Σχετικά με την καταγωγή του ονόματός της Αργαλαστής υπάρχουν δύο εκδοχές από τις οποίες η πρώτη υποστηρίζει ότι το όνομα προέρχεται από τις λέξεις "Αργώ" και "ελαύνω" αφού σύμφωνα με την παράδοση, από εδώ πέρασε η Αργώ του Ιάσονα κατά το ταξίδι στην Κολχίδα. Η άλλη εκδοχή αναφέρει ότι το όνομα είναι τουρκικό και προέρχεται από την παράφραση της λέξης "ραστ" που στα τουρκικά σημαίνει συγχώρεση.
Στην ευρύτερη περιοχή που σήμερα αναπτύσσεται ο Δήμος Αργαλαστής υπήρξαν αρκετές συγκροτημένες κοινότητες κατά το παρελθόν όπως η Ολιζώνα, η Σηπιάδα και τα Σπάλαθρα, που παρουσίασαν σημαντική ανάπτυξη κατά τους ομηρικούς, κλασσικούς και ελληνιστικούς χρόνους. Συγκεκριμένα τα αρχαία Σπάλαθρα (ο όρος ίσως να προέρχεται από το φυτό μαύρη ασπαλάθρα από τις ρίζες του οποίου έφτιαχναν αρωματικό λάδι στην αρχαιότητα), που η τοποθεσία τους εντοπίζεται στην παραλιακή ζώνη μεταξύ Χόρτου και Μηλίνας, αποτελούσαν διακομιστικό σταθμό της περιοχής για την μεταφορά προϊόντων από τα λιμάνια του Παγασητικού στο εσωτερικό της Μαγνησίας. Υπάρχουν πολλές ιστορικές αναφορές από γεωγράφους και ιστορικούς όπως ο Σκύλαξ, ο Πλίνιος , ο Στράβων και μεταγενέστερα ο Στέφανος Βυζάντιος. Αλλά και πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων όπως αγγεία, νομίσματα, αγάλματα που σήμερα εκτίθενται στα Αρχαιολογικά Μουσεία Βόλου και Αθηνών και μαρτυρούν την οικονομική αυτή ανάπτυξη των αρχαίων Σπαλάθρων, ιδιαίτερα κατά τον 6ο αιώνα π.Χ.
Η ανάπτυξη της περιοχής επηρεάστηκε άμεσα από την ιστορική πορεία του Ελλαδικού χώρου και έτσι μετά την ακμή των κλασσικών χρόνων ακολούθησε η Ρωμαϊκή κυριαρχία, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στη συνέχεια η Τουρκοκρατία.
Ωστόσο στον οικισμό της Αργαλαστής φαίνεται ότι οι πρώτοι οικιστικοί πυρήνες δημιουργήθηκαν από κτηνοτρόφους, γεωργούς, αλλά και ψαράδες των παράκτιων περιοχών που τρομοκρατημένοι από τις επιδρομές των πειρατών μετακινήθηκαν προς τα ορεινά, στα μέσα του 16ου αιώνα. Η πρώτη γραπτή αναφορά στο χωριό είναι το έτος 1653, σε ένα τουρκικό φιρμάνι, με το οποίο η Αργαλαστή, όπως και άλλα χωριά του Πηλίου, που γοήτευσαν το Σουλτάνο Μεχμέτ Δ΄, έγινε «βακούφι», (δηλαδή ιερή θρησκευτική περιουσία αφιερωμένη σε κοινωνικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς) και μάλιστα αποτέλεσε για μια μεγάλη περίοδο των ‘’δίσεκτων’’ εκείνων χρόνων, πρωτεύουσα των βακούφικων χωριών του Πηλίου, όπου είχε την έδρα του ο Τούρκος βοεβόδας αλλά και ο ομόδοξός του ιεροδικαστής.
