Τσεπέλοβο

Ιστορικά και πληθυσμιακά στοιχεία και σύνδεση με τους κοντινούς οικισμούς

Ιστορία του Ζαγορίου

Το Ζαγόρι είναι περιοχή στην οροσειρά της Πίνδου, στην Ηπειρο, στη βορειοδυτική Ελλάδα. Στην περιοχή υπάρχουν 46 οικισμοί τα αποκαλούμενα Ζαγοροχώρια, τα οποία είναι διάσπαρτα στους πρόποδες της Πίνδου.

 

Το έδαφος της περιοχής είναι απόλυτα ορεινό και εξαιρετικά δύσβατο, με τις απότομες χαράδρες, τα πυκνά δάση και τα ατελείωτα βουνά, κάτι που αποτέλεσε αποτρεπτικό παράγοντα για πολλούς λαούς, φυλές και αυτοκρατορίες στο πέρασμα των αιώνων να εισέλθουν και να εγκατασταθούν στην περιοχή. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε μάλλον πλεονέκτημα γιατί, χαρι σε αυτό, η ιστορία του Ζαγορίου γενικά δεν περιλαμβάνει λεηλασίες, κατακτήσεις, πολεμικές συρράξεις, εκτοπίσεις πληθυσμού. Ως αποτέλεσμα αυτού πιστεύεται πως μεγάλο τμήμα του πληθυσμού διατήρησε πανάρχαια έθιμα και παραδόσεις. Πιστεύεται πως οι Σαρακατσάνοι, πολλοί από του οποίους κατοικούν στην περιοχή και χρησιμοποιούν αρκετές Ελληνικές λέξεις μιας Βορειοελληνικής διαλέκτου που δεν συναντάται οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα, είναι απόγονοι των αρχαίων κατοίκων του Ζαγορίου.

 

Αρχαία ιστορία

Η πρώτη μαρτυρία ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή χρονολογείται πριν 17.000 ως 10.000 χρόνια. Σημαντικά επιπαλαιολιθικά τεχνουργήματα έχουν ανασκαφεί από το Σπήλαιο Κλειδί στις όχθες του Βοϊδομάτη. Στην αρχαιότητα η περιοχή του Ζαγορίου κατοικείτο από τους Τυμφαίους και αποτέλεσε τμήμα του αρχαίου ελληνικού βασιλείου των Μολοσσών, που στην ύστερη κλασική εποχή επικράτησε σε όλη την Ήπειρο. Φημίζονταν για την εκτροφή πολεμικών σκύλων, που χρησιμοποιούσαν στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο Μολοσσός, ο επώνυμος γενάρχης τους, λεγόταν ότι είχε γεννηθεί από την ένωση του Νεοπτόλεμου (γιού του Αχιλλέα) και της Ανδρομάχης (γυναίκας του Έκτορα της Τροίας). Ο Νεοπτόλεμος, ονομαζόμενος επίσης Πύρρος απο τα ξανθά μαλλιά του, ήταν ο πρώτος μιας σειράς Ηπειρωτών βασιλιάδων που κατέληξε στον Πύρρο των Ελληνιστικών χρόνων, που επιχείρησε αρκετές εκστρατείες κατά των Ρωμαίων στην Ιταλία. Η Ολυμπιάδα, η μητέρα του Μέγα Αλέξανδρου, καταγόταν από την πόλη «Μολοσσίδα», στην συμβολή των ποταμών Βοϊδομάτη, Αώου και Σαραντάπορου, στο βόρειο οριο του Ζαγορίου. Υπολείμματα κυκλώπειων τειχών στο Σκαμνέλι βεβαιώνουν ανθρώπινη κατοίκηση προ χιλιάδων ετών. Από τον 9ο ως τον 4ο αιώνα π.Χ. υπήρχε ένας μικρός οικισμός Μολοσσών μεταξύ Μονοδενδρίου και Βίτσας, με πέτρινα σπίτια και δύο νεκροταφεία, που έχουν αποφέρει σημαντικά ευρήματα. Πάντως, σχεδόν καθ’ ολους τους ιστορικούς χρόνους ο πληθυσμός ήταν αραιός, ενώ η γη ήταν κατάλληλη κυρίως για κτηνοτροφία και καυσόξυλα για τις τοπικές ανάγκες.

