Φοινικιά

Πληθυσμιακά Στοιχεία, Οικονομικές και Παραγωγικές Δραστηριότητες

Η Σαντορίνη παρήγαγε φημισμένα κρασιά και η εντατική καλλιέργεια του αμπελιού και του μπαμπακιού ώθησε τους ντόπιους εμπόρους στη δημιουργία ενός αξιόλογου στόλου για τη μεταφορά των προϊόντων του νησιού. Το 1852 η Σαντορίνη (με έκταση 76,2 χλμ² και πληθυσμό 7.222 κατοίκους) καταφέρνει να παρουσιάσει μια εμπορική κίνηση που υπερβαίνει κατά πολύ, σε όγκο, την αντίστοιχη των άλλων Κυκλάδων με εξαίρεση τη Σύρο. Η ναυτική περιφέρεια της Σαντορίνης περιλαμβάνει τα νησιά Αμοργός, Ίος, Ανάφη. Εμπορεύεται απ’ ευθείας με τη Ρωσία όπου διοχετεύεται το σύνολο του παραγόμενου κρασιού. Από εκεί τα μεγάλα σαντορινιά πλοία μεταφέρουν δημητριακά και αφού ξεφορτώσουν μέρος αυτών στο νησί, συνεχίζουν για τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αγγλία. Επίσης η Σαντορίνη εξάγει θηραϊκή γη (5%) στην Αυστρία και σε ελληνικά λιμάνια. Για τη διεξαγωγή εμπορίου με δικά τους καράβια, οι έμποροι και πλοιοκτήτες της Σαντορίνης διαθέτουν πλοία μεγάλης χωρητικότητας. Ο στόλος της ναυτικής αποτελείται από 200 πλοία συνολικής χωρητικότητας 14.755 τόνων, ενώ τα 31 υπερβαίνουν τους 200 τόνους.Στον τομέα της ναυτιλιακής και εμπορικής δραστηριότητας η Σαντορίνη διαθέτει το 40 % του συνολικού αριθμού των πλοίων των Κυκλάδων.

Η Μεσόγειος γενικότερα διέθετε μεγάλα ιστιοφόρα χωρητικότητας 600 έως 1.000 ακόμα και 1.300 τόνους ήδη πριν τον 16ο αιώνα. Από το 1870 όμως και εξής η επέκταση της χρήσης του ατμού, συνέπεια της ταχείας ευρωπαϊκής οικονομικής ανάπτυξης, επέφερε σημαντικές αλλαγές. Οι αλλαγές εντατικοποιούνται και σταδιακά θέτουν εκτός μάχης τα ελληνικά ιστιοφόρα.

Η οικονομική ζωή της Σαντορίνης πριν από το 1960, όταν άρχισε σταδιακά η κίνηση ξένων επισκεπτών στο νησί για τουριστικούς λόγους, βασιζόταν στις καλλιέργειες και στο εμπόριο. Η σπουδαιότητα του εμπορίου κάθε νησιού δεν είναι συνάρτηση του μεγέθους του αλλά των ιδιομορφιών της νησιωτικής οικονομίας και, ειδικότερα, της σημασίας που αποκτά στις εξωτερικές αγορές το κυριότερο εξαγωγικό του προϊόν, όπως εν προκειμένω στη Σαντορίνη συμβαίνει με το κρασί (85%). Οι μελέτες για την ελληνική ναυτιλία του 19ου αιώνα εστιάζουν περισσότερο στο ρόλο των ελληνικών πλοίων στην επανάσταση του 1821 και λιγότερο στις εμπορικές δραστηριότητες .

Ο οικονομικός μαρασμός του νησιού θα βρει το τραγικό του επιστέγασμα στους σεισμούς του 1956, όπου ολόκληρα τμήματα των οικισμών καταστράφηκαν.

 Τη δεκαετία του 1960 άρχισε να αναπτύσσεται ο τουρισμός στην Σαντορίνη, φτάνοντας στο αποκορύφωμα του στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Από τότε ο τουρισμός στο νησί γνωρίζει συνεχή ανάπτυξη, έχοντας καταστήσει πλέον την Σαντορίνη σε ένα από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς σε διεθνές επίπεδο. Επιπλέον, το 1976 ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού ξεκινά πρόγραμμα για την αξιοποίηση παραδοσιακών οικισμών σε όλη την Ελλάδα κάνοντας 15ετη συμβόλαια επικαρπίας, νοικιάζοντας σπίτια τα οποία ήταν ερείπια και μετατρέποντας τα σε ξενώνες και καταφέρνει εκτός από το  να  δώσει ένα δείγμα αρχιτεκτονικής, να συντελέσει στην οικονομικής ανάπτυξης του νησιού.

Όσον αφορά συγκεκριμένα τον οικισμό της Φοινικιάς, πριν από το σεισμό του 1956 λειτουργούσαν μπακάλικα, φούρνοι, καφενεία, σχολείο. Οι κάτοικοι ανέρχονταν στους  2.500 και απαρτίζονταν κυρίως από αγρότες που καλλιεργούσαν τα αμπέλια και παρήγαγαν το περίφημο σαντορινιό ντοματάκι, φάβα και κάπαρη. Αντιθέτως, σήμερα έχουν απομείνει ελάχιστοι μόνιμοι κάτοικοι και χωρίς ιδιαίτερα ενεργές παραγωγικές δραστηριότητες.