Ζάτουνα

Μεταγενέστερες Επεμβάσεις

 

   Με βάση τη μελέτη που έχει προηγηθεί, γίνονται εύκολα αντιληπτές οι χαρακτηριστικές επεμβάσεις στο κατασκευαστικό σύστημα και τα διάφορα μέλη των κτιρίων.Οι επεμβάσεις αυτές γίνονται, σε μεγάλο βαθμό, εξαιτίας της φθοράς των μελών του κτιρίου στο χρόνο, αλλά και για λειτουργικούς λόγους.

   Όσον αφορά στο φέροντα οργανισμό του κτιρίου, τα στοιχεία που ανακατασκευάζονται ή ενισχύονται είναι οι στέγες, τα πατώματα και οι εξώστες.

   Οι στέγες στην πλειονότητα των κτισμάτων έχουν αντικατασταθεί, ενώ παλιές στέγες απαντώνται κατά κύριο λόγο σε εγκαταλελειμμένα κτίρια και αυτές είναι συνήθως κατεστραμμένες. Μια ήπιας μορφής αντικατάσταση αποτελεί αυτή της παλιάς ξύλινης στέγης με νέα, επίσης ξύλινη. Ο χαρακτηρισμός ως «ήπια» προκύπτει από το γεγονός ότι κατασκευάζεται με το ίδιο υλικό και βάσει το παραδοσιακό πρότυπο. Οι πιο πρόσφατες αντικαταστάσεις από την άλλη περιλαμβάνουν στέγες από μπετόν, το οποίο εμφανίζεται στις όψεις των κτιρίων, κάνοντας την επέμβαση αρκετά αισθητή και συνεπώς λιγότερο ήπια. Στο χαρακτηρισμό αυτό συμβάλλει, επίσης, η διαφορετική κατασκευαστική τεχνική της νέας στέγης. Η επικάλυψη που χρησιμοποιείται μπορεί να είναι είτε κεραμίδια, που συνιστά μια εναρμονισμένη εικόνα με το σύνολο, είτε, σε κάποιες περιπτώσεις από λαμαρίνα, που δημιουργεί μια εκτεταμένη μορφή αλλοίωσης και γίνεται πιθανώς για λόγους προσωρινής αντικατάστασης ή οικονομικότερης λύσης για στέγαση.

   Τα πατώματα των κατοικήσιμων κτισμάτων έχουν αντικατασταθεί με άλλα, ξύλινης κατασκευής, των οποίων το σύστημα πλησιάζει αρκετά το παραδοσιακό. Πατώματα που δεν είναι ξύλινα, εντοπίζονται μόνο σε καινούριες κατασκευές, οι οποίες έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια και είναι αποκλειστικά από οπλισμένο σκυρόδεμα.

  Άλλη κατηγορία μεταγενέστερης επέμβασης που αφορά το φέροντα οργανισμό του κτιρίου είναι η αντικατάσταση των εξωστών. Σε αυτή την κατηγορία οι ανακατασκευές ποικίλουν μεταξύ των κτιρίων και συχνά μεταξύ των διαφορετικών εξωστών του ίδιου κτιρίου. Μπορεί να συναντήσει κανείς ξύλινους εξώστες που αποτελούν ήπιας μορφής αντικατάσταση, ενώ σε άλλη περίπτωση λιγότερο ήπιας επέμβασης τα ξύλινα δοκάρια του εξώστη αντικαθίστανται με άλλα, μεταλλικά, σχήματος διπλού Τ που φέρουν ξύλινη επικάλυψη. Μεγαλύτερος βαθμός επέμβασης εντοπίζεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ολόκληρος ο εξώστης αντικαθιστάται με μπετονένιο πρόβολο. Τέλος, συχνά η κατασκευή ενισχύεται με μπετονένια φουρούσια, πράγμα το οποίο συνιστά τη μεγαλύτερη μορφή αλλοίωσης στην κατηγορία των εξωστών.

  Επόμενη κατηγορία επεμβάσεων, η οποία συμβάλλει στην αλλοίωση της εικόνας του οικισμού, είναι αυτή που αφορά την τοιχοποιία. Αυτή σχετίζεται με τους αρμούς της λιθοδομής και τη σύσταση του κονιάματος που χρησιμοποιείται. Ο βαθμός εναρμόνισης αυτών των επεμβάσεων με τη συνολική εικόνα του οικισμού είναι ανάλογος με τη χρήση η μη τσιμεντοκονιάματος, καθώς και άλλων κονιαμάτων με συστατικά που τους αποδίδουν κάποιο χρώμα, το οποίο άλλοτε είναι τελείως διαφορετικό από αυτό των παραδοσιακών κτισμάτων και άλλοτε τείνει να μοιάσει σε αυτό, αλλά όχι με μεγάλη επιτυχία. Αυτό γίνεται περισσότερο κατανοητό στον πίνακα που ακολουθεί.

   Στη συνέχεια, μια μεγάλη κατηγορία αλλοιώσεων αφορά τα κουφώματα. Στα περισσότερα κτίρια έχουν γίνει αντικαταστάσεις των κουφωμάτων και ο βαθμός αλλοίωσης του χαρακτήρα του κτιρίου εξαιτίας αυτών των αντικαταστάσεων σχετίζεται και σε αυτή την περίπτωση με το υλικό και τη μορφή του κουφώματος.

   Τέλος, μεταγενέστερη επέμβαση που αφορά την αλλοίωση του όγκου των πρωταρχικών κτισμάτων του οικισμού, και επομένως του παραδοσιακού του χαρακτήρα, είναι οι προσθήκες νέων όγκων στο υπάρχον κτίριο. Αυτές αποτελούνται από τοιχοποιίες κατασκευασμένες με υλικά όπως οπλισμένο σκυρόδεμα, τσιμεντόλιθοι ή τούβλα και  στέγαση με δώμα, αλλά και διάφορους άλλους τύπους στέγασης από αυτούς που προαναφέρθηκαν.