Οι τοιχοποιίες είναι κατά βάση διπλές, έχουμε δηλαδή δύο επίπεδα λιθοδομής, ένα στην εξωτερική και ένα στην εσωτερική παρειά του κτιρίου, ενώ το διάκενο μεταξύ τους πληρώνεται συνήθως με λάσπη και πέτρες μέσης κοκκομετρίας (σε ορισμένες περιοχές ορίζεται λιθοκοτρογιώμωση). Οι δύο αυτές επιφάνειες λιθοδομής συνδέονται μεταξύ τους με σχάρες ξυλοδεσιών, οι οποίες συμβάλλουν στην ολόπλευρη στατική και αντισεισμική θωράκιση της κατασκευής. Οι σχάρες αυτές κατασκευάζονται από ξύλινες διατομές περίπου 10 εκατοστών και διατρέχουν όλη την περίμετρο του κτηρίου σε ζώνες, ενώ συνδέονται μεταξύ τους με εγκάρσια κομμάτια ξύλου, τις κλάπες. Οι κλάπες μπορεί να κρύβονται μέσα στο πάχος της λιθοδομής, να είναι εμφανείς διακοπτόμενες στο επίπεδο της τοιχοποιίας, ή να εξέχουν αυτής, οπότε ονομάζονται λύκοι. Επιπρόσθετα, ανά τακτά διαστήματα παρατηρούμε ότι τοποθετούνται διάτονες λίθοι, μακρόστενοι δηλαδή λίθοι, που ενώνουν τις δύο παρειές των λιθοδομών. Ξυλοδεσιές και διάτονες λίθοι κάνουν τις επιφάνειες των τοίχων να λειτουργούν ως ένα σώμα, ελαχιστοποιώντας τις πιθανότητες αστοχίας και στις τρείς διαστάσεις.
Οι λιθοδομές που παρατηρήθηκαν ήταν διαφόρων τύπων ανάλογα με την επεξεργασία των λίθων τους. Αυτά είναι:
Στο εσωτερικό κάποιων κτιρίων, συναντούμε μπαγδατότοιχους, οι οποίοι ορίζονται από δύο στρώσεις καλαμιών καρφωμένες πάνω σε δύο στρώσεις από ξύλινα πηχάκια, εκατέρωθεν ενός κέντρου που γεμίζεται με χώμα και γαρμπίλι, ενώ οι όψεις του με επίχρισμα.