Ο πληθυσμός των Λαγκαδίων κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, δεν ήταν αμιγώς ελληνικός. Όπως τεκμηριώνεται από πολλά επώνυμα και τοπωνύμια της εποχής εκείνης, είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή αρβανίτικα και σλάβικα φύλα, τα οποία αφομοιώθηκαν με το πέρασμα του χρόνου από το ελληνικό στοιχείο.
Λόγω του άγονου εδάφους οι περισσότεροι κάτοικοι των Λαγκαδίων στρέφονται στην κτηνοτροφία και αργότερα στην οικοδομική. Καθώς το απότομο και ανώμαλο έδαφος δημιουργούσε περισσότερες κατασκευαστικές απαιτήσεις, οι τεχνίτες καλούμενοι να τις επιλύσουν, οδηγούνταν σε κατασκευές, οι αστοχίες των οποίων λειτούργησαν διδακτικά. Μέσω αυτής της διαδικασίας απέκτησαν πολύτιμη εμπειρία και αναδείχτηκαν έτσι σε σπουδαίους χτίστες. Σε συνδυασμό με την εξόρυξη της τοπικής πέτρας τελειοποιούν την τέχνη της λάξευσης. Εν τέλη καταλήγουν να είναι περιζήτητοι και οργανώνονται σε συντεχνίες (μπουλούκια) ταξιδεύοντας σε ολόκληρη την Πελοπόννησο.
Με βάση τα πληθυσμιακά δεδομένα των Λαγκαδίων, το 1700 καταγράφονται 207 κάτοικοι. Παρατηρείται μια ραγδαία αύξηση μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα όπου έχουμε 4.649 κατοίκους. Η αύξηση αυτή οφείλεται στην ακμή του οικισμού που πηγάζει από τους οικονομικούς πόρους αυτών των συντεχνιών. Από τον β' παγκόσμιο πόλεμο και μετά, μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού μεταναστεύουν στο εξωτερικό (κυρίως Αμερική) καθώς και σε εγχώρια αστικά κέντρα.
Έτσι καταλήγει στις αρχές του 21αιώνα με 350 κατοίκους. Η μαστορική τέχνη που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά έχει εγκαταλειφθεί ολοκληρωτικά. Σήμερα όσοι κάτοικοι έχουν μείνει στην περιοχή, ασχολούνται με τουριστικά επαγγέλματα ή στελεχώνουν δημόσιες υπηρεσίες.