Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική του οικισμού χαρακτηρίζεται από μερικές βασικές αρχές που την καθιστούν ξεχωριστή. Οι εξάρσεις του εδάφους σε συνδυασμό με τα στοιχεία της φύσης όπως τα δέντρα, τα ρυάκια και η πηγή αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία του. Ταυτόχρονα, η κλίμακα της σύνθεσης, τα τυχόν παλιά γειτονικά κτίσματα συναρτήσει του ύφους του τοπίου και του φωτός του ηλίου επηρέασαν καταλυτικά τη διαμόρφωση του οικισμού.
Τεχνίτες με δημιουργική φαντασία, όπως ήταν οι νησιώτες πρωτομάστορες, έλαμψαν στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Ο Γάλλος αρχιτέκτων Αύγουστος Περρέ όρισε τον αρχιτέκτονα ως "έναν ποιητή που κάνει ποίηση χτίζοντας" αντί να γράφει στίχους, όπως οι άλλοι ποιητές. Ειδικότερα στον οικισμό του Ρογού φανερώνονται ορισμένα στοιχεία αυτής της ποιητικής αρχιτεκτονικής ή "πλαστικού λυρισμού": η ορατή πλακοειδής λιθοδομή, το "σαρδέλωμα" (εξωτερικός σοβάς), το κάπασο (καπνοδόχος), ο κάναλος (υδρορόη), τα ξυλουργικά (κουφώματα, ντουλάπια), οι εξωτερικές γωνίες των κτηρίων κ.λπ. Όλα τα παραπάνω αποτελούν και ενθαρρύνουν την ειλικρίνεια στη σύνθεση (άμεση σχέση κάτοψης, τομής και όψεων) και την απλότητά της (λειτουργικότητα), χαρακτηριστικά της ανδριώτικης αρχιτεκτονικής ποιότητας.
Πιο συγκεκριμένα, το Ρογό είναι ένας άρτια διατηρημένος οικισμός με ελάχιστες παρεμβάσεις στο συνολικό του χαρακτήρα του από τους κατοίκους. Η σύνθεση γίνεται σε συμφωνία και αρμονία με τη φύση και επομένως οι απότομες κλίσεις των δρόμων και η κλιμακωτή οικοδόμηση να απορρέουν ως λογικό συμπέρασμα. Τα διαφορετικά επίπεδα (δώματα και αυλές) συνέβαλαν παλαιοτέρα στην προστασία των κατοίκων του οικισμού κατά τη διάρκεια πειρατικών επιδρομών. Οι στενοί δρόμοι πλάτους 2 μέτρων περίπου φανερώνουν την απλότητα της σύνθεσης, που ορίζεται κατά κύριο λόγο από την καθ' αυτή χρήση (η μετακίνηση του πεζού ή έφιππου ανθρώπου) και κατά δεύτερο λόγο την αισθητική. Οι κύριοι δρόμοι είναι στρωμένοι με μεγάλες τοπικές σχιστόπλακες, ενώ καθώς περνούσαν τα χρόνια οι κάτοικοι προσέθεταν τσιμεντοκονίαμα. Κεντρικό σημείο εκτός της εκκλησίας (όπως προαναφέρθηκε), ήταν και παραμένει το λεγόμενο "κουτσομπολιό" από το οποίο ξεκινούν και καταλήγουν όλοι οι παράδρομοι.