Σε σύγκριση με άλλες περιοχές της Ελλάδας και ίσως και της ίδιας της Άνδρου θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι Στραπουργιές δεν έχουν δεχτεί εκτεταμένη και μεγάλου βαθμού αλλοίωση. Η θέση τους σε ορεινή περιοχή της Άνδρου και πιθανών το ψυχρό τους κλίμα δεν ευνόησαν την ανάπτυξη μαζικού τουρισμού και έτσι περιόρισαν την ανέγερση πολλών νέων κτισμάτων σε σχέση με άλλα μέρη. Οι μόνιμοι κάτοικοι άλλωστε στις Στραπουργιές είναι λίγοι, ενώ αυτοί που κατάγονται από τον οικισμό διατηρούν παραθεριστική κατοικία στην πλειονότητα τους έχοντας επιλέξει να ανακαινίσουν τα ήδη υπάρχοντα οικήματα τους.
Από την άποψη της νέας κατασκευής στον οικισμό υπάρχουν λίγες κατοικίες προσωπικής χρήσης των ιδιοκτητών τους. Βέβαια σε αυτές τις περιπτώσεις όπως συνηθίζεται τα σύγχρονα οικοδομήματα έρχονται να αναιρέσουν την παραδοσιακή υλική προσέγγιση αντικαθιστώντας τις λιθόχτιστες κατασκευές με κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα. Η εξέλιξη αυτή και ο παραλληλισμός των κατασκευών με τις σύγχρονες συμβατές κατασκευαστικές μεθόδους δημιουργεί μία νέα απόχρωση στον οικισμό και ένα αίσθημα επιφανειακής απομίμησης της παραδοσιακής μορφολογίας του. Τα νέα κτήρια προσπαθούν απλώς να μιμηθούν τα παλαιότερα παραδοσιακά οικήματα, με τις εξαιρέσεις να είναι λιγοστές (αν και πρέπει να τονίσουμε ότι υπάρχουν).
Αντίστοιχη αντιμετώπιση όμως έχουν και οι προσθήκες στα ήδη υπάρχοντα κτήρια που συνήθως αφορούν προσθήκη δωματίων, μετατροπή δώματος σε στέγη, σκίαστρα, εμφανή συστήματα κλιματισμού, δημιουργία μικρών εξωστών, αντικατάσταση παραδοσιακών κουφωμάτων με σύγχρονα και προσθήκη κιγκλιδωμάτων. Η εφαρμογή της προσθήκης δωματίων είναι πιο συχνή, καθώς οι παλιές τυπολογίες συχνά δεν εξυπηρετούν τον σύγχρονο τρόπο ζωής.
Δυστυχώς η άγνοια, η έλλειψη των απαιτούμενων χρημάτων και η απουσία του κατάλληλου επιστημονικού δυναμικού οδηγούν συχνά σε ερείπωση ή σε αλλοίωση τελικά του οικισμού. Παράγοντες που στο μέλλον μπορούν και πρέπει να λυθούν με την καλύτερη μελέτη και μέριμνα για κάθε οικισμό.