Μηλιές

Ιστορικά Στοιχεία

Στις αρχές του 15ου αιώνα το Πήλιο δέχτηκε μεγάλο αριθμό μεταναστών από διάφορες περιοχές της υπόδουλης Ελλάδας. Οι εσωτερικοί μετανάστες έβρισκαν καταφύγιο σε μικρούς μοναστηριακούς οικισμούς, οι οποίοι αποτέλεσαν τους πυρήνες για τα μετέπειτα πηλιορείτικα χωριά. Για την οργάνωση και την εξέλιξη των οικισμών υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μέχρι το 1615 οι Μηλιές δεν ήταν εγγεγραμμένες στα επίσημα αρχεία  της Κωνσταντινούπολης, μοναδική αναφορά γίνεται για έναν μικρό οικισμό, που ονομάζεται "Παναγιά Κιοΐ" και βρίσκεται λίγο πιο κάτω από τη σημερινή θέση του χωριού.

Ο χρόνος κτίσης των Μηλεών στην περιοχή του Πηλίου μας είναι άγνωστος, καθώς δεν υπάρχουν σχετικές γραπτές πηγές. Ο Ρήγας Καμηλάρης, λόγιος και δάσκαλος του σχολείου των Μηλεών , στο δοκίμιο του «ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΙ, ΛΟΓΟΙ, ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ - ΜΕΤΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ ΤΩΝ ΜΗΛΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΑΥΤΩΝ - έκδοση Α. Κωνσταντινίδου - Αθήνα 1897»  αναφέρει ότι η παλιότερη οίκηση της περιοχής χρονολογείται περίπου το 1520. Αν και από ανασκαφές και ευρέσεις τάφων φαίνεται πως η συγκεκριμένη περιοχή έχει κατοικηθεί από πολύ παλιότερα. Στις Μηλιές καταφεύγουν κρυφά μετανάστες από το Σούλι, την Κάσο, την Κάρπαθο, την Τήνο αλλά κυρίως από το χωριό Μηλιές της Βόρειας Εύβοιας. Εξ ου και το όνομα του χωριού.

Σε χάρτη της Μαγνησίας του 17ου αιώνα, το χωριό των Μηλεών υπάρχει σημειωμένο στη σημερινή του θέση.Ο πρώτος οικισμός των Μηλεών ονομάστηκε Γυφτακέϊκα. Το όνομα του το πήρε από τους γύφτους που έστηναν εκεί τα καραβάνια τους κι έκαναν τις αγοραπωλησίες τους με τους κατοίκους του χωριού στο ανοιχτό παζάρι. Η τοποθεσία του οικισμού βρίσκεται στο χαμηλότερο άκρο πίσω από το βούνο και επιλέχθηκε με σκοπό να μην είναι ορατός από τον Παγασητικό κόλπο, στον οποίο προσέπλεαν  Τούρκοι και πειρατές.

Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ο Σουλτάνος Μουράτ ο Δ' γοητευμένος από την ομορφιά των χωριών ,τα χάρισε στη μητέρα του Βαλιδέ Σουλτάνα και απαγόρευσε τη μόνιμη εγκατάσταση των Τούρκων στο βουνό. Το γεγονός αυτό, έδωσε στις Μηλιές μια σχετική αυτονομία. Άμεση συνέπεια αυτής της αυτονομίας, ήταν η ανάπτυξη της κοινωνικής οργάνωσης του χωριού, η άνθηση του εμπορίου, της οικονομίας αλλά και του πνεύματος.

Ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα,  στο χωριό είχαν κτιστεί 300 κατοικίες,5 εκκλησίες,2 μοναστήρια, 15 βρύσες, 6 μύλους και λιοτρίβια, πολλά καλντερίμια καθώς και ένα μικρό σχολείο το οποίο στεγαζόταν σε κελιά. Τα καλντερίμια που χτίστηκαν το 1750 σύνδεσαν τις Μηλιές με τα κοντινά χωριά και τη θάλασσα, τότε ήταν που χτίστηκε και το καλντερίμι που συνδέει τις Μηλιές με την Τσαγκαράδα.

