Τρικέρι

Ιστορικά Στοιχεία

Το Τρίκερι είναι ένα ορεινό χωριό στο νοτιότερο άκρο της χερσονήσου του Πηλίου Μαγνησίας, χτισμένο σε υψόμετρο 280 μέτρων και σε απόσταση 85 χιλιομέτρων από το Βόλο.

   Η ονομασία «Παλιό Τρίκερι» αναφέρεται στο νησάκι απέναντι από το μεταγενέστερο χωριό. Το Παλιό Τρίκερι (Κικύνηθος κατά τον Όμηρο), κατοικημένο ήδη από τη Λιθική Εποχή, λέγεται ότι αποτέλεσε επίνειο του Ιάσονα κατά το ταξίδι του με τους Αργοναύτες. Εκτός αυτού, μεσοελλαδικά λείψανα έχουν ανασκαφεί στη θέση Καβάκι, φανερώνοντας τη λειτουργία του ως ενός από τους σταθμούς στις διαδρομές του Αιγαίου και κατ’ επέκταση την κατοίκηση του κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Λείψανα της τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής Βασιλικής της Αγίας Σοφίας, με νάρθηκα και πρόσκτισμα, βρέθηκαν στον ομώνυμο ορμίσκο, στο Δυτικό τμήμα του νησιού.
Οι καταστροφικοί σεισμοί του 6ου αιώνα μ.Χ αποτέλεσαν την αιτία μετακίνησης των κατοίκων στις πλαγιές του Θεριάκοντα, όπου οι μετέπειτα επιδρομές των πειρατών κατά τα υστερομεσαιωνικά χρόνια τους παρώθησαν να εγκαταλείψουν το νησί και να δημιουργήσουν ένα νέο οικισμό στην απέναντι ορεινή και λοφοειδή στεριά, η οποία θα τους προσέφερε περισσότερη ασφάλεια, το «Νέο Τρίκερι». Στην κορυφή του λόφου της Αγίας Τριάδας οικοδομήθηκε αρχικά η ομώνυμη εκκλησία, η οποία αποτέλεσε το κέντρο (τη Μητρόπολη) του επί του Τισαίου όρους διαμορφωμένου χωριού, το οποίο άρχισε να διαμορφώνεται σταδιακά περιμετρικά της.
Οι πρώτες ιστορικές αναφορές για το Τρίκερι γίνονται εμμέσως με μνεία στους Αφέτας (σημερινό Τρίκερι) από την Ηρόδοτο και τον Πίνδαρο και συγκεκριμένα κατά την εξιστόρηση της ναυμαχίας του Αρτεμισίου το 480 (π.Χ.). Εντούτις, υπάρχουν και μυθικές παραπομπές, με τον ιστορικό Πολύβιο να υποστηρίζει ότι στην κορυφή του Τισαίου όρους όπου συγκροτήθηκε το «Νέο Τρίκερι» άναβαν συνθηματικές φωτιές μέσω των οποίων πληροφορούνταν ο βασιλιάς Φίλιππος Γ’,  που διέμενε στη Δημητριάδα, για τα τεκταινόμενα στις Σποράδες και την Εύβοια.

  Το χωριό έρχεται επίσημα στο ιστορικό προσκήνιο από το 1700, όπου οι κάτοικοι, στην πλειονότητα τους ναυτικοί, μετέφεραν τα εμπορεύματα και τα τοπικά προϊόντα του Πηλίου στο Αιγαίο, τη Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο. Η έλλειψη οδικής επικοινωνίας του χωριού με τους άλλους οικισμούς ενίσχυσε το νησιώτικο χαρακτήρα του και αποτέλεσε κύριο παράγοντα της ναυτιλιακής του ανάπτυξης. Η εμπορική δεινότητα των Τρικεριωτών και η ναυτεμπορική τους εξέλιξη, κυρίως μετά την υπογραφή της συνθήκης του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή το 1774, η οποία επέτρεψε την πιο ελεύθερη διακίνηση των ελληνικών πλοίων, φερόμενων την ρωσική σημαία,  διαφαίνεται από το μνημείο «τον θρόνο του Ναπολέοντα», ο οποίος αποκτήθηκε από τους ντόπιους έμπορους, μετά από διαπταγματεύσεις με τους ισπανούς στη Βαρκελώνη, έναντι λίγων σιτηρών, όπως αναφέρουν ιστορικές πηγές και βρίσκεται ακόμα και σήμερα στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Ωστόσο, ιδιαιτέρως σημαντική ήταν η συνεισφορά του χωριού στον αγώνα του 1821, χάρη στην προνομιακή θέση του, η οποία επέτρεπε και το σχηματισμό ενός μεγάλου εμπορικού στόλου. Την περίοδο αυτή το χωριό αριθμούσε 400 οικογένειες και μαζί με την Ύδρα, τις Σπέτσες, το Γαλαξίδι και τα Ψαρά αποτελούσαν τις μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις της εποχής. Παράρτημα της Φιλικής Εταιρείας σχηματίστηκε στο χωριό , με τους κατοίκους να χορηγούν πλοία στη νεοσύστατη μυστική οργάνωση της επανάστασης. Το 1823 ο οικισμός του Τρικερίου υποδουλώθηκε από τους Τούρκους κατακτητές, γεγονός που επέφερε οικονομική μαράζωση στη μέχρι τότε ανεπτυγμένη νηισιώτικη κοινότητα. Η επανένταξη του στην ελληνική επικράτεια το 1880 σηματοδότησε μία νέα εποχή για το χωριό, το οποίο κατάφερε να ανασυνταχθεί και να αναπτυχθεί αυτονόμως χάρη στη σπογγαλιεία και την εμπορία της.
Το Παλιό Τρίκερι, στα χρόνια του Εμφύλιου Πολέμου, αποτέλεσε τόπο εξορίας και μαρτυρίου για πολλές γυναίκες επαναστάτριες από το 1948 έως το 1953.

