Η κατοικία βρίσκεται νότια της πλατείας, κεντρικά του χωριού. Η κατασκευή τοποθετείται το 1811 και πιθανώς επρόκειτο για ένα αρχικό κτίσμα και αργότερα προστέθηκαν οι υπόλοιποι όροφοι και σταδιακά πήρε την μορφή που έχει σήμερα. Οι τοίχοι είναι λιθόκτιστοι και στο ισόγειο έχουν ποικίλο πάχος που ξεπερνά σε σημεία το ένα μέτρο. Εσωτερικά είναι καλυμμένοι με επίχρισμα που έχει υποστεί φθορές ενώ σημειακά φαίνονται οι λαξευμένες πέτρες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο ανώτερος όροφος ο οποίος έχει μια χαρακτηριστικοί, για το κτίσμα, κατασκευή που προβάλλει της κάτοψης. Το "σαχνισί", όπως είναι γνωστή η κατασκευή αυτή, έχει οθωμανική προέλευση και προβάλλει την ανάγκη επέκτασης του εσωτερικού χώρου. Η κατασκευή στη βορειοανατολική πλευρά που φέρει το σαχνισί είναι εξ'ολοκλήρου ξύλινη, μπαγδατόπηχτη, με αντίστοιχα ξύλινα κουφώματα σε όλο το μήκος της, ενώ η πολύεδρη προεξοχή, συγκεκριμένα, έχει πέντε ανοίγματα, ένα σε κάθε πλευρά της. Ο τοίχος αυτός, τέλος, καλύπτεται από επίχρισμα στο ανώτερο σημείο τμήμα του.
Μπροστά από την είσοδο του κτίσματος υπάρχει ο χώρος της πλακόστρωτης αυλής που οριοθετείται από ψηλό μαντρότοιχο, στην οποία εντάσσονται, πλέον, και εξωτερικοί βοηθητικοί χώροι, απλής πέτρινης κατασκευής. Η ζαγορίσια αυλόθυρα, σε αυτή την κατοικία, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω του πέτρινου αετώματος της κατασκευής του. Πάνω στο αέτωμα υπάρχει ανακουφιστικό πλακίδιο που φέρει επιγραφή με την ημερομηνία ανέγερσης του κτίσματος. Στην κατασκευή της αυλόθυρας υπάρχει και ένας πολύ μικρός χώρος που πιθανόν λειτουργούσε παλαιότερα ως τουαλέτα.
Η διακόσμηση του ανώτερου ορόφου έχει οθωμανικές επιδράσεις. Γύψινες καμάρες με καμπύλα σχέδια ενώνουν τα ξύλινα υποστυλώματα τα οποία με τη σειρά τους είναι βαμμένα και φέρουν σχέδια στο ανώτερο κομμάτι τους. Τα ξύλινα ταβάνια και ιδιαίτερα πάνω από την προβολή της προεξοχής έχουν επίσης έντονο διακοσμητικό χαρακτήρα. Η κατάσταση αυτή σχετίζεται άμεσα με την αισθητική του ιδιοκτήτη και αναδεικνύει την οικονομική του κατάσταση. Όσον αφορά την διαμόρφωση των χώρων στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο η κάτοψη αποτελείται από ένα χώρο υποδοχής και τρεις πιο ευρείς χώρους που πιθανώς ήταν υπνοδωμάτια και χειμερινοί χώροι διημέρευσης. Χαρακτηριστικό είναι το χαμηλό ύψος των δυο αυτών ορόφων που δεν ξεπερνά τα 2,5 μέτρα. Στον πρώτο και χαμηλότερο σε ύψος όροφο υπάρχει περίπτωση να υπήρχε στο ΒΔ δωμάτιο ο χώρος της κουζίνας, κάτι το οποίο συμπεραίνουμε παρατηρώντας παλαιότερες αποτυπώσεις του κτηρίου αλλά δεν είχαμε την δυνατότητα να το διαπιστώσουμε οι ίδιοι. Ο δεύτερος όροφος αποτελεί έναν θερινό χώρο διημέρευσης (όντας) που ανοίγεται προς το σαχνισί ενώ στη νοτιοδυτική πλευρά υπάρχουν δύο ευρύχωρα δωμάτια, ένα εκ των οποίων χωρίζεται μέσω ενός μπαδατότοιχου. H σύνδεση των ορόφων γίνεται με σκάλα η οποία είναι μέχρι τον πρώτο όροφο λίθινη και συνεχίζει ξύλινη στον δεύτερο. Σήμερα, η οικία βρίσκεται σε δυσμενή κατάσταση και έχει υποστεί φθορές κυρίως στον δεύτερο όροφο. Η πρόσβασή στο τελευταίο επίπεδο είναι δύσκολη καθώς η σκάλα μόλις που στέκεται, ενώ τα ταβάνια είναι δυστυχώς ετοιμόρροπα. Πρόκειται για πολυδάπανες φθορές ως προς την κάλυψη τους, χωρίς όμως να επηρεάζουν σημαντικά τον φέροντα οργανισμό του ισογείου και του πρώτου ορόφου αλλά αποκλείοντας τον ανώτερο όροφο.