Αφού διαμορφωθεί, σε γενικές γραμμές, το σχή του κτιρίου και συμπληρωθεί η κάλυψη της στέγης του, γίνεται η πλήρωση των κενών του σκελετού, πλήρωση η οποία πρέπει να εξασφαλίζει τις ιδιότητες ενός τοίχου: ικανότητα μόνωσης, αντοχή, ικανότητα συγκρότησης των τελικών εσωτερικών και εξωτερικών επενδύσεων. Κοινή αρχή για όλους τους τρόπους είναι η περαιτέρω υποδιαίρεση των φατνωμάτων του σκελετού, που έχουν προκύψει από την κύρια διαστύλωση, τους στρωτήρες, τις ποδιές, τα πρέκια και τις αντιρρήδες αν υπάρχουν, με λεπτότερα βοηθητικά ξύλα, ανάλογα με το υλικό πλήρωσης ή την κατασκευή που θα ακολουθήσει.
Η υποδομή των ελαφρών τοιχών (τσατμάδων) είναι ένα σύστημα οριζόντιων και κατακόρυφων μελών συνδεδεμένων σε ένα σύνολο.Τα μέλη ειναι οι στρωτήρες (έδρασης και επίστεψης), οι κολόνες και οι οριζόντιοι ενδιάμεσοι δεσμοί (που βρίσκονται στις στάθμες ποδιάς και πρεκιού). Ο στρωτήρας τοποθετείται στην άκρη των δοκών ή των φουρουσιών .Στις θέσεις όπου μπαίνουν τα υποστηλώματα και στα σημεία στηριξης του στρωτήρα με τα φουρούσια ή τα δοκάρια, ανοίγονται μαρσότρυπες (3-4 εκατοστά βάθος). Οι κολόνες είναι από δρυ ή καστανιά (15x15 ή 8x8) ενώ οι συνδέσεις των στρωτήρων στις γωνίες γίνεται με αλληλεπίθεση. Το γέμισμα του σκελετού γίνεται με βοηθητικά ξύλα και το γέμισμα που προκύπτει είτε είναι συμπαγές μεικτής κατασκευής τοίχωμα (κατασκευές τσατμά) είτε ένα τοίχωμα κούφιο πολύ ελαφρύτερο (μπαγδότοιχοι, επενδύσεις με σανίδες).