Ζάτουνα

ΕΠΙΚΡΑΤΕΣΤΕΡΟΙ ΤΥΠΟΙ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ

 Οι παραδοσιακοί τύποι κτισμάτων που παρατηρούνται στον οικισμό της Ζάτουνας διακρίνονται, με βάση το σχήμα της κάτοψης τους, στις εξής κατηγορίες:

1. Ορθογωνικής Κάτοψης

Τα κτίρια αυτά μπορούν να διαχωριστούν σε δύο επιμέρους κατηγορίες, με βάση την διάταξη τους στο χώρο, σε στενομέτωπα και πλατυμέτωπα.

Στενομέτωπα: Ως τέτοια χαρακτηρίζονται τα κτίσματα που έχουν τη στενή τους πλευρά ως μέτωπο στο δρόμο και συνήθως διατάσσονται κάθετα στις υψομετρικές καμπύλες και με προσανατολισμό Βορρά- Νότο. Σε αυτή την περίπτωση, εξαιτίας της έντονης κλίσης του εδάφους, παρατηρείται μια διαφορά ορόφων στις δύο πλευρές του κτιρίου. Αυτό επέτρεπε την καθ’ ύψος ανάπτυξη εώς και τρεις ορόφους ενώ παράλληλα, λόγω της θερμοχωρητικότητας του εδάφους (ενσωμάτωση κτιρίου στο βράχο από το βορρά) και της άμεσης ηλιακής προσόδου από το νότο περιορίζονται οι θερμοκρασιακές μεταβολές. Τα κτίρια αυτά, όσον αφορά τη διάρθρωση των λειτουργιών τους, ήταν τρίχωρα (με ένα χώρο χειμωνιάτικο, μια κάμαρα, και ένα χώρο  καλοκαιρινό -διημέρευσης). Ωστόσο, εξαιτίας των επεμβάσεων που έγιναν στο πέρασμα των χρόνων τα περισσότερα από αυτά έχασαν την αρχική τους διαμόρφωση.

Πλατυμέτωπα:Τα κτίσματα αυτά έχουν τη μεγάλη τους πλευρά στην όψη του δρόμου και συνήθως διατάσσονται παράλληλα στις υψομετρικές καμπύλες. Κατά κύριο λόγο τοποθετούνται κατά μήκος του κεντρικού άξονα του οικοπέδου ή απλά στην οδό πρόσβασης του κτίσματος. Αυτοί οι τύποι κτιρίων, παρότι δεν εκμεταλλεύονται πλήρως τα θετικά της φυσικής διαμόρφωσης του εδάφους, εξυπηρετούν συνήθως στην ενσωμάτωση εμπορικής χρήσης στον ισόγειο χώρο τους.

2.Τύπου Γ

Αποτελούν την πλειοψηφία των κτισμάτων του οικισμού. Συνήθως, προέρχονται από τη σύνθεση ενός τετραγωνικού ή στενομέτωπου κτιρίου με μια μεταγενέστερη προσθήκη. Η λειτουργική διάρθρωση, εκτός από τους χώρους που αναφέρθηκαν ( χειμωνιάτικο, κάμαρα, καλοκαιρινό) και οι οποίοι τοποθετούνται στη μακριά πλευρά του Γ, περιλαμβάνει και ένα ή δύο επιπλέον δωμάτια που προστίθενται για να φιλοξενούν λειτουργίες που παλιότερα βρίσκονταν εξωτερικά του κτιρίου ( τουαλέτα, κουζίνα, αποθήκη κλπ).

3.Τετράγωνης κάτοψης

Τα κτίρια αυτά παρουσιάζουν ίδιες αναλογίες και στις δυο πλευρές. Πρόκειται είτε για μικρά μονόχωρα κτίσματα είτε για μεγαλύτερα με πολυπλοκότερη διαρρύθμιση. Ο τύπος αυτός της κάτοψης δεν παρατηρείται συχνά ( λόγω των μεταγενέστερων προσθηκών ) και δεν υπάρχει ξεκάθαρη διάρθρωση των λειτουργιών τους ούτε της τοποθέτησης τους με βάση το προσανατολισμό ή την κλίση τους εδάφους.

4.Σύνθετης κάτοψης

Η μορφή αυτή συνήθως προκύπτει από το συνδυασμό διαφόρων από τους παραπάνω τύπους. Τα κτίρια αυτά παρουσιάζουν τις περισσότερες αλλοιώσεις και επεμβάσεις, τόσο στη διάταξη του εσωτερικού χώρου όσο και στο εξωτερικό τους κέλυφος.

Η λειτουργική διάρθρωση των τύπων αυτών βασίζεται κυρίως στην διαμόρφωση 3 χώρων, οι οποίοι παρατηρούνται σε κάθε κατοικία. Ένας από τους κύριους χώρους που χρησιμοποιείται από όλη την οικογένεια, όλες τις ώρες της ημέρας είναι το χειμωνιάτικο, τοποθετημένο στο βορρά, χωμένο κατά ένα μέρος του στο έδαφος,  με μικρά ανοίγματα και τζάκι. Η κάμαρα αποτελεί έναν άλλο χώρο, τις περισσότερες φορές, τοποθετημένο στο κέντρο της κατοικίας απέναντι από την είσοδο, ο οποίος λειτουργεί ως υπνοδωμάτιο όλης της οικογένειας. Ο τρίτος κύριος χώρος είναι ένας αντίστοιχος του χειμωνιάτικου, το καλοκαιρινό, το οποίο βρίσκεται στο νότο, με μεγάλα ανοίγματα και μπαλκόνι και  χρησιμοποιούταν από την οικογένεια για τη διημέρευση τους θερινούς μήνες. Όπως γίνεται κατανοητό,  τα τρίχωρα μακρυνάρια ήταν ο πιο συνηθισμένος τύπος κατοικίας, ωστόσο με τις μεταγενέστερες προσθήκες χώρων που εξυπηρετούν λειτουργίες που παλαιότερα βρίσκονταν εκτός της κατοικίας (π.χ. τουαλέτα, κουζίνα- φούρνος κ.τ.λ.), ο τύπος αυτός άλλαξε μορφή και διάρθρωση, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται σήμερα κατοικίες πιο σύνθετης διαμόρφωσης, τετράχωρων και άνω χώρων.

 Εκτός από το σχήμα της κάτοψης και τη διάρθρωση των λειτουργιών, ένα άλλο κριτήριο διαχωρισμού των κτιρίων είναι ο όγκος που καταλαμβάνουν. Εξαιτίας της έντονης κλίσης του εδάφους που ήδη αναφέρθηκε, παρατηρείται μια διαφοροποίηση στον αριθμό των ορόφων των κτισμάτων ανάλογη με την υψομετρική διαφορά του εδάφους. Στις περισσότερες περιπτώσεις (στα κτίσματα που είναι τοποθετημένα κάθετα στις υψομετρικές καμπύλες), φαίνεται ότι μια κατοικία αποτελείται από έναν και μόνο όροφο, αλλά στην πραγματικότητα μπορεί να έχει έναν επιπλέον  η και δύο ακόμη ορόφους. Ως απόρροια αυτού, δημιουργείται μια ποικιλομορφία τύπων κατοικίας, οι οποίοι μπορεί σε επίπεδο σχήματος κάτοψης και διαμόρφωσης των λειτουργιών να είναι ίδιοι, αλλά η αίσθηση του όγκου που δημιουργούν έχει ως αποτέλεσμα μια τελείως διαφορετική τυπολογία.