Ο τύπος στέγης που επιλέξαμε να αναλύσουμε - ο συχνότερα συναντώμενος στον οικισμό - είναι η ανατολικού τύπου, τετράριχτη, δίκορφη στέγη. Συναντάται κυρίως στα ορθογώνια κτίσματα όπου δεν είναι δυνατό να διαμορφωθεί μία μόνο κορυφή λόγω του μακρόστενου σχήματος.
Η συναρμολόγηση γίνεται ως εξής:
- Οι ανώτατες ξυλοδεσιές του κτιρίου που είναι ταυτόχρονα οι στρωτήρες της ξύλινης κατασκευής δένονται με διαγώνια ξύλα ("μασχάλες") στις γωνίες ώστε να δημιουργηθεί ένα άκαμπτο πλαίσιο. Η σύνδεση γίνεται με σιδερένια καρφιά.
- Κάθετα στις μακρές πλευρές του κτιρίου τοποθετούνται τα δοκάρια ("περαστές"), τα οποία εδράζονται στην τοιχοποιία σε αποστάσεις περίπου 1.20μ. μεταξύ τους. Κάθετα στη στενή πλευρά τοποθετείται ένα ακόμη δοκάρι, ένας ολόκληρος κορμός, που σχηματίζει ένα πλαίσιο με τον κορφιά και δύο αμείβοντες. Λόγω του ότι ο κορμός είναι ανεπεξέργαστος δεν έχει συγκεκριμένη καμπυλότητα σε όλο του το μήκος, με αποτέλεσμα να μην τοποθετείται σαν μεσοδόκι αλλά να περνά πάνω από το πρώτο και κάτω από το δεύτερο δοκάρι, τα οποία καμπυλώνονται επίσης λίγο στο μέσο τους.
- Στη συνέχεια τοποθετούνται οι μπαμπάδες, τα κατακόρυφα ξύλα που στηρίζουν τον κορφιά και παραλαμβάνουν μέρος των φορτίσεων της στέγης, και ακολουθούν οι κατωμαχιές, μακριά ξύλα που ενώνουν τη βάση του πρώτου μπαμπά με τις γωνίες του κτιρίου και καρφώνονται στις μασχάλες. Οι μπαμπάδες έχουν ύψος περίπου 1.10μ. και δίνουν στη στέγη κλίση 40%
- Ακολουθεί η τοποθέτηση του κορφιά, που στηρίζεται στους μπαμπάδες, και των αμειβόντων ή "τσιμπιδιών" που πατούν στα άκρα των δοκαριών και ενώνονται με την κορυφή του μπαμπά και τον κορφιά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση στέγης, ο τρόπος σύνδεσης κορφιά-μπαμπά-τσιμπιδιών δεν είναι πολύ καθαρός, καθώς ακολουθείται σε πολλά σημεία υπερστατική λογική και προστίθενται επιπλέον ξύλα που καρφώνονται στα ήδη υπάρχοντα και μεταξύ τους.
- Τα φορτία που φέρουν τα τσιμπίδια κατανέμονται επίσης και στους ορθοστάτες, κατακόρυφα μικρότερα ξύλα εκατέρωθεν του μπαμπά, που στηρίζονται στα δοκάρια. Επιπλέον, η γωνία σύνδεσης τσιμπιδιού-δοκού ενισχύεται επίσης με μασχάλη.
- Οι μαχιές, τα ξύλα που ορίζουν τελικά τις βασικές ακμές τις στέγης καρφώνονται επίσης στον μπαμπά και την κορυφή των τσιμπιδιών. καθώς και στις κατωμαχιές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μαχιά που απεικονίζεται είναι μισή και στηρίζεται σε έναν ορθοστάτη που πατά στο μέσο περίπου της κατωμαχιάς. Αυτό μπορεί να συνέβη διότι απλά δεν υπήρχε άλλο μεγάλο διαθέσιμο ξύλο και αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα της λογικής υπερστατικού φορέα και ενίσχυσης της κατασκευής με φαινομενικά τυχαίο τρόπο.
- Έπειτα, τοποθετούνται τα πανωτσίμπιδα που ενώνουν τις μαχιές και τα τσιμπίδια μεταξύ τους. Συνδέονται μισοχαρακτά με τα στοιχεία αυτά και επιπλέον καρφώνονται.
- Τέλος, πάνω στα πανωστίμπιδα τοποθετείται επιπλέων στρώση δοκίδων και δημιουργείται έτσι ένας σκελετός όπου καρφώνεται το "πέτσωμα" της στέγης, σανίδες δηλαδή με μικρούς αρμούς ώστε να υπάρχει καλή πρόσφυση της λάσπης που χρησιμοποιειται για τη διάστρωση των πλακών και τη σφράγιση των κενών. Στην περίπτωση αυτής της στέγης δεν παρατηρούνται ίχνη λάσπης, γεγονός που μπορεί να σημαίνει είτε ότι "ξεπλυθηκε" με τη βροχή που έπληττε μέρη της στέγης μετά την ολίσθηση αρκετών πλακών, είτε ότι οι πλάκες, λόγω της σχετικής ευτέλειας της κατασκευής, διαστρώθηκαν εξ' αρχής "εν ξηρώ", χωρίς λάσπη.
- Οι πλάκες, παρά την προχειρότητα της υπόλοιπης κατασκευής, είναι αρκετά καλά λαξευμένες και στρωμένες.