Πεντάλοφος (Τμήμα Ε)

Συγκριτικοί Πίνακες

Τυπολογίες κάτοψης

Τη μονάδα σύνθεσης των κτηρίων αποτελεί ένας καθαρός ορθογώνιος όγκος με αναλογίες του ορθογωνίου της κάτοψης 1/2 , ο οποίος τοποθετείται με τον μεγάλο του άξονα κάθετα προς τις ισοϋψείς καμπύλες του εδάφους, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται λόγω της κλίσης από τη μία πλευρά τριώροφος και από την άλλη μονώροφος. Η εμμονή σ’ αυτό το μονοσήμαντο σχήμα του καθαρού ορθογωνίου αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο του οικισμού.

Σε μια περιοχή όπου η κλίση του εδάφους, θα ήταν λογικό να προκαλέσει τον κτηριακό όγκο να την ακολουθήσει σπάζοντας σε διαφορετικά επίπεδα, αυτός την αγνοεί και εμφανίζεται πάντοτε ενιαίος, επιβλητικός, χωρίς καμιά προσπάθεια να αποκτήσει πλαστικότητα και να εξελιχθεί μέσα στον χώρο. Ο τρόπος αυτός της αντιμετώπισης της κλίσης, έχει επιλεχθεί γιατί προσφέρει καλύτερη «αγκύστρωση» του κτίσματος πάνω στο βραχώδες έδαφος.

Ο βασικός όγκος του απλού ορθογωνίου άλλοτε εμφανίζεται αυτούσιος και μέσα του ενσωματώνονται όλες οι λειτουργίες του σπιτιού, άλλοτε παρατίθενται δύο όμοιοι βασικοί όγκοι ο ένας δίπλα στον άλλον με μικρή υποχώρηση ο ένας άλλοτε τρεις μαζί και διατάσσονται πάλι κλιμακωτά, ο ένας πίσω από τον άλλον ή στη σειρά οπότε έχουμε κτίσματα που εμφανίζουν τον μεγάλο τους άξονα παράλληλο προς τις ισοϋψείς του εδάφους. Σ’ άλλες περιπτώσεις όπου στο βασικό ορθογώνιο προστίθεται ένας ακόμη όγκος κάθετος προς αυτόν, εμφανίζεται ο τύπος Γ, ενώ το σχήμα Π αποτελείται από δύο βασικά ορθογώνια που ενώνονται μεταξύ τους με την παρεμβολή ενός τρίτου όγκου.

Με όποιον τρόπο και εάν συντίθενται μεταξύ τους οι βασικές μονάδες, το ύψος παραμένει το ίδιο (τρεις όροφοι) και οι διαστάσεις της βασικής μονάδας παραμένουν εμφανείς καθώς αυτή ποτέ δεν ενσωματώνεται απόλυτα σε κάποιον άλλο όγκο, αλλά πάντοτε ξεχωρίζει καθαρά. Έτσι οι ραδινές αναλογίες του βασικού ορθογωνίου και η ψιλόλιγνη επιβλητική μορφή του κυριαρχούν παντού σε όλα τα κτίσματα του χωριού. Το γεγονός ότι οι κτηριακοί όγκοι βρίσκονται σ’ ένα επίπεδο που διαμορφώνεται πολύ ψηλότερα από τον δρόμο, τους κάνει να μοιάζουν ακόμα πιο επιβλητικοί και δυναμικοί, ακόμα πιο απόμακροι από τον άνθρωπο. Σ’ αυτό ακριβώς το στοιχείο άλλωστε έγκειται και ο φρουριακός τους χαρακτήρας.

 

Σύμφωνα με τα κτήρια αποτύπωσής μας διαπιστώσαμε πως ο κυρίαρχος τύπος κτηρίου είναι αυτός του στενομέτωπου ορθογωνικού τρίχωρου είτε με εξώστη είτε με χαγιάτι. Παρόλα αυτά παρατηρήθηκαν τόσο τυπολογίες όπως σχήματος Γ όσο και πιο σύνθετες και περίπλοκες που φαίνεται να έχουν ένα κύριο όγκο και μεταγενέστερες προσθήκες.

Ακόμα, η κατοικία μπορεί να είναι μονόχωρη αλλά και να χωρίζεται σε παραπάνω χώρους, πιθανότατα μέχρι τέσσερις βάση των κτηρίων αποτύπωσης. Επίσης, τα περισσότερα κτήρια είναι διώροφα, ενώ υπάρχουν και τριώροφα, σπάνια τετραώροφα. Ένας διαφορετικός τύπος κτηρίου που παρατηρήσαμε αποτελούν τα αδερφομοίρια, δηλαδή δύο κτήρια που εφάπτονται σε κοινό τοίχο και στεγάζουν δύο κατοικίες.

Όλες οι κατοικίες διαθέτουν ημιυπόγειο, το κατώι που εξυπηρετούσε κυρίως στην αποθήκευση αγαθών, ενώ οι υπόλοποι όροφοι αποτελούνται από τους χώρους διημέρευσης, με την σάλα στην μέση και τους υπόλοιπους χώρους να διαρθρώνονται γύρω της.