Σε ότι αφορά την ονομασία 'Τρίκερι' πολλές εκδοχές υπάρχουν για την καθιέρωσή της. Άλλοι αποδίδουν την οναμσία αυτή στα τρία ακρωτήρια του νησιού το οποίο και πρωτοπήρε το όνομα (Κορακιάς, Παρδαλός, Αλέξη), ενώ άλλοι στα τρία 'ακρωτήρια' του ορεινού χωριού (Αιάντειο, Τραχήλι, Δέρπανο). Διαφορετικές εκδοχές αποτελούν η προέλευση της λέξης απο τα 'τριζέρια' δηλαδή μικρά πλοιάρια με 3 κουπιά ή εναλλακτικά από τη βλαχική λέξη 'trecere' την οποία χρησιμοποιούσαν οι βλαχοποιμένες για τους διαύλους που  κρατούσαν όταν μετέφεραν τα κοπάδια τους για να ξεχειμωνιάσουν. Μία ακόμα εκδοχή εξαιρετικά δημοφιλή αποτελεί η εξής ιστορία: όταν οι κάτοικοι του Παλιού Τρικερίου άφησαν το νησί τους για να εγκατασταθούν στην ασφαλέστερη στεριά, αυτοί ακολούθησαν μια πορεία η οποία ξεκίνησε από το Παλιό Τρικέρι, πέρασε από το σημερινό οικισμό Κότες για να καταλήξει στη σημερινή θέση του οικισμού. Η πορεία αυτή είχε επικεφαλή τον Έξαρχο, ο οποίος βαστούσε ένα 'τρίκερο' δηλαδή 3 κεριά, τα οποία έσβησαν όταν οι κάτοικοι είχαν φτάσει στην κορυφή του σημερινού λόφου της Αγίας Τριάδας. Εκειπέρα λοιπόν έχτισαν την εκκλησία της Αγίας Τριάδας και από εκεί άρχισε η εξάπλωση του οικισμού τους. Μία τελευταία παραλλαγή της προηγούμενης ιστορίας είναι πως οι κάτοικοι έφυγαν από το νησί όχι σε μία πορεία αλλά σε τρείς ξεχωριστές, καθεμία από τις οποίες κρατούσε και απλό ένα κερί. Οι ομάδες αυτές συνατήθηκαν στη σημερινή θέση της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας όπου ένωσαν τα 3 κεριά και/ή αυτά έλιωσαν, και έτσι από εκεί ξεκίνησαν την οικδόμηση του οικισμού τους.

 

Έχουμε από τον Ηρόδοτο & Πίνδαρο για την ναυμαχία του Αρτεμίσιου 480 π.Χ

“Στο βουνό Τισαίον στο άκρο του πρώην δήμου Σηπιάδος προς το Τρίκερι, σύμφωνα με τον ιστορικό Πολύβιο, άναβαν συνθηματικές φωτιές στην κορυφή του, με τις οποίες πληροφορούσαν το βασιλιά Φίλιππο Γ’ που διέμενε στη Δημητριάδα για τα γεγονότα που συνέβαιναν στις Σποράδες και την Εύβοια.”

Σκίτσο θεασης απο Αγία Τριάδα
Σκίτσο θεασης απο Αγία Τριάδα