Η οικονομική ανάπτυξη των Μηλεών βασίστηκε κατά κύριο λόγο στην γεωργία αλλά σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα ταξιδιά που πραγματοποιούσαν πολλοί από τους Μηλιώτες με ζαγοριανά καράβια, μέχρι τις χώρες της Ευρώπης και της Μικράς Ασίας. Τα μέρη αυτά αποτέλεσαν νέες εστίες εμπορικών συναλλαγών ενώ ορισμένοι έμποροι απέκτησαν μεγάλες περιουσίες και χρηματοδότησαν κοινωφελή έργα στις Μηλιές.  Η εξέλιξη του οικισμού δεν ήταν πάντα ομαλή, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι επιδημίες, η πείνα και το άγχος για την πληρωμή των φόρων στους Τούρκους  αποτελούσαν μείζοντα προβλήματα στην καθημερινή ζωή των κατοίκων.

Το εμπόριο αποτέλεσε για τους Μηλιώτες δίοδο σε νέους ορίζοντες και ερεθίσματα. Οι Μηλιώτες μέσα από τα ταξίδια τους γνωρίζουν τις ιδέες του Διαφωτισμού, που τότε μεσουρανούσαν στις Δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος τριών λόγιων Μηλιωτών, του Άνθιμου Γαζή, του Γρηγόριου Κωνσταντά και του Δανιήλ Φιλιππίδης. Οι τρεις τους το 1814 ιδρύουν και λειτουργούν την Μηλιώτικη Σχολή, όπου βαθμηδόν γίνεται μία από τις σημαντικότερες εστίες του ελληνικού Διαφωτισμού.  Ακόμη, η πολιτική τους δράση και τα κείμενά τους, έδωσαν ώθηση στον αγώνα των Πηλιωτών για την ελευθερία. Ειδικά, ο Γαζής από το 1817 γίνεται επίσημο μέλος της Φιλικής Εταιρείας.

Το 1821 στην πλατεία των Μηλεών κηρύχτηκε από τους Πηλιορείτες, η Επανάσταση κατά των Τούρκων. Χάθηκαν διαδοχικά αρκετές μάχες, ενώ το τέλος της Επανάστασης έφτασε όταν ο Πασάς της Λάρισας, Δράμαλης στράφηκε εναντίον τους. Το 1828 με τη σύσταση ελεύθερου ελληνικού κράτους, η Τουρκική Κυβέρνηση, θέλοντας να αποφύγει νέα επαναστατικά κινήματα αντιμετώπισε τα πηλιορείτικα χωριά με επιείκεια.
Το 1854 ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος αναζωπύρωσε την ιδέα της Επανάστασης στο Πήλιο, με αρχηγούς τους Μπασδεκαίους, τον Φιλάρετο και τον Μηλιώτη Γαρέφη χωρίς τη στήριξη της Κυβέρνησης. Το 1877 ξεσπά ο δεύτερος Ρωσοτουρκικός πόλεμος και οι Πηλιορείτες αποφασίζουν να σχηματίσουν Προσωρινή Κυβέρνηση με έδρα τη Μακρινίτσα. Ο Τουρκικός στρατός καταλαμβάνει όμως τη Μακρινίτσα και το Πήλιο συνθηκολογεί.
Η απελευθέρωση του Πηλίου έρχεται το Νοέμβριου του 1881 με τη νίκη των Ρώσων στο Βερολίνο όπου η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγκάζεται να παραχωρήσει τη Θεσσαλία.