Ο 18ος αιώνας βρίσκει την Αργαλαστή να αποτελεί ένα ανεπτυγμένο κεφαλοχώρι του Πηλίου, με μεγάλη παραγωγή σε πολλά αγροτικά προϊόντα και με έντονη δραστηριότητα στον τομέα της σηροτροφίας .Οι κάτοικοί της είναι κυρίως γεωργοί και κτηνοτρόφοι , ενω πολλοί από αυτούς προέρχονται από την Ήπειρο, τη Στερεά Ελλάδα και την υπόλοιπη Θεσσαλία.
Κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως του 1821 ολόκληρη η περιοχή υφίσταται τα δεινά της αγριότητας των Τούρκων, με αποτέλεσμα να ανακοπεί το ρεύμα οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης. Οι Αργαλαστιώτες, με επικεφαλής τον Μαργαρίτη Δημάδη (μέλος της Φιλικής Εταιρείας), έλαβαν ενεργό μέρος στην Επανάσταση, με πενιχρά μέσα, αλλά με μεγάλο πόθο να απαλλαγούν από τη σκλαβιά των Τούρκων. Το 1823 το χωριό κάηκε από τους Τούρκους , οι περισσότεροι κάτοικοι του σφαγιάστηκαν και πετάχτηκαν στο πηγάδι που βρίσκεται σήμερα κλειστό κάτω από την κεντρική πλατεία. (Το γεγονός αυτό μαρτυρούν τα ελάχιστα τμήματα παλαιότερων ξυλόπηκτων αρχοντικών που διασώζονται στο κέντρο του χωριού και πιστοποιούν, τόσο την παλαιότερη αίγλη του, όσο και τις καταστροφές αυτές) .
Μετά την απελευθέρωση, κατά την προσάρτηση της Θεσσαλίας σύμφωνα με το Βασιλικό Διάταγμα της 31ης Μαρτίου 1883 (ΦΕΚ 126) "Περί της εις δήμου διαιρέσεως της εν τω νομώ Λαρίσης επαρχίας Βόλου" σχηματίστηκε ο Δήμος Σπαλάθρων, πρόδρομος του σημερινού Δήμου. Ο συνολικός πληθυσμός του Δήμου ήταν 3731 κάτοικοι και συμμετείχαν η Αργαλαστή, η Ξινόβρυση, η Συκή, η Καλλιθέα και το Μετόχι. Ο Δήμος αυτός καταργήθηκε το 1914 με Προεδρικό διάταγμα του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Η περιοχή θα τονωθεί οικονομικά στα μέσα του 19ου αιώνα και σε αυτήν την περίοδο ανήκουν τα ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος κτίρια της.
Σημαντική η συμβολή της Αργαλαστής, όπως και όλων των χωριών του Πηλίου, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς εκεί δημιουργήθηκαν τα κρησφύγετα των ανταρτών του ΕΛΑΣ δεδομένου ότι το Πήλιο γενικότερα, έγινε ορμητήριο για την αντιστασιακή δράση.
Το 1954 ο μεγάλος σεισμός θα καταστρέψει τα περισσότερα κτήρια του οικισμού , δημιουργώντας έντονα κοινωνικά προβλήματα με τους άστεγους και παγώνοντας τις οικονομικές δραστηριότητες της περιοχής. Το μέγεθος των καταστροφών ήταν τέτοιο που μετέβαλλε ριζικά την ιστορική φυσιογνωμία της περιοχής.
Το μέγεθος της ανοικοδόμησης ήταν τεράστιο. Ομάδες στρατού ανέλαβαν την ανοικοδόμηση της περιοχής (τα ονόματα των λόχων υπάρχουν σε τιμητική πλάκα στην όψη κτιρίου της Αργαλαστής), με το σύστημα της δανειοδοτημένης αυτοστέγασης. Ωστόσο οι απλουστευμένοι τύποι αντισεισμικών κατοικιών που εφαρμόστηκαν και η παντελής απουσία πολεοδομικού σχεδιασμού επηρέασαν σημαντικά την εικόνα της.
Το διάστημα 1960-1970 οικονομικοί και πολιτικοί λόγοι οδήγησαν αρκετούς κατοίκους της να μεταναστεύσουν στην Γερμανία.