 

Βυζαντινή περίοδος

Το πέρασμα των Σλάβων κατά την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο πιστοποιείται από πολλά τοπωνύμια και την ίδια άλλωστε την ονομασία της περιοχής. Υπό τη Βυζαντινή αυτοκρατορία το Ζαγόρι προσείλκυε κατά καιρούς ομάδες στρατιωτών, που έχτιζαν χωριά και εγκαθίσταντο εκεί. Χρηματοδοτήθηκε η ίδρυση πολλών μοναστηριών, όπως η Μονή Βουτσάς κοντά στο χωριό Γρεβενίτι και η Μονή της Μεταμόρφωσης Κλειδωνιά, που ιδρύθηκαν τον 7ο αιώνα από το Βυζαντινό Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Δ΄ τον Πωγωνάτο, και η Μονή Αγίου Ιωάννη Ρογκοβού, κοντά στο χωριό Τσεπέλοβο, που ιδρύθηκε το 1208 από την αδελφή του Αυτοκράτορα Ρωμανού Γ΄ Αργυρού.

Aπό το 1204 ως το 1337 η περιοχή αποτέλεσε τμήμα του τοπικού Δεσποτάτου της Ηπείρου. Το 14ο αιώνα, όταν διάφορες Αλβανικές φυλές έκαναν επιδρομές στην Ηπειρο, το Ζαγόρι αποτέλεσε προμαχώνα του Ελληνισμού και ήταν πηγή στρατιωτών που υπηρετούσαν στη φρουρά των Ιωαννίνων. Ως αποτέλεσμα των εκστρατειών του Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου το 1337 το Δεσποτάτο της Ηπείρου, και επομένως το Ζαγόρι μαζί με τα Ιωάννινα και τη γύρω περιοχή, πέρασε πάλι για λίγο στον έλεγχο του Βυζαντίου.

Η περιοχή περιήλθε στην εξουσία των Σέρβων το 1348 και το Δεσποτάτο της Ηπείρου ανασυγκροτήθηκε και ήταν υπό τη Λατινική κυριαρχία υπό τον Κάρολο Β΄ Τόκκο, όταν τα Ιωάννινα και το Ζαγόρι υποτάχθηκαν στους Τούρκους το 1430, την εποχή του Σουλτάνου Μουράτ Β΄.

 

Οθωμανική περίοδος

Το 1431, μετά τη συνθήκη με το Σινάν Πασά, δημιουργήθηκε το Κοινόν των Ζαγορισίων . Στην πραγματικότητα, από το 1430 που οι Τούρκοι κατέκτησαν την Ήπειρο, με την συνθήκη του Βοϊνίκου, εγκαθιδρύθηκε ένα ειδικό καθεστώς μεταξύ του «Κοινού του Ζαγορίου» και των Οθωμανικών αρχών, και αποδίδονταν κάποιος φόρος ως αντάλλαγμα για την μερική αυτονομία της περιοχής. Η είσοδος τουρκικών στρατευμάτων γίνονταν μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Τα 14 χωριά του Ζαγορίου η ύπαρξη των οποίων χρονολογούνται από το 912 μ.Χ., (τα υπόλοιπα ιδρύθηκαν αργότερα), από τον 16ο αιώνα γνώρισαν σταδιακά εμπορική και οικονομική άνθιση, καθώς η γη και τα περιουσιακά τους στοιχεία δεν κατασχέθηκαν ποτέ από τις τουρκικές αρχές. Αυτή η κατάσταση ευνοούσε και τους Τούρκους, εφόσον το Ζαγόρι δεν ήταν εστία επαναστάσεων και αναταραχών. Οι Ζαγορίσιοι είχαν αναθέσει τις υποθέσεις τους σε ένα Συμβούλιο Γερόντων (Δημογεροντία), με επικεφαλής ένα πρόεδρο ή κυβερνήτη (Βεκύλης). Είχαν το δικαίωμα να διατηρούν μια ένοπλη δύναμη ασφαλείας (σπαχήδες). Τα χωριά του Ανατολικού Ζαγορίου, κατοικούμενα από Αρμάνους Βλάχους προσχώρησαν στη Συνθήκη το 1480. Κατά συνέπεια πολλά τοπωνύμια στο βόρειο και ανατολικό Ζαγόρι έχουν Βλάχικη ετυμολογία, ενώ μερικά τοπωνύμια με Σλαβική ετυμολογία απαντώνται στο δυτικό και νότιο Ζαγόρι. Παρόλαυτα το Ζαγόρι διατήρησε σε μεγάλο βαθμό τον Ελληνικό χαρακτήρα του μέσω του συστήματος αυτοδιοίκησης και των δωρεών των εκπατρισμένων, που ευνοούσαν την Ελληνική εκπαίδευση. Το Κοινόν των Ζαγορισίων αναδιοργανώθηκε με συνθήκη του 1670, σύμφωνα με την οποία το Ζαγόρι απολάμβανε σημαντικά προνόμια, ονομαζόμενα Σουρούτια, που καταργήθηκαν πλήρως από το Σουλτάνο μόνο το 1868.

