Εξωτερικοί τοίχοι
Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική του Πηλίου και εν γένει η κατασκευή των κατακόρυφων φερόντων στοιχείων βασίστηκε στα τοπικά υλικά, δηλαδή την πέτρα και το ξύλο. Οι εξωτερικές φέρουσες τοιχοποιίες που υπάρχουν στον Άγιο Γεώργιο είναι κατα κανόνα ημιλάξευτες ή λαξευτές. Δηλαδή οι λίθοι που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή τους είναι ελάχιστα έως πολύ επεξεργασμένοι. Στις γωνίες παρατηρείται πάντα πιο ποιοτική λάξευση, η οποία εξυπηρετεί την καλύτερη συναρμογή των ακρογωνιαίων λίθων και την καλύτερη αισθητική διαμόρφωση της γωνίας. Για τη συναρμογή των λίθων χρησιμοποιείται κονίαμα από χωματόλασπη.
Οι εξωτερικοί τοίχοι κτίζονταν ταυτόχρονα σε δυο παράλληλα μέτωπα. Ο πιο έμπειρος κτίστης αναλάμβανε συνήθως την εξωτερική πλευρά και οι λιγότερο έμπειροι την εσωτερική. Η σύνδεση των 2 μετώπων πραγματοποιείται με διάτονες λίθους. Η σωστή στατική λειτουργία της λιθοδομής βασίζεται στο 'σταύρωση' των λίθων και στις 2 διευθύνσεις, δηλαδή και κατα το πάχος και κατα το μήκος του τοίχου, ενώ σημαντικό ρόλο παίζουν και οι ξύλινες ενισχύσεις (ξυλοδεσιές).
Ξυλοδεσιές (σενάζ) ονομάζονται οι οριζόντιες, ξύλινες ενισχύσεις που εντάσσονται στο πάχος των τοίχων. Ο ρόλος τους είναι να ενισχύσουν τον φέροντα οργανισμό του κτηρίου όσον αφορά την παραλαβή εφελκυστικών δυνάμεων. Η λειτουργία τους βασίζεται στη δομή σκαλιέρας, δηλαδή 2 οριζόντιες κατα μήκος ξύλινες διατομές (στρωτήρες) που συνδέονται με εγκάρσιους ξύλινους συνδέσμους, τις κλάπες. Ενίοτε, οι κλάπες ήταν συνέχεια των δοκών πατώματος, οπότε και η ξυλοδεσιά λειτουργούσε σα στρωτήρας τους. Στις γωνίες η ένωση των ενισχύσεων γινόταν με διαγώνια στοιχεία, τους αμασχαλίτες.Οι ξυλοδεσιές εξασφάλιζαν τη διαφραγματική λειτουργία των κατακορύφων φερόντων στοιχείων σε περίπτωση δυναμικών καταπονήσεων (π.χ. σεισμού) και τοποθετούνταν συνήθως στο ύψος του πρεκιού, της ποδιάς, σα στρωτήρας πατώματος, ή στο ύψος του πατώματος της στέγης, που θεωρείται και η βέλτιστη θέση (γενικώς όσο ψηλότερα τοποθετούνταν οι ξυλοδεσιές τόσο καλύτερη ήταν η λειτουργία τους). Το σύστημα των ξύλινων ενισχύσεων συνδέει τα λίθινα (τοίχους) και τα ξύλινα φέροντα στοιχεία του κτηρίου (πατώματα, στέγη), δημιουργώντας ένα σύνολο ικανό να αντέχει σε στατικές και δυναμικές καταπονήσεις.
Οι λιθοδομές επιχρίονται εσωτερικά για λόγους υγιεινής και αισθητικής και σε πολλές περιπτώσεις επιχρίεται και η εξωτερική μεριά του κτηρίου. Το επίχρισμα ήταν ένα μίγμα από χώμα και ασβέστη (αναμεμιγμένο κάποιες φορές με χρώμα). Επίχρισμα χρησιμοποιούταν επίσης στα εσωτερικά χωρίσματα.
Εκτός από τις λιθοδομές που περιγράφθηκαν, στον Άγιο Γεώργιο συναντήσαμε και άλλα είδη τοιχοποιίας, όπως πλινθοδομές αλλά μόνο σε νέα κτίσματα. Επίσης συναντάμε λίθινα τόξα (στην κατασκευή ανοιγμάτων), ενώ δε συναντήσαμε θόλους.
Εσωτερικά ελαφριά χωρίσματα
Διακρίνονται σε τσατμάδες και μπαγδατότοιχους. Πρόκειται γενικά για ξυλότοιχους, φέροντες ή φερόμενους, που πληρώνονται με λιθώδη υλικά και δέχονται επίχρισμα.
Τσατμάδες ονομάζονται οι ξύλινοι τοίχοι με σοβά που αποτελούνται από ξύλινο σκελετό και πλήρωση με λιθώδη υλικά και συνδετικό κονίαμα. Μπορούσαν σε συνδυασμό με άλλες δομές (όπως παράθυρα) να αποτελέσουν φέροντα υποσύνολα της κατασκευής.Σημαντικό στοιχείο για τη λειτουργία των τσατμάδων είναι ο τριγωνισμός του ξύλινου σκελετού.
Μπαγδατότοιχος ή μπαγδατί ονομάζεται ο ξύλινος τοίχος που αποτελείται απο ξύλινο σκελετό με επικάλυψη από πλέξη ελαφρών υλικών όπως καλαμιών με σοβά. Στόχος των δεύτερων είναι να δεχθούν το μπαγδατί (επίχρισμα από λάσπη και ασβέστη) ή σοβά από χώμα και άλλα υλικά (π.χ. άχυρο ή τρίχες ζώων). Ο σκελετός αποτελείται από οριζόντια και κατακόρυφα στοιχεία και στηρίζεται σε στρωτήρα, ή σε δοκάρια πατώματος. Οι μπαγδατότοιχοι είναι πολύ συνυθισμένοι στον Άγιο Γεώργιο.