Λάστα

Στέγες - Γενικά

Οι στέγες αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα κατασκευαστικά μέρη της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Στον οικισμό της Λάστας, κάποιες έχουν διασωθεί στην αρχική τους μορφή και άλλες έχουν αντικατασταθεί. Από τις σωζόμενες μπορούμε να πούμε πως ο επικρατέστερος τύπος της είναι εκείνος της ορθογώνιας τετράκλινης, με μέσο ύψος κορυφής το 1,5 μ. Αποτελείται από τον ξύλινο φέροντα οργανισμό, τον οποίο συνθέτουν τα παράλληλα διατεταγμένα ζευκτά, οι αμείβοντες και τα ημιζευκτά. Την κατασκευή ολοκληρώνει η επικάλυψη, δηλαδή οι σανίδες διάστρωσης και τα κεραμίδια. 
Κατά την διαδικασία κατασκευής της στέγης και εφόσον η τοιχοποιία είχε ολοκληρωθεί, τοποθετούνταν στην άνω επιφάνεια της τελευταίας μικρές δοκίδες σε δύο σειρές και παράλληλα προς την κατεύθυνση του τοίχου. Αυτό γινόταν για λόγους προστασίας από την υγρασία. Έτσι τα ζευκτά και οι αμείβοντες εδράζονταν επί των δοκίδων και δεν έρχονταν σε άμεση επαφή με τη λιθοδομή (σκίτσο 6). Τα ζευκτά συνθέτουν οι ελκυστήρες (μεγάλα οριζόντια ξύλα συνήθως κορμοί), οι αμείβοντες (κεκλιμένα δοκάρια από πελεκητό ξύλο) και οι ορθοστάτες ή “μπαμπάδες” (επίσης τμήματα κορμών). Το σύστημα του ζευκτού κατασκευάζονταν κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι φορτίσεις της στέγης να κατανέμονται ομοιόμορφα στην λίθινη τοιχοποιία. Κατά το σύστημα αυτό οι διατομές των αμειβόντων πατούσαν υπό κλίση σε ειδικά διαμορφωμένη εγκοπή στην άνω επιφάνεια των άκρων του ελκυστήρα (σκίτσο 5). Τα άκρα των αμειβόντων που σχημάτιζαν την κορυφή του ζευκτού διαμορφώνονταν και αυτά ώστε να επιτευχθεί καλύτερη σύνδεση μεταξύ τους. Με διαμορφώσεις των άκρων τους τοποθετούνταν και οι ορθοστάτες, οι οποίοι εκτός από την κορυφή του εκάστοτε ζευκτού στήριζαν και τα ξύλα που σχημάτιζαν τον κορφιά της στέγης (σκίτσα 17, 18). Τα ζευκτά ήταν συνήθως τρία. Αυτά τοποθετούνταν το ένα στο μέσον του μήκους του κτίσματος και τα άλλα δύο στα σημεία όπου η απόσταση από την γωνία του τοίχου ήταν το ήμισυ της στενής πλευράς του. Για να γίνει αργότερα η διάστρωση των σανίδων και των κεραμιδιών, έπρεπε να καλυφθούν τα μεγάλα ανοίγματα μεταξύ των ζευκτών (περίπου ανά τρία μέτρα) και για τον λόγο αυτό τοποθετούνταν ενδιάμεσά τους τεγίδες. Αυτές, από τη μία στηρίζονταν μεταξύ τους στην κορυφή και από την άλλη πατούσαν στις ξύλινες δοκίδες στο άνω μέρος της τοιχοποιίας. Τα ζευκτά και οι τεγίδες επεκτείνονταν στις άκρες τους με την προσθήκη μικρών ξύλων (μηκίδες περίπου 80 εκ.). Τα ξύλα αυτά δεν είχαν καμία στατική λειτουργία αλλά με την προσθήκη τους βοηθούσαν ώστε τα ζευκτά και οι τεγίδες να υπερβούν το πάχος της τοιχοποιίας (σκίτσο 16). Έτσι η διάστρωση των κεραμιδιών μπορούσε να εξέχει από την εξωτερική παρειά της τοιχοποιίας για να παρέχει στη λιθοδομή προστασία από τα βρόχινα νερά (εξοχή 30 εκ.) ή για να στεγάσει την είσοδο του κτηρίου. Όλες οι συνδέσεις των επί μέρους ξύλινων στοιχείων ενισχύονταν με ήλους (μεγάλα καρφιά) για την εξασφάλιση της επάρκειας της κατασκευής. 
