Οι Στραπουργίες αποτελούν έναν οικισμό της Άνδρου που αναπτύχθηκε αμφιθεατρικά περίπου στο κέντρο της συνολικής της έκτασης πάνω στο υψηλότερο βουνό του νησιού ,το βουνό Πέταλο. Το ευρύτερο κλίμα της Άνδρου που εντάσσεται στην μεσογειακή κλιματική ζώνη χαρακτηρίζεται από ήπιους χειμώνες και σχετικά θερμό καλοκαίρι, με την μέση θερμοκρασία τους θερινούς μήνες να αγγίζει τους 30 βαθμούς Κελσίου. Ωστόσο το μικρόκλιμα των Στραπουργιών παραμένει πιο δροσερό λόγω του υψομέτρου που αγγίζει τα 350 μ. και της πυκνής βλάστησης που περικλείει όλο τον οικισμό.
Άρρηκτη είναι η σχέση του οικισμού με το φυσικό περιβάλλον, το οποίο κάνει αισθητή την παρουσία του τόσο στο καταπράσινο τοπίο όσο και στις ανθρωπογενείς επεμβάσεις . Ειδικότερα τις παλαιότερες εποχές αυτό ήταν που αποτελούσε τον δομικό εξοπλισμό του οικισμού , προμηθεύοντας τους κάτοικους του με τα απαραίτητα για την κατασκευή υλικά (σχιστόλιθος, κυπαρίσσι, λάσπη ).Ο οικισμός διατρέχεται επίσης από δαιδαλώδες και πλούσιο δίκτυο υδάτων, γεγονός που δικαιολογεί την πυκνότητα και τη ζωντάνια του φυτικού του κόσμου. Το νερό κυλάει εμφανώς στις αυλακώσεις των μονοπατιών αλλά και υπόγεια σε σωλήνες ή ελεύθερο, βρίσκοντας κάποτε εκτόνωση στις κρήνες και τις χαβούζες. Αξίζει να σημειωθεί πως το δίκτυο του νερού ξεκινάει από πήγες που βρίσκονται ψηλά στο βουνό και μοιράζεται στον οικισμό των Στραπουργιών, των Λαμύρων, του Υψηλού και του Μεσαθουριού αποτελώντας τον συνδετικό τους κρίκο.
ΟΙ Στραπουργίες σχηματιστήκαν πιθανότατα κατά τη λατινοκρατία και λειτουργούσαν με το σύστημα της φεουδαρχίας για αρκετά χρόνια, γεγονός που έχει αφήσει το στίγμα του στη μορφή του οικισμού, ο οποίος μέχρι και σήμερα κατέχει μια σποραδική κατανομή των κτηρίων σε όλη την έκταση του. Η ανέγερση εκκλησιών στη συνέχεια της ιστορίας του οικισμού δημιούργησε κάποιες κεντρικότητες, όπως ο χώρος γύρω από τον Άγιο Παντελεήμονα, οι οποίες όμως δεν αναπτύχθηκαν σε ισχυρούς πυρήνες. Κύριες ασχολίες των κατοίκων τα παλαιότερα χρονιά ήταν η κτηνοτροφία, η γεωργία και η σηροτροφία αλλά σταδιακά εγκαταλείφθηκαν λόγω της αστυφιλίας και της ενασχόλησης κάποιων με την ναυτιλία.
Η στροφή των κατοίκων προς αλλά επαγγέλματα πέρα των παραδοσιακών οδήγησε στην απώλεια σημαντικού ανθρώπινου δυναμικού από τον οικισμό. Οι μόνιμοι κάτοικοι που συναντάει κανείς σήμερα στις Στραπουργίες υπολογίζονται γύρω στους 30 και οι περισσότεροι είναι μεγάλης ηλικίας. Υπάρχουν βεβαία και περιπτώσεις παραθεριστων οι οποίοι χρησιμοποιούν τις κατοικίες τους ως εξοχικές και έρχονται στο χωριό κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες.
Τα κτήρια που συναντήσαμε στον οικισμό είναι κατά κύριο λόγο παλαιά, χτισμένα με σχιστόλιθο. Τα παλαιά κτήρια που κατοικούνται φέρουν συνήθως ορισμένες επεμβάσεις ώστε να μπορέσουν να γίνουν βιώσιμα, όπως είναι η αντικατάσταση κουφωμάτων, η μόνωση των δωμάτων, η προσθήκη επιχρίσματος στη λίθινη τοιχοποιία και η χρήση οπλισμένου σκυροδέματος για την επικάλυψη εξωτερικών επιφανειών ή δημιουργία κλιμάκων. Οι επεμβάσεις αυτές ωστόσο δεν επηρεάζουν τη μορφή του κτηρίου, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις έχει μείνει αναλλοίωτη. Μεγάλος είναι και ο αριθμός των ερειπωμένων κτηρίων που διάσπαρτα σκορπισμένα στον οικισμό είναι δείκτες της εγκατάλειψης του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Πύργος του Αθηναίου, ένα αρχιτεκτονικά εκπληκτικό κτήριο, το οποίο ρημάζει και καταρρέει. Το γεγονός της επιβίωσης του μέχρι σήμερα οφείλεται στην προσωπική προσπάθεια ορισμένων ανθρώπων που αναγνώρισαν την σημαντικότητά του.
