Στη Στεμνίτσα υπάρχουν δύο τύποι λιθοδομών, οι αργολιθοδομές και οι λαξευμένες.
Όσον αφορά τις αργολιθοδομές παρατηρούνται διαφοροποιήσεις ως προς τον τρόπο κατασκευής τους. Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: αυτές με μεγάλους και εκείνες με μικρότερους αρμούς. Σε ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες το κονίαμα έχει ξεπλυθεί η αργολιθοδομή δίνει την αίσθηση της ξερολιθιάς.
Σε λιθοδομές μεγάλου πάχους χρησιμοποιείται η λεγόμενη τρίστρωτη ή σακοειδής λιθοδομή. Η συγκεκριμένη κατασκευή αποτελειται από δύο ανεξάρτητους τοίχους-όψεις από αργολιθοδομή, με το μεταξύ τους κενό να συμπληρώνεται με σχετικά χαλαρό υλικό. Το συνηθέστερο συνδετικό κονίαμα αρχικά ήταν η χωματόλασπη. Σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, όπως στις στέρνες, χρησιμοποιούσαν το «κουρσάνι» που σπανιότερα λέγεται και «μπουρτζολάνα», μια υδραυλική κονία με τριμμένο κεραμίδι. Αργότερα άρχισε να χρησιμοποιείται ασβεστοτσιμεντοκονίαμα, ασβεστοκονίαμα , πηλοκονίαμα ή ένας συνδυασμός από θραύσματα λίθων και κονίαμα.
Πολύ συχνά συνυπάρχουν στο ίδιο κτίσμα τοιχοποιίες διαφόρων τύπων, σπάνια όμως διαφοροποιείται το κονίαμα δόμησης σε τοίχους του ίδιου κτιρίου, εκτός αν πρόκειται για μεταγενέστερες φάσεις, αναδομήσεις ή προσθήκες.
Οι τοιχοποιίες μικρότερου βάρους και χαμηλότερης αντοχής, όπως ξυλόπηκτες ή ξυλόπλεκτες τοιχοποιίες, ή πλινθοδομές διάτρητων πλίνθων (τσατμάδες, μπαγδαντί) , συναντώνται συνήθως στους ανώτερους ορόφους, είτε χρησιμοποιούνται ως εσωτερικοί διαχωριστικοί και συχνά μη φέροντες τοίχοι. Αντίθετα, οι τοιχοποιίες μεγαλύτερου βάρους ή υψηλότερης αντοχής, όπως λιθοδομές ή πλινθοδομές πλήρων πλίνθων, συναντώνται συνήθως στους κατώτερους ορόφους. Η θεμελίωση και οι φέρουσες τοιχοποιίες τυχόν υπόγειων ή ημιυπόγειων χώρων είναι σχεδόν αποκλειστικά κατασκευασμένες από λιθοδομή καθώς οι πλινθοδομές εμφανίζουν μεγαλύτερη υδατοπερατότητα και η εδαφική υγρασία προκαλεί αποσάθρωση των πλίνθων. Η θεμελίωση συνήθως είναι αβαθής και αποτελείται από συνεχή λιθοδομή ισοπαχή με την τοιχοποιία του υπερκείμενου ορόφου ή με ελαφρά διαπλάτυνση, συνήθως μονόπλευρα προς το εσωτερικό, ανάλογα με την ποιότητα του εδάφους θεμελίωσης.
Στη λαξευμένη τοιχοποιία η κάθε πέτρα έχει υποστεί τέτοια επεξεργασία ώστε να αποκτήσει σε απόλυτο βαθμό το σχήμα που χρειάζεται για την κατασκευή της λιθοδομής. Η αντοχή της τοιχοποιίας βασίζεται στην απόλυτη έδραση και στην εμπλοκή των λίθων. Για να ενισχυθεί η κατασκευή χρησιμοποιούσαν μεταλλικούς συνδετήρες.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα λαξευμένης τοιχοποιίας αποτελούν οι ακρογωνιαίοι λίθοι των κτισμάτων γωνιόλιθοι, οι οποίοι ακολουθούν πάντα τον συγκεκριμένο τρόπο επεξεργασίας ανεξάρτητα από το είδος τοιχοποιίας της υπόλοιπης κατασκευής.
Βιβλιογραφεία ( Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική Πελοπόννησος Α’, εκδοτικός οίκος «Μέλισσα»,1986)