Αρέθουσα

Κτίριο επιμέτρησης Νο 7

Θέση κτριρίου στον οικισμόΦωτογραφία κτιρίουΚάτοψηΤομήΠρόσοψηΛεπτομέρεια κουφώματος

ΚΤΗΡΙΟ Νο 7

 

Το κτίριο βρίσκεται στο κέντρο του οικισμού, προς τα δυτικά, επί του κεντρικού άξονα – δρόμου που διασχίζει το χωριό. Παρόλο που δεν βρέθηκαν πληροφορίες σχετικά με την ακριβή ημερομηνία ανέγερσεώς  του, εκτιμάται βάσει μαρτυριών των κατοίκων οτι έχει κτιστεί περί τα τέλη του 19ου αιώνα.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες προέκυψε επίσης η προηγούμενη  χρήση του κτίσματος, το οποίο επρόκειτο για φούρνος που εξυπηρετούσε όλο τον οικισμό. Πρίν τον Εμφύλιο, όταν η Αρέθουσα συγκέντρωνε μεγαλύτερο πληθυσμό, στο τμήμα αυτό του οδικού άξονα, το οποίο βρίσκεται και κοντά στον ναό της Αγίας Μαρίνας, βρίσκονταν τα καφενεία του χωριού. Ο φούρνος αυτός μαζί με τα διπλανά του κτίσματα αποτελούσαν έναν ζωντανό πόλο εμπορίου και αναψυχής του οικισμού.

Το κτίσμα είναι ισόγειο με συνολικό ύψος στα 3,42 μέτρα. Αποτελείται από δύο τετράπλευρους όγκους, ο μεγαλύτερος εκ των οποίων ενδέχεται να ήταν κάποτε χωρισμένος σε δύο τμήματα. Στην πρόσοψη του κτιρίου είναι εμφανές το βραχώδες έδαφος στο πάνω στο οποίο έχει κτιστεί-θεμελιωθεί το κτίριο, ενώ οι δύο πόρτες εισόδου βρίσκονται σε επίπεδο υψηλότερο απο αυτό του σημερινού δρόμου. Τα παραπάνω μαρτυρούν οτι κατα την περίοδο κατασκευής ο δρόμος βρισκόταν σε υψηλότερη στάθμη και σκάφθηκε κατά την ανακατασκευή του.  Και τα δύο τμήματα καλύπτονταν απο δίριχτη στέγη, η οποία δεν υφίσταται πια. Ο μεγάλος όγκος,  εσωτερικής επιφάνειας 26,3 τ.μ. , πρέπει να αποτελούσε και τον κύριο χώρο του καταστήματος, καθώς περιέχει έναν γωνιακό κτιστό ξυλόφουρνο, καθώς και έναν ενδιάμεσο πέτρινο τοίχο, που ίσως κάποτε διαχώριζε το χώρο παρασκευής των προιόντων με το χώρο πώλησής τους. Το δάπεδό του βρίσκεται σε ύψος 0,87μ. από το επίπεδο του δρόμου, και στον μακρύ τοίχο υπάρχουν κτιστά πέτρινα ερμάρια.  Δυσκολότερα ερμηνεύεται η χρήση του δεύτερου όγκου: Όντας σε διαφορετικό επίπεδο απο τον κύριο χώρο ( 1,07μ. απο το επίπεδο του δρόμου) και με ελαφρώς χαμηλότερο ύψος, ίσως να αποτελεί προσθήκη στο αρχικό κτίσμα. Η επιφάνειά του ανέρχεται στα 12 τ.μ., έχει τη δική του είσοδο στο δρόμο καθώς και μία θύρα εσωτερικής επικοινωνίας με τον διπλανό χώρο. Αξιοσημείωτο στοιχείο του χώρου θεωρήθηκε η πέτρινη εστία, ιδιόμορφη κατασκευή, κτιστή και ενσωματωμένη στον νοτιότερο τοίχο. Ενδεχομένως η προσθήκη αυτού του χώρου στο φούρνο να σχετίζεται με κάποια επέκταση της χρήσης του: Η εστία ίσως επέτρεπε στο χώρο να λειτουργεί και ως καφενείο, κάτι που αναφέρθηκε ούτως η άλλως σε κάποιες απο τις μαρτυρίες των κατοίκων.

Όσον αφορά το κατασκευαστικό σύστημα του κτιρίου και τις υλικότητες, και οι δύο όγκοι είναι κατασκευασμένοι απο τοίχους  χαρακτηριστικής τοπικής ξηρολιθιάς, με ελάχιστη ιλύ ως συνδετικό υλικό, πάχους 0,60 μ., επικαθήμενους σε βραχώδες έδαφος. Η εμπρόσθια όψη καθώς και  μέρος  του εσωτερικού είναι επικαλυμμένα με διαβρωμένο αμμώδες επίχρισμα και ασβεστωμένα, ενώ η πλαινή και η πίσω όψη είναι ανεπίχριστες. Απο τη στέγαση του κτίσματος σώζονται μόνο η δοκός- κορφιάς του μεγάλου όγκου, στηριγμένη στα πλαινό πέτρινο τύμπανο και τη μεσοτοιχία και ένας καβαλάρης με τον ορθοστάτη του.

 Όσον αφορά τα ανοίγματα, όρισμένα διαθέτουν πέτρινες ποδιές και πρέκια, ενώ σε άλλα υπάρχουν αντίστοιχα στοιχεία απο ξύλο. Τα κουφώματα είναι ξύλινα, και τα περισσότερα είναι σε αρκετά κακή κατάσταση, όμως η πόρτα εισόδου καθώς και το ένα παράθυρο του μεγάλου χώρου σώζονται σε κάπως καλύτερη κατάσταση.

Η επικάλυψη του πατώματος , εάν ποτέ υπήρξε, δεν σώζεται. Άλλες φθορές που εντοπίζονται στο κτίριο περιλαμβάνουν την κατάρρευση του εσωτερικού πέτρινου τοίχου και τη κατα τόπους κατάρρευση της κορυφής των εξωτερικών τοίχων. Οι περισσότερες από τις φθορές μάλλον οφείλονται στο πέρας των χρόνων, την εγκατάλειψη και τα καιρικά φαινόμενα, όμως το γκρέμισμα του εσωτερικού τοίχου πρέπει να έχει επέλθει με ανθρώπινη παρέμβαση.