Η λύση αυτή εξυπηρετούσε τους κατακτητές και ήταν επίσης σωτήρια για το Ζαγόρι, καθώς πρόσθετε θεσμικούς κανόνες στους γεωγραφικούς παράγοντες, που το καθιστούσαν φυσικό καταφύγιο. Το Ζαγόρι ποτέ δεν διαμελίστηκε για να μοιρασθεί σε Τούρκους γαιοκτήμονες. Απέκτησε μεγάλο πληθυσμό εμπόρων με δεσμούς με τη Ρουμανία, τη Ρωσία και την Κωνσταντινούπολη, που κατέληξε να γίνει η κυρίαρχη τάξη στην περιοχή και συνέβαλε στη σχετική ευημερία που απολάμβανε το Ζαγόρι στην περίοδο της Τουρκοκρατίας.

To 17o αιώνα συμπεριελήφθησαν στο Κοινόν των Ζαγορισίων και τα χωριά του Δυτικού Ζαγορίου, έτσι ώστε από το 1678 ο συνολικός αριθμός χωριών στο Ζαγόρι είχε αυξηθεί σε 60. Κατά το 18ο αιώνα το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού ανέβηκε κατακόρυφα, με την ίδρυση σχολείων και βιβλιοθηκών σε κάθε χωριό. Η ευημερία της περιοχής και η πνευματική άνθηση του τόπου συνεχίστηκε με την ίδρυση σχολείων τόσο αρρένων όσο και θηλέων, κατασκευάστηκαν μύλοι για να αλέθουν καλαμπόκι, περίτεχνα κατασκευασμένες βρύσες (κρήνες) και πετρόχτηστα γιοφύρια που είναι διάσπαρτα στην περιοχή. Η παραδοσιακή ιατρική άνθησε με τη μορφή των ” γιατρών το Βίκου”, που συγκέντρωναν βότανα για τα σκευάσματά τους από το Φαράγγι του Βίκου. Η αυξανόμενη ευημερία βοηθούμενη από προνόμια, που είχαν αποκτήσει Φαναριώτες καταγόμενοι από το Ζαγόρι, και δωρεές από ομογενείς, επέτρεψαν την ανέγερση αρκετών σχολείων, που μερικά επιβιώνουν ακόμη, όπως η Κοινή Σχολή Ελληνικών Μαθημάτων στο Μονοδένδρι από τους αδελφούς Μάνθο και Γεώργιο Ριζάρη (1835). Οι αδελφοί ίδρυσαν επίσης τη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή στην Αθήνα (1844), ενόσω το ίδιο το ζαγόρι ήταν ακόμη υπό Οθωμανική κυριαρχία. Οι αδελφοί Ιωάννης και Δημήτριος Αναγνωστόπουλος από το Δίλοφο ίδρυσαν την Αναγνωστοπούλειο στη γενέτειρά τους και συνέβαλαν στις δαπάνες για τη Ζωσιμαία Σχολή στα Ιωάννινα. Ο Μιχαήλ Αναγνωστόπουλος από το Πάπιγκο έχτισε εκεί την Καλλίνειο Σχολή και στην Κόνιτσα την Αναγνωστοπούλειο Σχολή. Ως συνέπεια των πολλών αυτών σχολείων η Ελληνική γλώσσα διατηρήθηκε στην περιοχή.

Καθώς τα βουνά ήταν εκτός του άμεσου ελέγχου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσέφεραν καταφύγιο στους Έλληνες που διώκονταν από τις οθωμανικές αρχές. Αρκετοί εξέχοντες λόγιοι του Ελληνικού Διαφωτισμού, όπως ο Νεόφυτος Δούκας και ο Αθανάσιος Ψαλίδας βρήκαν εδώ καταφύγιο, όταν ο στρατός του Σουλτάνου κατέστρεψε τα Ιωάννινα το 1820. Μερικοί από αυτούς έκαναν ακόμη και σχέδια ίδρυσης πανεπιστημίου στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Ρογκοβού, κοντά στο Τσεπέλοβο. Το 1820, μετά την εξέγερση του Αλή Πασά, μια Τουρκική δύναμη 1500 ανδρών υπό τον Ισμαηλ Πασά έφτασε στο Ζαγόρι, τμήμα του συνολικού στρατού 20.000, που είχε σταλεί κατά του Αλή Πασά. Ο Αλέξης Νούτσος από το Καπέσοβο, μέλος της Φιλικής Εταιρείας ήταν επικεφαλής της δύναμης που αντιστάθηκε στον Αλή Πασά, αλλά οι δυνάμεις του Σουλτάνου επικράτησαν. Ο Ισμαηλ Πασάς αφαίρεσε όλα σχεδόν τα προνόμια εκτός από το δικαίωμα να διορίζουν τοπικό διοικητή, του οποίου όμως οι εξουσίες ήταν μόνο κατ’ όνομα. Ο Ισμαηλ Πασάς επέβαλε πολύ βαρειά φορολογία, ανερχόμενη σε 250 ασημένια νομίσματα κατά κεφαλή και πρόσθετη φορολογία σε είδος. Αλβανοί και ντόπιοι ληστές άρχισαν πάλι ληστρικές επιδρομές. Το Ζαγόρι απελευθερώθηκε το 1913 κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων.