Μετά την απελευθέρωση του Πηλίου, ένα μείζον ζήτημα  ήταν η ατομική κτηματική διαδικασία. Πρόβλημα που θα μπορούσε να είχε λυθεί εάν οι τεράστιες εκτάσεις γης που επί χρόνια άνηκαν στις εκκλησίες και στα μοναστήρια μοιράζονταν στους κατοίκους. Το σχέδιο αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ με αποτέλεσμα να οξυνθεί η ταξική διαφοροποίηση του πληθυσμού.
Επίσης, η μεγάλη ανάπτυξη των βιοτεχνιών στις πόλεις και η κακή επικοινωνία του χωριού με τον Βόλο μείωσαν αισθητά την εμπορική δραστηριότητα των Μηλεών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, αρκετοί Μηλιώτες να φύγουν για την Αίγυπτο και σταδιακά να δημιουργήσουν αξιόλογες περιουσίες. Ο τακτικός παραθερισμός των πλούσιων Μηλιωτών ενίσχυσε σημαντικά την οικονομία και ιδιαίτερα στα τέλη του 19ου αιώνα χτίστηκαν μεγάλα αρχοντικά με νεοκλασική επιρροή.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, τομή για την ανάπτυξη των Μηλέων, ήταν η επέκταση της σιδηροδρομικής γραμμής Βόλου-Λεχώνια μέχρι τις Μηλιές. Την κατασκευή του σιδηροδρόμου ανέλαβαν Ιταλοί μηχανικοί, ανάμεσα σε αυτούς και ο Ιταλός μηχανικός Εβάριστο Ντε Κίρικο πατέρας του διάσημου ζωγράφου Τζιόρτζιο Ντε Κίρικο. Τα επίσημα εγκαίνια του σταθμού έγιναν το 1904 και το ιστορικό τρένο ονομάστηκε «Μουτζούρης». Από τότε οι Μηλιές μετατράπηκαν στο σημαντικότερο εμπορικό κέντρο της περιοχής.
Κυρίως, η περιοχή κοντά στον Σταθμό έσφυζε από ζωή. Μέσα στη ρεματιά λειτουργούσε ασταμάτητα ο μύλος, άνοιξαν πολλά καινούργια μαγαζιά με μεγάλη ποικιλία εμπορευμάτων (βιβλιοπωλεία, ράφτες, φούρνοι, κρεοπωλεία, τσαγκάρηδες κ.ά.) που αντανακλούν τη μεγάλη ευημερία αυτής της περιόδου.
Ενδεικτικά, στις αρχές του 20ου αιώνα καταμετρούνται 3000 κάτοικοι, 350 μεγάλα αρχοντικά, 4 παπάδες, αρκετοί γιατροί και 3 σχολεία. Η πλατεία των Μηλεών ήταν πολύ ζωντανή, εκεί συγκεντρωνόταν όλο το χωριό. Παρότι, υπήρχε ταξικός διαχωρισμός και πολλοί από τους κατοίκους ήταν μεγαλογαιοκτήμονες, όλοι είχαν δουλειά και μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις καθημερινές τους ανάγκες.

Πλήγμα για το χωριό αποτέλεσε μια μεγάλη φυσική καταστροφή το 1912, όπου σπίτια έμεινα ακατοίκητα, πολλά ζώα πνίγηκαν και η σοδειά καταστράφηκε, ενώ η ευημερία διακόπηκε μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε, οι περισσότεροι άνδρες ήταν στο Μέτωπο και οι δουλειές ήταν βαριές για τα γυναικόπαιδα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την Μικρασιατική Καταστροφή το 1920-22 όπου χιλιάδες πρόσφυγες κατέφυγαν στον Βόλο αλλά και στα χωρία του Πηλίου.Το χωριό άρχισε να ορθοποδεί λίγα χρόνια αργότερα. Το 1925 φυτεύονται πεύκα γύρω από τις Λάκκες και δημιουργήθηκε ένα καινούργιο δάσος. Κατεδαφίστηκαν τα κελιά στην πλατεία, χτίστηκε το κτίριο της Βιβλιοθήκης και πραγματοποιήθηκε η διάνοιξη του αμαξωτού δρόμου που συνέδεσε τον Σιδηροδρομικό Σταθμό του χωριού με την Τσαγκαράδα. Κοντά στην πλατεία δημιουργήθηκε σταδιακά και μια δεύτερη αγορά. Το 1935 το χωριό φωταγωγείται και τα καλντερίμια έχουν φως. Παρά τη μείωση της εμπορικής κίνησης οι Μηλιές παρέμεινε ένα ζωντανό κέντρο μέχρι και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 1939 ξεσπά ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και το 1940 έρχεται ο πόλεμος και στην Ελλάδα. Στις Μηλιές μείνανε και πάλι τα γυναικόπαιδα και η αγροτική ζωή ήταν ανυπόφορη. Τον Νοέμβριο του '40, γερμανικά στρατεύματα επιτίθενται στον Βόλο και ο κόσμος καταφεύγει στα χωριά του Πηλίου. Τότε ο πληθυσμός των Μηλεών έφτασε τους πέντε χιλιάδες κατοίκους, με αποτέλεσμα ο κόσμος να είναι πολύς και τα τρόφιμα λίγα.

