Είναι δύσκολο να καθορίσει κανείς, ποιές ήταν οι μεταβλητές που έπαιξαν ρόλο, στην τελική μορφή ενός παραδοσιακού οικισμού. Η ανάπτυξη ενός τεχνητού τόπου μέσα στον αδόμητο χώρο είναι τοσό πολύπλοκο, όσο και η ανθρώπινη έκφραση, γιατί είναι ακριβώς αυτό, μια έκφραση της τεχνολογικής προόδου, αλλά και των κοινωνικών σχέσεων μίας ομάδας ανθρώπων. Η μελέτη των αρχιτεκτονικών δειγμάτων που παραμένουν, ίσως να αποτελούν έναν ασφαλή τρόπο ανάλυσης του οικισμού.
Ο γενικός χαρακτήρας της Αρκαδίας σαν ορεινή περιοχή και ειδικά του υπό μελέτη οικισμού μας, ο οποίος βρίσκεται σε μεγαλύτερο υψόμετρο από ότι οι υπόλοιποι οικισμοί σίγουρα έχει επηρεάσει τις κυρίαρχες δραστηριότητες των κατοίκων και κατ΄επέκταση την κοινωνική διάρθρωση και αρχιτεκτονική έκφραση του κτισμένου περιβάλλοντος. Παρόλο την ορεινή θέση της Καρύταινας η πρόσβαση στον οικισμό από τους γειτονικούς οικισμούς ήταν πιθανή, όπως μας δείχνουν τα καλά διατηρημένα γεφύρια. Αυτό ίσως να εξηγεί και την ύπαρξη ενός παλιού δρόμου στραμμένο σαφώς προς την εμπορική χρήση. Η κτηνοτροφία στα ελεύθερα εδάφη του βουνού, που είναι συχνή οικονομική δραστηριότητα σε αυτές τις περιοχές, έχει καθορίσει την πολεοδομική και κατασκευαστική ανάπτυξη του οικισμού.
Πυκνή δόμηση με κτίρια σχεδιασμένα με κατεύθυνση την εμπορική εκμετάλλευση κυριαρχούν στο κέντρο του οικισμού, εκεί δηλαδή που καταλήγουν οι μεγάλοι δρόμοι επικοινωνίας, εμφανίζονται κεντρικά πλατώματα (η πλατεία του χωριά). Φανταζόμαστε έναν ζωντανό οικισμό με πολλούς επισκέπτες και μια κοινωνία με ανάγκη για μεγάλους χώρους συνάντησης και επικοινωνίας. Σε αυτό το κομμάτι τα κτίσματα είναι πιο προσεγμένα στην κατασκευή τους με προσανατολισμό προς ωραίες όψεις προς την μεριά του δρόμου. Η ανάγκη για μεγάλα ανοίγματα προς την ροή του κόσμου ώστε να δειχθούν τα εμπορικά προιόντα οδήγησε σε πιο περίπλοκες τεχνολογίες (εξωτερικές τοιχοιποιίες όχι από πέτρα) που επέτρεπαν μεγάλα ανοίγματα στον τοίχο καθώς και τον διαφορετικό χειρισμό των κουφωμάτων. Παρ΄ όλη την προφανή παρακμή της σημαντικότας αυτού του οικισμού, εκεί συγκεντρώνονται ακόμα και σήμερα οι εμπορικές και διοικητικές δραστηριότητες της Καρύταινας.
Όσο κανείς ανεβαίνει προς μεγαλύτερα υψόμετρα τα κτίρια που συναντάει αποτελούν κλασσικά παραδείγματα της τοπικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Κτισμένα, όχι από ανθρώπους με εξειδικευμένες γνώσεις , αλλά από την πολύχρονη εμπειρία στην ανάπτυξη αυτών των κατασκεύων που είναι απόλυτα προσαρμοσμένες στις ανάγκες των χρηστών τους και εκμεταλλεύνται απόλυτα τα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες του φυσικού τους περιβάλλοντος. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να γίνει κατανοητή η δομή των κτισμάτων και γιατί οδηγηθήκε σε αυτούς τους τύπους. Είναι κατανοητό ότι οι εξωτερικοί πέτρινοι,χοντροί τοίχοι που θεμελιώνονταν σε βράχους είχαν τέτοια χαρακτηριστικά για να αντέχουν στους έντονους ανέμους και σεισμούς, όπως επίσης και οι στάθμες των κτιρίων εκμεταλεύονταν τις φυσικές υψομετρικές διαφορές. Τα κατώγια ειδικά δομήθηκαν έτσι ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες για κτηνοτροφία και για να εκμεταλευτούν την θερμότητα των ζώων για την θέρμανση των χώρων κατοικίας. Τα κτίρια είναι σε αραιή διάταξη μεταξύ τους και όλα έχουν αυλές με ελαφρά όρια ανάμεσα στις ιδιοκτησίες το ιδιωτικό και το δημόσιο.
Από την οικοδομική ανάλυση των κτιρίων βλέπουμε ότι κατά την κατασκευή τους οι άνθρωποι προσπαθούσαν να πετύχουν την μεγαλύτερη οικονομία των φυσικών υλικών. Για αυτό χρησιμοποιείται η πέτρα σε πολύ μεγάλο μέρος της κατασκευής (ακόμα και πέτρινες σκάλες), καθώς το υπέδαφος της περιοχής έχει σε αφθονία αυτό το υλικό. Αντίθετα η αραιή ύπαρξη ξυλείας κατάλληλης για οικοδομικούς σκοπούς έχει σαν αποτέλεσμα την τοποθέτηση πολλών διαφορετικών ξύλων σε επιμέρους κατασκευές, οδηγώντας σε υπερστατικούς φορείς (πατάρια,στέγες).
Η Καρύταινα έχει εγκαταλειφθεί σήμερα σε μεγάλο βαθμό ιδιαίτερα από τους νέους της ανθρώπους, με συνέπεια την έλλειψη της αίσθηση ζωής στο χωριό. Αυτό οδηγεί στην σταδιακή εγκατάλειψη και αρκετών κτιρίων του οικισμού, πολλά από τα οποία έχουν ήδη καταρρεύσει και πολλά ακόμα κινδυνεύουν με την ίδια τύχη. Από τα κτίρια στα οποία έχουν υπάρξει επεμβάσεις και επισκευές δεν κρίνουμε ότι έγιναν με τέτοιο τρόπο ώστε να σεβαστούν τον παραδοσιακό χαρακτήρα του οικισμού.
Είναι ακόμα, όμως, δύσκολο να αντιληφθεί κανείς όλη την πολυπλοκότητα που οδήγησε την Καρύταινα να έχει την σημερινή της μορφή και πώς αυτή θα εξελιχθεί. Αυτό συμβαίνει γιατί μόνο μέσα από την ιστορία της κοινωνίας η οποία έζησε και διαμόρφωσε αυτό το δομημένο περιβάλλον, μπορούμε να κατανοήσουμε και το τί είναι και ποία η σημασία αυτού που βλέπουμε.