 

Νεότερη περίοδος

Μετά την ένωση με την Ελλάδα, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, η μετανάστευση προς τα Ελληνικά αστικά κέντρα αποψίλωσε το Ζαγόρι. Το Ζαγόρι έφερε το κύριο βάρος της Ιταλικής επίθεσης στην Ελλάδα το 1940. Η περιοχή επηρεάσθηκε επίσης από τις συγκρούσεις μεταξύ των Γερμανών και των ανταρτών του Ναπολέοντα Ζέρβα κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την περίοδο εκείνη αρκετά χωριά του Ζαγορίου και η μονή Βουτσά, κάηκαν ως Γερμανικά αντίποινα. H περιοχή σχεδόν ερημώθηκε κατά τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο 1946-1949. Από τη δεκαετία του 1980 κρατικές πρωτοβουλίες αποσκοπούσαν να διατηρήσουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα των χωριών και το φυσικό τοπίο.

 

Το Τσεπέλοβο

Το Τσεπέλοβο είναι ένα αρχοντικό κεφαλοχώρι, το μεγαλύτερο και πολυπληθέστερο χωριό του Ζαγορίου και στο παρελθόν υπήρξε έδρα του Δήμου Τύμφης. Είναι ένα από τα 46 Ζαγοροχώρια, βρίσκεται στο κεντρικό Ζαγόρι, απέχει 49 χλμ. από τα Γιάννενα και είναι χτισμένο στα 1.080 μ. υψόμετρο στις νότιες πλαγιές του όρους Τύμφη ή Γκαμήλα (2.497 μ.). Η παραδοσιακή του λίθινη αρχιτεκτονική σε συνδυασμό με την άγρια φύση προσφέρουν στιγμές απείρου κάλλους στους επισκέπτες που το προτιμούν καθ' όλη τη διάρκεια του έτους. Αξίζει να σημειωθεί πως φημίζεται για τη φιλοξενία, την πληθώρα επιλογών διαμονής, το καλό φαγητό και ποτό και την χαλάρωση σε ένα ειδυλλιακό φυσικό τοπίο.

 

 Ιστορία Τσεπέλοβου

Το Τσεπέλοβο βρίσκεται στην καρδιά του Κεντρικού Ζαγορίου

Δημιουργήθηκε στο σημερινό χώρο τον 14ο αιώνα όταν συμπτήχθηκαν ο παλαιός οικισμός του Τσεπελόβου και οι υπάρχοντες μικροί συνοικισμοί που βρισκόταν στον ίδιο χώρο. Υποστηρίζεται από ιστορικούς ότι ήρθαν στο Τσεπέλοβο πολύ παλιά οικογένειες από το αρχαίο Τσεπέλοβο (απέναντι από την Τζοντίλα), από το διαλυθέν στον Κοζιακό Παλιοχώρι και από τις Σουρμπάνες, δυτικά του Τσεπελόβου. Λέγεται ακόμη ότι ήρθαν και οικογένειες από τη Μοσχόπολη, όταν αυτή καταστράφηκε το 1732, καθώς και από τη Φούρκα.. Υπήρξε το διοικητικό κέντρο του Ζαγορίου από τον 18ο αιώνα και άνθησε πολιτισμικά και οικονομικά τον 18ο και 19ο αιώνα όταν τα ιδιαίτερα προνόμια που κατάφερε να έχει η περιοχή του Ζαγορίου σε συνδυασμό με την μετανάστευση πολλών από τους κατοίκους του σε χώρες όπου ασχολήθηκαν πετυχημένα με το εμπόριο, ανέβασε την οικονομία του χωριού. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την λειτουργία αρκετών σχολείων με αποτέλεσμα την αναβάθμιση της παιδείας, καθώς και το κτίσιμο πολλών αρχοντικών σπιτιών, εκκλησιών, γεφυριών κ.α. Σημαντικός παράγοντας που οδήγησε στην διατήρηση όλων αυτών των κτισμάτων είναι το γεγονός ότι ο οικισμός δεν βομβαρδίστηκε ποτέ κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, όπως συνέβη με άλλα γειτονικά χωριά, όπως το Σκαμνέλι. 