Το 1941 Ιταλικά στρατεύματα εδραιώθηκαν στις Λάκκες και παρέμειναν εκεί μέχρι το 1943. Όταν έφυγαν, άφησαν πίσω τους αποθήκες γεμάτες τρόφιμα και πολεμοφόδια. Οι αντάρτες των Μηλεών ξεκίνησαν να παίρνουν τα τρόφιμα ώστε να εφοδιάσουν το χωριό. Οι Γερμανοί όμως εντόπισαν τους αντάρτες και για να τους τιμωρήσουν οργάνωσαν συστηματική έφοδο στις Μηλιές. Στις 4 Οκτωβρίου του 1943 οι αντάρτες πυρπόλησαν έναν Γερμανό αξιωματικό και έναν στρατιώτη, οι οποίοι προετοίμαζαν την έφοδο. Η απάντηση των Γερμανών ήταν ότι θα καίγανε όλο το χωριό και θα εκτελούσαν όλους του άνδρες από 16 έως 60 χρονών.
Πράγματι, οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό τις επόμενες μέρες, σε ανυποψίαστο χρόνο, όταν οι κάτοικοι ήταν στα χωράφια τους ή στις δουλειές τους. Μαρτυρίες κατοίκων περιγράφουν με λεπτομέρεια τις στιγμές που έζησε το χωριό και όλοι μνημονεύουν τους 29 νεκρούς αντάρτες που σκοτώθηκαν σε μια μάχη σώμα με σώμα στο σταθμό του τρένο. Εκεί βρίσκεται και το μνημείο των Μηλιωτών αγωνιστών. Το συμβάν αυτό αλλοίωσε οριστικά την εικόνα των Μηλεών.  Από το κεντρικό χωριό σώθηκαν ελάχιστα σπίτια, η κεντρική βιβλιοθήκη και η "Αίγλη". Από τα Γυφτακέϊκα κανένα. Περίπου το 90% του χωριού καταστράφηκε.

Εκτός από τούτη τη σχεδόν ολική καταστροφή, το 1945 μια μεγάλη πλημμύρα έπληξε με τη σειρά της τις Μηλιές ενώ μέχρι και το 1949 συνεχίζονταν οι σπασμωδικές επιθέσεις. Έπειτα από όλα αυτά τα γεγονότα, το 1949 ακολούθησαν πια χρόνια αναδημιουργίας. Με κρατικές και ιδιωτικές παρεμβάσεις το χωριό προσπάθησε να αναγεννηθεί, χωρίς όμως να φτάσει στις παλιές του δόξες. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα οι σεισμοί του 1955 σε όλη τη Μαγνησία κατεδάφισαν τα μισοκαμμένα αρχοντικά και τις κατοικίες.

Στις Μηλιές, μετά το 1960 ανακαινίστηκαν πολλά κτίσματα, τα αρχοντικά αντικαταστάθηκαν με αντισεισμικές κατασκευές, τους πυρήνες. Οι πυρήνες είναι οικονομικοί, κατασκευαστικά γρήγοροι και προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια, χωρίς όμως να έχουν κάποιο ιδιαίτερο χαρακτήρα. Επίσης πραγματοποιήθηκαν αρκετά κοινοτικά έργα. Η αποπεράτωση του υδραγωγείου, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και τηλεφωνικού δικτύου, η οδική σύνδεση του χωριού με τη Βυζίτσα, η βελτίωση του δρόμου για τη θάλασσα ήταν έργα που βελτίωσαν πολύ το επίπεδο ζωής των κατοίκων.
Το 1967 η δικτατορία αποφασίζει να διακόψει τη λειτουργία του τρένου, με άμεση συνέπεια την ερήμωση του σταθμού, της αγοράς και εν γένει της γύρω περιοχής.
Από τις αρχές του 1970 και μετά, οι Μηλιές γοητεύουν μεγάλο αριθμό επισκεπτών με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να αποκτούν ένα σπίτι στην περιοχή. Το γεγονός αυτό έδωσε νέα οικοδομική και οικονομική ώθηση. Από το 1982 λειτουργεί το τοπικό μουσείο των Μηλεών που κρατάει ζωντανή την παράδοση τόσο μέσα από τα ιστορικά και λαογραφικά εκθέματά του όσο και από εκθέσεις και εκδηλώσεις που οργανώνει.