Όπως προαναφέρθηκε, το Τρίκερι πρωτοκατοικήθηκε απ’ τους κατοίκους του νησιού του Παλαιού Τρικερίου και από μανιάτες. Επιπλέον, επήλθαν ορεσίβιοι από την Πίνδο που κατέβηκαν ως εκεί με τα κοπάδια τους. Αυτούς συμπλήρωσαν και οι διάφοροι τεχνίτες/πετράδες που έχτισαν στο χωριό τις εκκλησίες και τα αρχοντικά του, μπολιάζοντας τους μανιάτικους πύργους με μακεδονίτικα χαγιάτια και σαχνισιά. Γύρω στο 1821 το χωριό απαριθμεί περίπου 5000 κατοίκους όμως με την ένταξή του στην ελληνική επικράτεια τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Η μετανάστευση προς τα μεγάλα αστικά κέντρα και ακόμη και την Αμερική μείωσε σημαντικά τον πληθυσμό του χωριού, καθώς οι κάτοικοι πλέον έψαχναν για τις ευκαιρίες που δεν μπορούσαν να βρουν στην περιοχή της επαρχίας, και πόσο μάλλον σε ένα τόσο απομονωμένο χωριό όσο το Τρίκερι. Πλέον λοιπόν οι κάτοικοι απαριθμούνται σε 800 περίπου μόνιμους το χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι φτάνουν τους 1600 αφού τότε επιστρέφουν για τις διάφορες παραθεριστικές δραστηριότητες.
Το Τρίκερι υπήρξε πάντοτε οικονομικά ανεξάρτητο, καθώς εκμεταλλευόταν την άμεση σχέση που μπορούσε να έχει με τη θάλασσα. Έτσι λοιπόν οι κάτοικοι ήταν από παράδοση ψαράδες, σφουγγαράδες και τολμηροί καπεταναίοι. Οι σφουγγαράδες, σ' όλη τη διάρκεια του έτους, ξεκινούσαν για να τρυγήσουν στα βάθη της θάλασσας τα πολύτιμα σφουγγάρια, σήμερα όμως έχουν πλέον εκλείψει. Χαρακτηριστικά παραθέτουμε ένα χωρίο από το βιβλίο του William Leake [1] του 1835, που λέει:
‘Το Τρίκερι, που ονομάζεται Bulbulje από τους Τούρκους, περιλαμβάνει τριακόσια ή τετρακόσια σπίτια, χτισμένα με τον ίδιο τρόπο όπως αυτά στο Βόλο, και βρίσκονται στην πλαγιά ενός ψηλού λόφου στην ανατολική πλευρά της εισόδου στον [Παγασητικό] κόλπο. Οι άνθρωποι ζουν εξ ολοκλήρου από τη θάλασσα· κάποιοι απ’ τις φτωχότερες τάξεις, όπως και πολλοί από τα νοτιότερα χωριά της χερσονήσου της Μαγνησίας συλλέγουν σπόγκους και πιάνουν αστερίες. Οι άλλοι είναι ναυτικοί, κατασκευαστές πλοίων και βαρκών και έμποροι. Αυτοί με τα υψηλότερα αξιώματα είναι πλοιοκτήτες, ή καπετάνιοι πλοίων. Οι πλουσιότεροι δανείζουν χρήματα με μεγάλο τόκο στις θαλάσσιες μεταφορές, ή δίνουν προκαταβολές για λογαριασμούς στην Κωνσταντινούπολη, όπου πωλούνται τα φορτία με φθηνό καλαμπόκι. […] Η χερσόνησος του Τρικερίου παράγει κυρίως ξύλο· αυτό το φέρνουν στην πόλη οι γυναίκες, οι οποίες εκτελούν όλες τις οικιακές εργασίες, ενώ οι άντρες ασχολούνται εξ ολοκλήρου με τις ναυτικές εργασίες’.
Το ναυτικό εμπόριο λοιπόν ήταν πάντα προσοδοφόρο για το χωριό, πράγμα το οποίο φαίνεται και στην ύπαρξη του ξυλόγλυπτου τέμπλου που αγόρασαν Τρικεριώτες καπετάνιοι στη Βαρκελώνη το 1815 (ο λεγόμενος «θρόνος του Ναπολέοντα», γιατί εκεί λένε ότι προοριζόταν να καθίσει ο Βοναπάρτης κατά την επίσκεψη του στην καταλανική πρωτεύουσα, που σήμερα βρίσκεται στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας). Οι Τρικεριώτες πάντως, κυρίως στην τουρκοκρατία και την περίοδο της επανάστασης του ’21, ασχολήθηκαν ακόμη και με το λαθρεμπόριο. Σήμερα, οι περισσότεροι άντρες είναι ακόμη ναυτικοί ή αλιείς· όσοι δεν είναι, έχουν ως κύρια ασχολία την οικοδομική. Οι γυναίκες ασχολούνται κυρίως με το νοικοκυριό αλλά και με ένα συνεταιρισμό παραγωγής παραδοσιακών προϊόντων που έχουν δημιουργήσει.
Πηγές: Τρίκερι, Γιώτα Κραβαρίτου-Μανιτάκη, εκδόσεις Νησίδες, 2006
Μαρτυρίες των κατοίκων του χωριού
[1] Travels in Northern Greece, Leak W. M., 1835