Το κτήριο, ιδιοκτησίας οικογένειας Καρύδα, ευρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του οικισμού. Σύμφωνα με πληροφορίες από τον ιδιοκτήτη, κατασκευάστηκε περί το 1891.
Αποτελείται από τρία επίπεδα, έχει συνολικό ύψος 7,83 μ. και καλύπτεται από τετράρριχτη ξύλινη στέγη, που έχει ύψος 1,70 μ. Είναι τοποθετημένο και θεμελιωμένο πάνω σε βραχώδες έδαφος.
Το χαμηλότερο επίπεδο είναι ισόγειο, έχει τετράπλευρο περίγραμμα με επιφάνεια 74,30 μ2, ελεύθερο ύψος 2,55 μ. και περιλαμβάνει χώρο σταυλισμού ζώων, χώρο αποθήκευσης ζωοτροφών και χώρο αποθήκευσης καυσόξυλων. Η είσοδος γίνεται από την επιμήκη πλευρά της κάτοψης και αξονικά αυτής.
Ο Α΄ όροφος έχει περίγραμμα σχήματος τετραπλεύρου, επιφάνεια 74,30 μ2 , ελεύθερο ύψος 2,13 μ. Η πρόσβαση στον όροφο γίνεται, εσωτερικά, διαμέσου κλιμακοστασίου. Ο χώρος διατηρεί όλα τα παλιά στοιχεία διαμερισματοποίησης, δηλαδή τοίχους τύπου μπαγδατί, που χωρίζουν την κάτοψη σε δύο δωμάτια εκατέρωθεν του κλιμακοστασίου. Χαρακτηριστικό του ανατολικού δωματίου είναι το κτιστό στην τοιχοποιία τζάκι και χώρος αποθήκευσης τύπου ντουλαπιού.
Στο επίπεδο του Β΄ορόφου η κάτοψη επαναλαμβάνεται όμοια με αυτή του Α΄ ορόφου και στο παρελθόν αποτελούσε κατοικία μιας δεύτερης οικογένειας. Η πρόσβαση εξασφαλίζεται από ένα δεύτερο ξύλινο κλιμακοστάσιο, ελαφρά μετατοπισμένο σε σχέση με το πρώτο.
Σχετικά με το σύστημα κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι ο φέρων οργανισμός του, αποτελείται από το σύνολο των λίθινων περιμετρικών του τοίχων. Το πάχος τους μειώνεται σταδιακά προς τα πάνω και κυμαίνεται από 0,90 μ. έως 0,52 μ. Πρόκειται για το δομικό σύστημα της φέρουσας τοιχοποιίας, όπως αυτό εφαρμόστηκε στην ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική.
Τα κουφώματα του κτηρίου (Θύρες και παράθυρα) είναι ξύλινα και διατηρούνται τα γνήσια. Το ξύλινο πάτωμα των ορόφων στηρίζεται σε δοκούς κυκλικής διατομής με διάμετρο 0,12 μ. (πρόκειται για φυσικούς κορμούς δέντρων) που επικαλύπτονται από τάβλες πλάτους 0,12 μ.
Επίχρισμα φέρουν οι λίθινοι τοίχοι, πλέον, μόνο σημειακά στο εξωτερικό της τοιχοποιίας, ενώ όλη η εσωτερική επιφάνεια του κτηρίου είναι ανεπίχριστη.
Σχετικά με την κατάσταση της κατασκευής, αναφέρεται ότι το κτήριο έχει υποστεί φθορές από την πλήρη εγκατάλειψή του τα τελευταία χρόνια. Τα σημεία φθοράς εντοπίζονται σε αστοχίες του σανιδώματος των ξύλινων δαπέδων (τμηματική κατάρρευση) και στα κουφώματα των παραθύρων με τα σπασμένα υαλοστάσιά τους. Ικανοποιητική είναι η κατάσταση της λίθινης τοιχοποιίας και της στέγης, η οποία αντικαταστάθηκε πλήρως και πρόσφατα.