Ξύλινα μέρη
Όπως προαναφέρθηκε, το ξύλο χρησιμοποιείται στο συγκεκριμένο δομικό σύστημα για την δημιουργία στεγών, σε μορφή ξυλοδεσιάς μέσα στους λίθινους τοίχους, για ανώφλια-κατώφλια, και για τα κουφώματα. Καθώς φαίνεται η στέγη μαζί με τα κουφώματα αποτελούν τα ευπαθέστερα σημεία σε ένα κτίσμα. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτού είναι ότι στα περισσότερα κτίσματα που βρίσκονται σε κακή κατάσταση, το πρώτο τμήμα αυτών που καταστρέφεται εντελώς, και πριν από την υπόλοιπη κατασκευή είναι η στέγη και τα κουφώματα (εικ.1). Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι η πληθώρα των επεμβάσεων που συναντάμε στο σύνολο του οικισμού αφορά στην αντικατάσταση της στέγης με νέα, και στην αλλαγή των κουφωμάτων.
Η χρήση του ξύλου στις στέγες γίνεται λόγω της εφελκυστικής αντοχής του, μιας και τα ανοίγματα που καλύπτουν αυτές είναι αρκετά μεγάλα. Ταυτόχρονα όμως, και λόγω της ίδιας της κατασκευής που δεν φέρει κάποια προστατευτική στρώση για την υγρασία, μεταξύ των κεραμιδιών και των ξύλων, η όλη κατασκευή καθίσταται ευαίσθητη σε αυτή (εικ.2). Ο συνδυασμός της υγρασίας, που προκαλεί το σάπισμα των ξύλων, με τα φορτία που οι στέγες δέχονται από τις ανεμοπιέσεις, και τα χιόνια, καθώς και η έλλειψη ενδιάμεσης στήριξης, αφού τις περισσότερες φορές ο εσωτερικός διαχωρισμός γίνεται από ξύλινα χωρίσματα, οδηγούν στην ολοκληρωτική καταστροφή τους . Η εξωτερική παρατήρηση των περισσοτέρων στεγών αποκαλύπτει το βέλος κάμψης που αυτές παρουσιάζουν, καθώς και την δημιουργία κενών μεταξύ των κεραμιδιών, πράγμα που αφήνει την υγρασία και το νερό της βροχής να εισέρχεται στο εσωτερικό (εικ.3).
Τα κουφώματα καθώς φαίνεται πάσχουν από δύο κύριες αιτίες: Η πρώτη, αφορά στην ίδια την φύση του υλικού η οποία εμφανίζει ευαισθησία στις επίπονες καιρικές συνθήκες. Το σάπισμα του ξύλου, το οποίο ξεκινά τις περισσότερες φορές από τα κάτω μέρη των εκάστοτε κουφωμάτων, δείχνει ακριβώς το πρόβλημα αυτό. Η δεύτερη αιτία, αφορά στην συναρμογή αυτών με το λίθινο τμήμα των κατασκευών. Η συναρμογή των κουφωμάτων γίνεται σε ένα αρκετά ευπαθές σημείο της κατασκευής, στο οποίο ακόμα και ίδια η λιθοδομή εμφανίζει προβλήματα, κάτι το οποίο συνδυαζόμενο με την ταυτόχρονη στήριξη των γωνιαίων λίθων εκεί, γίνεται ακόμη πιο προβληματικό. Πολλές είναι η καταγεγραμμένες περιπτώσεις όπου στο σημείο της συναρμογής, και πιθανότατα λόγω συστολοδιαστολών, αλλά και μετακινήσεων από σεισμούς, παρατηρείται αποκόλληση των διαφόρων στοιχείων μεταξύ τους (εικ.4). Η ευαισθησία των ξύλινων κουφωμάτων είναι τέτοια ώστε σε πολλές περιπτώσεις να βρίσκουμε εντελώς κατεστραμμένα και κουφώματα δεύτερης γενιάς, η ηλικία των οποίων προσδιορίζεται από την ύπαρξη τζαμιών σε αυτά (εικ.5). Δεν πρέπει ακόμη να λησμονήσουμε ότι σε περιπτώσεις αστοχίας στο υπερκείμενο ανώφλι (κάτι το οποίο συμβαίνει αρκετά συχνά), τα φορτία που μεταβιβάζονται στο κούφωμα είναι πολύ μεγάλα και καταστροφικά.
Ένα ακόμα αρκετά ευπαθές σημείο όπου γίνεται η χρήση ξύλου είναι στα ανώφλια και κατώφλια των κατασκευών. Πιο χαρακτηριστικά προβλήματα, εκ των δύο περιπτώσεων, εμφανίζονται στην περίπτωση των ανωφλιών. Το κυρίαρχο πρόβλημα των ξύλινων δοκών που χρησιμοποιούνται εκεί, είναι η σταδιακή ανάπτυξη βέλους κάμψης, προφανώς λόγω της αποδυνάμωσης του υλικού με το πέρασμα του χρόνου και της ταυτόχρονης φόρτισης από το βάρος της υπερκείμενης κατασκευής , φτάνοντας σε αποτελέσματα ολοκληρωτικής αστοχίας (εικ.6).
Θα λέγαμε εν γένει ότι η χρήση του ξύλου λύνει πολλά προβλήματα στο συγκεκριμένο δομικό σύστημα, αλλά δεν παύει να αποτελεί κι ένα παθογόνο παράγοντα που απαιτεί διαρκή φροντίδα μέσα στο πέρασμα του χρόνου, αλλιώς η φθορά του καθίσταται τις περισσότερες φορές μη αναστρέψιμη και καταστρεπτική.