Τα πατώματα των παραδοσιακών κτηρίων του οικισμού είναι ξύλινα και διαμορφώνονται από φέροντα δοκάρια στρογγύλης ξυλείας, τοποθετημένα ανά 50 εκατοστά και πάνω σε αυτά τοποθετούνται ξύλινες σανίδες, που σχηματίζουν την επιφάνεια του δαπέδου. Τα δάπεδα ονομάζονται αλλιώς και ταμπάνια στην τοπική διάλεκτο. Κάποιες φορές για μεγαλύτερη ασφάλεια τοποθετείται ένα επιπλέον εγκάρσιο δοκάρι κάτω από τις οριζόντιες δοκούς του πατώματος το οποίο στηρίζεται στους αντιδιαμετρικούς τοίχους του κτηρίου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, που το σύστημα με τις οριζόντιες δοκούς δεν επαρκεί, χρησιμοποιείται το σύστημα με ενδιάμεση στήριξη ή μεσοδόκι, δηλαδή υπάρχει ένα μεγάλο δοκάρι εγκάρσιο στη διεύθυνση των δοκών που φέρουν το πάτωμα, το οποίο παραλαμβάνει τα φορτία από τις οριζόντιες δοκούς και στηρίζεται σε ένα ξύλινο υποστήλωμα που τοποθετείται κάτω από το μέσο του πατώματος.
Τα ξύλινα δοκάρια που φέρουν το πάτωμα σφηνώνονται στο εσωτερικό των λιθοδομών και προεκτείνονται μέχρι την εξωτερκή πλευρά των τοίχων, αποτελώντας έτσι μορφολογικό στοιχείο της όψης. Δημιουργούνται έτσι μικρές φωλιές, δηλαδή τρύπες στους τοίχους, οι οποίες στα ερείπια μας βοηθούν να προσδιορίζουμε το ύψος του πατώματος σε περίπτωση που αυτό έχει καταρρεύσει.