Όλες οι στέγες των κτισμάτων στον οικισμό είναι τετράκλινες. Η επιλογή αυτή των κατασκευαστών δεν είχε μορφολογική πρόθεση αλλά προέκυπτε από την ανάγκη τους να εξασφαλίσουν την σταθερότητα της στέγης από τα φορτία του χιονιού και τις ανεμοπιέσεις. Για τον λόγο αυτό, εκτός από τα ζευκτά τοποθετούνταν και ημιζευκτά από τα σημεία που σχηματίζονταν οι κορυφές της στέγης και προς τις εξωτερικές γωνίες της τοιχοποιίας. Αυτά τοποθετούνταν με στροφή 45 μοιρών από τα ζευκτά. Το γωνιακό αυτό σύστημα (σκίτσο 14) ενισχύονταν με την τοποθέτηση, κάτω από αυτό, μηκίδας με στροφή 45 μοιρών από τη γωνία της τοιχοποιίας, η οποία εμπόδιζε την ολίσθηση της στέγης.
Η κατασκευή της στέγης ολοκληρώνονταν με τη διάστρωση των σανίδων και την τοποθέτηση των κεραμιδιών επί αυτών (σκίτσο 15). Οι πρώτες καρφώνονταν επί των τεγίδων και των αμειβόντων σε επάλληλες σειρές. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι σανίδες διαμορφώνονταν με πατούρες για την καλύτερη συναρμογή τους. 
Τέλος, τοποθετούνταν τα κεραμίδια, τα οποία στερεώνονταν πάνω στις σανίδες με συνδετικό κονίαμα από λάσπη. Η διάστρωση τους ξεκινούσε από τα χαμηλά σημεία της στέγης προς την κορυφή. Πρώτα στρώνονταν επί του κονιάματος τα κεραμίδια με την κοίλη επιφάνεια προς τα πάνω και αφότου ολοκληρώνονταν η διαδικασία σε όλη την πλευρά, τοποθετούνταν στα σημεία επαφής εκείνων της κάτω στρώσης αυτά της επόμενης με την κυρτή επιφάνεια. Μεταξύ των δύο στρώσεων παρεμβάλλονταν και πάλι συνδετικό υλικό. Στα σημεία όπου συναντιόνταν οι πλευρές της στέγης (οι τέσσερις μαχιάδες και ο κορφιάς) παρέμεναν κάποια κενά μεταξύ των κεραμιδιών. Αυτά καλύπτονταν από την επίστρωση μιας μονής σειράς κεραμιδιών με την κυρτή τους πλευρά. 
1. Λεπτομέρεια κορυφής στέγης_κτίσμα Αα2
1. Λεπτομέρεια κορυφής στέγης_κτίσμα Αα2
2. Λεπτομέρεια εξωτερικής γωνίας στέγης_κτίσμα Αα3
2. Λεπτομέρεια εξωτερικής γωνίας στέγης_κτίσμα Αα3
3. Λεπτομέρεια διάταξης των κεραμιδιών επί σανίδων και δοκίδων_κτίσμα Αα6
3. Λεπτομέρεια διάταξης των κεραμιδιών επί σανίδων και δοκίδων_κτίσμα Αα6
4. Επέκταση της στέγης σε στέγαστρο_κτίσμα Αα6
4. Επέκταση της στέγης σε στέγαστρο_κτίσμα Αα6