή ανοιγόμενη καρφωτή πόρτα, όμως ήταν πιο απλουστευμένη κατασκευή και με πιο χοντροκομμένες διατομές ξύλων. Το αν ήταν εγκιβωτισμένη η κάσα στην εξωτερική τοιχοποιία εξαρτιόταν άμεσα από το αν ήταν το κτίριο αρχοντική ή πιο φτωχική κατοικία. Οι πόρτες αυτές δεν ασφάλιζαν το κατώι, μιας και είχαν έναν διαφορετικό τύπο κλειδαριάς όπου απλά εξασφάλιζε το κλείσιμο της πόρτας, γεγονός που μας επιβεβαιώνει την διαφορετική αντίληψη περί ασφάλειας και την έλλειψη φόβου της εγκληματικότητας, χαρακτηριστικό της ζωής στο ύπαιθρο.

Εσωτερικές πόρτες.

 Οι εσωτερικές πόρτες κατά κύριο λόγο στηρίζονταν στα ξύλινα πετάσματα ή τους μπαγδατότοιχους, που διαχώριζαν τα δωμάτια. Στα αρχοντικά ήταν διπλές ανοιγόμενες ταμπλαδωτές πόρτες, οι οποίες είχαν ολικό άνοιγμα περίπου ενός μέτρου. Στην πλειοψηφία τους ήταν βαμμένες, και μάλιστα με το ίδιο χρώμα που ήταν βαμμένα είτε τα ξύλινα πετάσματα είτε ο μπαγδατότοιχος. Στα πιο απλά σπίτια ήταν μονές ανοιγόμενες ταμπλαδωτές πόρτες και σπανιότερα διπλές ανοιγόμενες. Η κατασκευή τους και η επεξεργασία των ταμπλάδων ήταν σαφώς απλούστερη.

Κουφώματα εμπορικών δρόμων

Τα κουφώματα των εμπορικών δρόμων όπως είναι φυσικό συναντώνται μόνο στο κέντρο του οικισμού και είχαν δυο διαφορετικές επεξεργασίες.

 Ο πρώτος τύπος είναι αυτός, όπου η εξωτερική λίθινη τοιχοποιία είναι σε σχήμα «πι» σε επίπεδο κάτοψης και το κούφωμα τοποθετείται σε όλο το μήκος και ύψος της πρόσοψης, ώστε να «κλείσει» η κάτοψη. Ο τύπος αυτός δημιουργήθηκε από την ανάγκη των έμπορων λιανικής να είναι ορατά τα προϊόντα τους από τους περαστικούς. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι συναντάμε τον πρόγονο της σημερινής βιτρίνας, με μια διαφορετική βέβαια μορφολογία. Το κυρίως κούφωμα αποτελείται από λεπτές διατομές ξύλων σε κάναβο, με μόνο τζαμιλίκι και απαρτίζεται από ανοιγόμενα και μη παράθυρα και μια πόρτα που αποτελούσε την κύρια είσοδο στο κατάστημα.

 Ο δεύτερος τύπος ήταν αυτός που βρισκόταν σε καταστήματα συνήθως με χονδρικό εμπόριο ή σε εργαστήρια και αποθήκες. Ήταν κουφώματα τοποθετημένο σε μεγάλα ανοίγματα της πρόσοψης, που είχαν την επιλογή να ανοίξουν κατ’ επιθυμία του ιδιοκτήτη, αλλά ήταν κυρίως κλειστά διότι δεν υπήρχε άμεση ανάγκη για προώθηση κάποιου προϊόντος. Αυτό συνέβαινε διότι το χονδρεμπόριο και τα εργαστήρια τότε δούλευαν με την «φήμη» που υπήρχε στο χωριό για τον ενίοτε έμπορο ή μάστορα, η οποία διαδιδόταν «από στίμα σε στόμα», ανάλογα πάντα με την ποιότητα των υπηρεσιών που προσέφεραν. Τα κουφώματα αυτά είχαν ιδιαίτερη επεξεργασία και σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν ξεκάθαρη η εξελιγμένη τεχνογνωσία της εποχής μιας και έχουν βρεθεί μέχρι και δείγματα ανάκλησης εξωτερικού πατζουριού με ειδικό μηχανισμό. Σε γενικές γραμμές, το είδος αυτών των κουφωμάτων έρχεται σε αντίθεση με τον πρώτο τύπο, διότι αυτά μας έδιναν την εντύπωση μιας διαφάνειας και ελαφρότητας της πρόσοψης αφού επικρατεί το υλικό του γυαλιού, ενώ τα τελευταία δίνουν την αίσθηση ενός βαρέως ξύλινου πλαισίου μια πλήρη αδιαφάνεια.