Συγκρότημα 19
Τα αποτυπωμένα κτίρια του συγκροτήματος εντοπίζονται δυτικά του οικισμού των Άνω Καλαθενών και αποτελούν μία από τις παραδοσιακές γειτονιές του. Το συγκρότημα είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της φρουριακής αρχιτεκτονικής που χαρακτηρίζει το σύνολο του οικισμού. Ο χρόνος κατασκευής των κτιρίων δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί, δεδομένου ότι το συγκρότημα έχει υποστεί πολλές επεμβάσεις στο πέρασμα του χρόνου. Οι ιδιοκτησίες που αποτυπώθηκαν, όπως είναι διαμορφωμένες σήμερα, είναι τρεις. Η τοιχοποιία είναι στο σύνολο της αργολιθοδομή και οι επιφάνειες επί το πλείστον επιχρισμένες, με μερικές εξαιρέσεις όπου εμφανίζονται οι λίθοι της κατασκευής.
Στα βόρεια του συγκροτήματος εντοπίζεται η μεγαλύτερη κατοικία του συγκροτήματος. Η είσοδος γίνεται από το δυτικό προαύλιο σε έναν ενιαίο ορθογωνικό χώρο. Ανατολικά του χώρου αυτού διαρθρώνεται ένα σύμπλεγμα μικρότερων χώρων ελεύθερης κάτοψης, μεταξύ των οποίων παρατηρούνται υψομετρικές διαφορές, καθιστώντας έτσι την ύπαρξη εσωτερικών σκαλοπατιών απαραίτητη. Η ακανόνιστη σύνδεση των επιμέρους χώρων έγκειται στο γεγονός ότι κάποτε αποτελούσαν ξεχωριστές ιδιοκτησίες, οι οποίες με την πάροδο του χρόνου συνδέθηκαν σε μία. Οι επεμβάσεις που έγιναν με αφορμή τη σύνδεση αυτή είναι συμβατές με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική που χαρακτηρίζει το συγκρότημα. Επίσης, η κατοικία εντάσσει στο σύνολό της σύγχρονες κατασκευές, όπως είναι το βορεινό τμήμα της κατοικίας, το οποίο φέρει δίριχτη στέγη, και το νοτιοανατολικό δωμάτιο. Επιπλέον, ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η οξυκόρυφη καμάρα που εντοπίζεται σχεδόν κεντρικά της κατοικίας και μοιράζει τον ενιαίο χώρο σε δύο μικρότερους, με τον έναν εκ των δύο να είναι ορθογωνικός μακρόστενος με χαρακτηριστικό πλάτος 1,7 μ.
Η δεύτερη σε έκταση ιδιοκτησία εντοπίζεται στο κέντρο του συγκροτήματος. Πρόκειται για μια κατοικία η οποία διακρίνεται ουσιαστικά σε δύο επιμέρους όγκους με διαφορετικές εισόδους. Ο βορεινότερος εκ των δύο είναι σχεδόν ορθογωνικής κάτοψης και αρκετά υποβαθμισμένος από το επίπεδο του εδάφους. Οι διαφορές ανάμεσα στους δύο αυτούς όγκους υποδεικνύει ότι δεν αποτελούσαν ανέκαθεν μία κατοικία, αλλά κάποτε ήταν ξεχωριστές ιδιοκτησίες.
Η τρίτη κατοικία είναι αυτή που δεσπόζει στον όροφο. Η ανάβαση εκεί γίνεται μέσω της εξωτερικής ευθύγραμμης κλίμακας που υπάρχει στη δυτική αυλή. Η κάτοψη της κατοικίας συμπίπτει εν μέρει με αυτή της δεύτερης και διαμορφώνεται σε δύο μεγάλους χώρους. Τα παλαιότερα χρόνια οι δύο αυτές κατοικίες αποτελούσαν μια ιδιοκτησία, όμως έχουν πλέον διαχωριστεί. Στην κατοικία του ορόφου παρατηρούνται σημαντικές ανακατασκευές, οι οποίες ωστόσο δεν εναντιώνονται στον αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του οικισμού.