Το κτίριο βρίσκεται στο νότια τμήμα του οικισμού. Σύμφωνα με τοπικές πληροφορίες, κατασκευάστηκε περί τον 19ο αιώνα. Αποτελείται από δύο επίπεδα, έχει συνολικό ύψος 5m και καλύπτεται από δίρριχτη στέγη ύψους 1,10m με ξύλινο σκελετό. Το χαμηλότερο επίπεδο είναι ισόγειο το οποίο έχει τετράπλευρο σχήμα με επιφάνεια 33,40m2 , ελεύθερο ύψος 2,11m . Το ισόγειο χωρίζεται σε δύο χώρους, ο βόρειος χώρος λειτουργούσε ως στάβλος ζώων ενώ ο νότιος χώρος είχε οικιστική χρήση. Οι δύο χώροι δεν επικοινωνούσαν μεταξύ τους καθώς αποτελούσαν ανεξάρτητους χώρους με διαφορετική προσβασιμότητα. Ο πρώτος όροφος διατηρεί το τετράπλευρο σχήμα του ισογείου με τις ίδιες διαστάσεις σε ύψος 2,46m από το έδαφος και χωρίζεται εξίσου στα δύο τμήματα. Τα δύο τμήματα χρησιμοποιήθηκαν ως κατοικίες και έχουν ελεύθερο ύψος 3,30m. Αξιοσημείωτο αποτελεί ότι οι τέσσερις χώροι δεν επικοινωνούν μεταξύ τους καθώς ο καθένας έχει δική του είσοδο σε διαφορετικό επίπεδο.
Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου αποτελείται από τους τέσσερις λίθινους περιμετρικούς τοίχους και τον διαχωριστικό εσωτερικό τοίχο με πάχος 60cm. Η δίρριχτη στέγη από σχιστόπλακες (προέρχονται από πέτρες της περιοχής), στηρίζεται από μια ξύλινη δοκό με διατομή 30cm που εδράζεται στον βόρειο και νότιο τοίχο. Κάθετα στη μεγάλη δοκό στηρίζονται δοκάρια της τάξεως διατομής των 15cm που ενσωματώνονται στους εξωτερικούς πλάγιους τοίχους του κτιρίου. Πάνω από τα δοκάρια χρησιμοποιήθηκαν καλάμια για την τοποθέτηση των σχιστόπλακων.
Τα κουφώματα (θύρες και παράθυρα) του κτιρίου, είναι ξύλινα όπως και τα πατώματα που στηρίζονται σε ξύλινες δοκούς. Οι λίθινοι τοίχοι δεν φέρουν επίχρισμα ενώ δεν υπάρχει χρωματισμός στο ξύλο των κουφωμάτων.
Το κτίριο δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση καθώς έχει υποστεί φθορές από την πολυετή χρήση του και την πλήρη εγκατάλειψη του εδώ και πολλά χρόνια. Οι φθορές εντοπίζονται στο μεσοπάτωμα, αφού μεγάλο τμήμα του έσπασε και μερικά από τα κουφώματα βρίσκονται σε κακή κατάσταση ενώ τα περισσότερα απουσιάζουν.