Το 1700 λειτούργησε το πρώτο σχολείο του χωριού.

Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των Τσεπελοβιτών για τα γράμματα φαίνεται απ΄το ότι εδώ βρήκαν καταφύγιο όταν κυνηγήθηκαν απ΄τον Αλή Πασά ο ποιητής Ιωάννης Βηλαράς (ο τάφος του βρίσκεται στον προαύλιο χώρο του Τσούφλειου Φαρμακείου) καθώς και ο μεγάλος διαφωτιστής Αθανάσιος Ψαλλίδας ο οποίος δίδασκε για δύο χρόνια και στο σχολείο του χωριού. Επίσης δεν είναι τυχαία και η επιλογή ίδρυσης Πανεπιστημίου λίγο πριν ξεσπάσει η επανάσταση του 1821, στο Μοναστήρι του “Αι Γιάννη Ρογκοβού”. Το Τσεπέλοβο αποτελεί γενέτειρα του Κωνσταντίνου Ράδου, του εμπνευστή της ιδέας ίδρυσης της Φιλικής Εταιρείας.

Ένα από τα πολλά δείγματα της μεγάλης πολιτιστικής ακμής του Τσεπελόβου, είναι η κεντρική εκκλησία του χωριού, Άγιος Νικόλαος που αποτελεί ένα “Ζωντανό Μουσείο” αγιογραφίας με πλήρη αγιογράφηση όλων των επιφανειών του ναού από Ζαγορίσιους Αγιογράφιους. Η συντήρηση των αγιογραφιών κατέστησε την παραπάνω εκκλησία μνημείο τέχνης.

Τα πολλά αρχοντικά που σώζονται μέχρι σήμερα αναδεικνύουν την μοναδική παραδοσιακή αρχιτεκτονική που κυριαρχεί εδώ και πολλά χρόνια στο Ζαγόρι. Τα πολλά πέτρινα γεφύρια που βρίσκονται γύρω από το χωριό κατασκευασμένα κατά κανόνα από ευεργεσίες δείχνουν την μεγάλη αγάπη των Τσεπελεβιτών για τον τόπο τους. Ο δε τρόπος κατασκευής τους μπορεί να καταδείξει, πως παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον, μπορούν να το αναδείξουν και όχι να το καταστρέψουν.

 

 

Kοντινοί οικισμοί

Μέσω κύριας οδικής αρτηρίας, Το Τσεπέλοβο συνδέεται άμεσα με τους κοντινότερούς του οικισμούς του Ζαγορίου. Ο κοντινότερος, βορειοανατολικά αυτού, είναι το Σκαμνέλι σε μία απόσταση ακτίνας περίπου τριών χιλιομέτρων, συνεπώς υφίσταται άμεση πρόσβαση από το ένα χωριό στο άλλο δίχως την ύπαρξη μεταφορικού οχήματος. Βορειότερα, αλλά και σε μεγαλύτερη απόσταση συναντά κανείς τους οικισμόυς Λαΐστα (σε διακλάδωση της κύριας οδού) και Δίστρατο. Ακολουθώντας την οδική αρτηρία από την αντίστροφη πορεία, προ του Τσεπέλοβου, νοτιοδυτικά αυτού και σε απόσταση περίπου 6 χιλιομέτρων συναντάται το Καπέσοβο, ενώ νοτιότερα ακολουθούν το Κουκούλι και οι Κήποι.

 

Αξιομνημόνευτοι Τσεπελοβίτες

  •  Αλέξιος Νούτσος, Έλληνας σύμβουλος του Αλή Πασά και Φιλικός που έλαβε μέρος στην Ελληνική Επανάσταση.
  • Κωνσταντίνος Ράδος, έμπορος και μέλος της Φιλικής Εταιρείας (19ος αιώνας).
  • Γεώργιος Βίκας, έμπορος στην Οδησσό και τοπικός ευεργέτης.
  • Αρίστιππος Κουσίδης (1868 - 1937), πανεπιστημιακός και τοπικός ευεργέτης.
  • Δημήτριος Κοτοπούλης, ηθοποιός.
  • Μαρίκα Κοτοπούλη, ηθοποιός.
  • Αναστάσιος Τσούφλης, ευεργέτης.

 

ΠΗΓΕΣ