Όπως κάθε πολεοδομικός ιστός, έτσι και η Αργαλαστή διαμορφώθηκε στον χρόνο μέσα από τις οικονομικές , κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες που έλαβαν χώρα.
Είδη αναφέρθηκε πως οι πρώτοι οικιστικοί πυρήνες , δημιουργήθηκαν στα μέσα του 16 ου αιώνα, κατά την εσωτερική μετακίνηση κατοίκων παράκτιων οικισμών, προς τα ορεινά για λόγους ασφαλείας (πειρατικές επιδρομές).
Αυτές οι ορεινές θέσεις λόγω της ασφάλειας του δύσβατου και απομονωμένου τόπου, ο πλούτος σε δάση και βοσκοτόπια, η εκκλησιαστική γη (βακούφι) και τα ειδικά προνόμια (διοικητικές ελευθερίες και ελαφρά φορολογία), οδήγησαν στην οικονομική και πολιτιστική τους ανάπτυξη.
Την περίοδο αυτή της όψιμης Τουρκοκρατίας ο οικισμός φαίνεται να συγκροτείται γύρω από ένα κύριο κέντρο, την πλατεία. Σε αυτή λαμβάνει χώρα κάθε εμπορική δραστηριότητα. Γύρω της , τα κτίρια τοποθετούνται κατά πρόσωπο , περιτειχίζοντας το «οικοδομικό τετράγωνο» και δημιουργώντας πυρήνες άμυνας μέσα στην ανοχύρωτη πόλη (Βιβλιογραφία Πηλιορείτικη αρχιτεκτονική , Γιάννης Κίζης).
Από τα μέσα του 17ου αιώνα έως τα μέσα του 19ου η αλλαγή του γαιοκτητικού καθεστώτος και η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη θα φέρει νέους κατοίκους, Ηπειρώτες, Μωραΐτες, Ρουμελιώτες, νησιώτες ακόμη και Κρητικούς που θα πλουτίσουν με τον πολιτισμό τους και με την τεχνογνωσία τους τον τόπο.
Η ανάπτυξη του οικισμού στην εποχή αυτής της ακμής έγινε δυναμικά, ακολουθώντας τους δρόμους που προϋπήρχαν και πυκνώνοντας τις εστίες του .
Στις κεντρικές γειτονιές τα μεγέθη οικοπέδων είναι μικρά . Μία αυλή, με τον απόλυτο απαραίτητο χώρο για την υπαίθρια λειτουργία του νοικοκυριού, με το φούρνο και το στάβλο, και το σπίτι που συνήθως εφάπτεται σε μία τουλάχιστον πλευρά του στα όρια του οικοπέδου , αφήνοντας την «αστρέχα», δηλαδή λουρίδα γης με πλάτος γύρω στο ένα μέτρο, που κατά τους άτυπους πολεοδομικούς κανόνες, είναι απαραίτητη για την απορροή των ομβρίων στα κοινά όρια των ιδιοκτησιών.
Το δίκτυο των καλντεριμιών (λιθόστρωτες οδοί) πυκνώνει στο κέντρο του χωριού και το πλάτος των δρόμων αυξάνει στην περιοχή του, ώστε να εξυπηρετεί μεγαλύτερο κυκλοφοριακό φόρτο. Σε κατάλληλα επιλεγμένα σημεία, συνήθως σε διασταυρώσεις και στις εισόδους του οικισμού, δημιουργούνται περιοχές στάσης, με στεγασμένες ή και ασκεπείς κρήνες: είναι τα σημεία υδροληψίας του οικισμού, όπου ποτίζονται και τα υποζύγια σε λίθινες λεκάνες. Οι κρήνες εμφανίζουν και σημαντικό ανθρωπολογικό ενδιαφέρον δεδομένου ότι αποτελούν τον τόπο συνάντησης των γυναικών και ανάπαυσης των διαβατών και είναι άμεσα συνδεδεμένες με μύθους και παραδόσεις.
Με την ανέργεση του Ιερού ναού των Αγ.Αποστόλων το 1886 σε μικρή απόσταση από την κεντρική πλατεία το κέντρο διευρύνεται. Εκτός από την πλατεία με τα πλατάνια όπου εστιάζεται η εμπορική και κοινωνική ζωή , πέριξ του ναού θα διαμορφωθεί ένα δευτερεύον κέντρο, στο οποίο θα αναπτυχθεί η θρησκευτική ζωή των πολιτών.
Με τα ίδια κέντρα θα συσχετιστούν κοινωνικά και εμπορικά , οι περιφερειακοί συνοικισμοί της Αργαλαστής π.χ. Μπιρ(Καλλιθέα), στερούμενοι δικού τους κέντρου και πλατείας.
Τον 19ο αιώνα όπου τα πρωτεία στην οικοδομική κίνηση είχε η ανέργεση οικιών με ευρωπαϊκές επιδράσεις , η όψη του οικισμού αλλάζει ριζικά. Επεκτεινόμενος ακτινωτά θα συμπληρωθεί με πλήθος «εξωστρεφών» αρχοντικών της ύστερης πηλιορείτικης οικοδομίας, που χαρακτηρίζονται από τα μεγάλα ανοίγματα και το προκήπιο .
Η ’’ αστική ‘’συμμετρική κατοικία, λόγω της επιρροής του Κλασικισμού, η στροφή της αρχιτεκτονικής έκφρασης προς τα έξω και η χωροθέτηση του σπιτιού στο οικόπεδο σε νέα σχέση με τον υπάρχοντα ρυμοτομικό ιστό, με την παρεμβολή ανοικτών προκηπίων, θα δώσουν νέα δεδομένα στην εικόνα της.