Το κτήριο ευρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του οικισμού. Σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη το ισόγειο κατασκευάστηκε περί το 1921, ο όροφος το 1924 και στον όροφο υπήρξαν 2 προσθήκες κατά τη διετία 1958-60 που κατασκεύασε ο ίδιος ο ιδιοκτήτης.
Αποτελείται από δυο επίπεδα, έχει συνολικό ύψος 6.55m και καλύπτεται από συνδυασμό τετράριχτης-τρίριχτης στέγης που έχει ύψος 2.0m. Το χαμηλότερο επίπεδο είναι ισόγειο, έχει τετράπλευρο περίγραμμα επιφάνειας 61.70m², ελεύθερο ύψος 2.10m και περιλαμβάνει χώρο σταυλισμού ζώων και χώρο αποθήκευσης ζωοτροφών ή/και χώρο αποθήκευσης τροφίμων, καυσοξύλων κ.τ.λ. Ο όροφος έχει περίγραμμα σχήματος «Τ» επιφάνειας 89.25m² και περιλαμβάνει χώρο εισόδου, καθιστικό, 2 υπνοδωμάτια και κουζίνα και χώρο υγιεινής (τελευταία προσθήκη). Στο επίπεδο της στάθμης του ορόφου, έχει κατασκευασθεί βεράντα επιφάνειας 7.20m², μέσω της οποίας γίνεται και η είσοδος στο επίπεδο του ορόφου.
Σχετικά με το σύστημα κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι ο φέρων οργανισμός του κτηρίου αποτελείται από το σύνολο των λίθινων περιμετρικών του τοίχων, πάχους 0.6m. Στο εσωτερικό του ισογείου και του ορόφου υπάρχουν και τοίχοι ξύλινης κατασκευής ή/και πλίνθινης κατασκευής (σύστημα μπαγδατί) πάχους 0.15m.
Τα κουφώματα του κτηρίου (θύρες και παράθυρα) είναι ξύλινα, όπως και τα πατώματα που στηρίζονται σε ξύλινες δοκούς. Επιχρίσματα φέρουν οι λίθινοι τοίχοι μόνο στο εσωτερικό του ισογείου και του ορόφου ενώ σε όλη την εξωτερική επιφάνεια του κτηρίου είναι ανεπίχριστοι.
Χρωματισμοί υπάρχουν στα κουφώματα του κτηρίου με ελαιοχρώματα και στην επιφάνεια των εσωτερικών τοίχων με υδροχρώματα.
Σχετικά με την κατάσταση της κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι το κτήριο έχει υποστεί φθορές από την πολυετή χρήση του και την πλήρη εγκατάλειψη του τα τελευταία χρόνια. Οι φθορές αυτές εντοπίζονται στα εξωτερικά ξύλινα κουφώματα στα εσωτερικά επιχρίσματα και στα ξύλινα πατώματα. Φαίνεται ωστόσο ότι οι λίθινες τοιχοποιίες ευρίσκονται σε ικανοποιητική κατάσταση.