Οι παραδοσιακές αρχιτεκτονικές τυπολογίες συναντώνται στα παλαιοτέρα κτήρια του οικισμού. Ο πιο διαδεδομένος τύπος κατοικίας που συναντάμε είναι αυτός της αγροτικής κατοικίας ο οποίος περιλαμβάνει κατοικίες με πολυκύτταρη μορφή, νερόμυλους, φούρνους, στάβλους δηλαδή κτίσματα τα οποία έχουν σχέση με την καλλιέργεια της γης και την εκτροφή ζωών. Από τους παλαιοτέρους τύπους, αν όχι ο πιο παλαιός, είναι οι πύργοι και τα πυργόσπιτα, αναμνήσεις της εποχής των Φράγκων. Ακόμη υπάρχουν αρχοντικά τα οποία έπονται χρονολογικά των πύργων και φανερώνουν την ύπαρξη εύπορων κατοίκων. Βασικό δομικό υλικό όλων αυτών των τύπων είναι ο σχιστόλιθος που απαντάται άφθονος στις Στραπουργίες καθώς και η ξυλεία από κυπαρίσσι που χρησίμευε στην δημιουργία οριζοντίων δοκών για τη στήριξη των δωμάτων. Συγκεκριμένα για τα δώματα χρησιμοποιούνταν εκφορικό σύστημα με σχιστόλιθους που κατέληγαν σε μεγάλες σχιστόπλακες η αλλιώς μπουντλούμια και ονομαζόταν γέρμα. Τέλος, στις Στραπουργίες υπάρχουν Νεοκλασικές κατοικίες η οποίες ανήκαν κυρίως σε ευκατάστατους κάτοικους , όπως ο Πύργος του Αθηναίου και το σπίτι του Αιγυπτίου.
Τα νεότερα ανεγερθέντα κτήρια είναι από οπλισμένο σκυρόδεμα και αναπτύσσονται περιμετρικά των ασφαλτοστρωμένων αρτηριών του χωριού, με κεντρική αυτή της επαρχιακής οδού Άνδρου - Κορθίου. Αυτά διέπονται από τις αρχές του μοντέρνου κρατώντας συνήθως κάποια νησιώτικα χαρακτηριστικά. Η αυξανόμενη ζήτηση για τις σύγχρονες μορφές κατοίκησης, αδιαφορώντας για την κατάληξη του ιστορικού τμήματος του χωριού, έχει ως επίπτωση την ερείπωση παλαιών κτισμάτων. Τα παραδοσιακά κτίρια έχει αποδειχθεί ότι με τις απαραίτητες επεμβάσεις μπορούν να προσφέρουν υψηλές ποιότητες κατοίκησης και αφού αποτελούν μεγάλο μέρος του δομημένου ιστού του οικισμού, ίσως να ήταν απαραίτητη η επιλογή τους από υποψήφιους αγοραστές εκπληρώνοντας μια υπόσχεση αναζωογόνησης της περιοχής.
Η εντύπωση που σου δημιουργεί το χωριό των Στραπουργιών δυστυχώς δεν μπορεί να αποτυπωθεί με κανένα διαθέσιμο μέσο και δεν έχει αντικειμενικό χαρακτήρα. Αποβάλλοντας την επιφανειακή πρώτη ματιά του οικισμού αντιληφθήκαμε ότι είχαμε να κάνουμε με έναν τόπο γεμάτο αντιθέσεις και αντιφάσεις .Την διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνει κατ’ αρχήν η γεωγραφική υπόσταση του χωρίου που ισορροπεί αναμεσά στο βουνό και τη θάλασσα . Υπήρξαν φορές που περπατώντας αναμεσά στα μονοπάτια αισθανθήκαμε περισσότερο ως περιπατητές σε ορεινό πάρα θαλάσσιο τόπο, η απάτη αυτή όμως λυόταν όταν το οπτικό μας πεδίο συναντούσε τη θάλασσα . Η καθημερινότητα στις Στραπουργίες αποτελεί ένα κολλάζ από σύγχρονες και παραδοσιακές εικόνες τόσο στο επίπεδο της μορφής του οικισμού, με την ύπαρξη νέων και παλιών κτηρίων, όσο και στο επίπεδο των ανθρώπινων ασχολιών και σχέσεων. Συναντήσαμε ανθρώπους εξοικειωμένους με την τεχνολογία να καλλιεργούν τα χωράφια τους και να εκτρέφουν τα ζώα τους όπως ακριβώς έκαναν οι γενιές πριν από αυτούς. Η έλλειψη της ανθρώπινης παρουσίας από τους δημόσιους χώρους δημιουργεί την αίσθηση της στασιμότητας, όταν όμως κανείς μια στιγμή ακούσει το νερό, τα δέντρα, τον άνεμο καταλαβαίνει πως τα πάντα ρέουν ζωντανά . Και είναι ακριβώς εκείνη η στιγμή που σε κάνει να συνειδητοποιείς ότι οι αντιθέσεις υπάρχουν για να ομορφαίνουν τον κόσμο.