ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Χαρακτηρίζουμε έναν οικισμό παραδοσιακό όταν υπάρχει ένα ομοιογενές σύνολο αστικών ή αγροτικών κατασκευών το οποίο εξαιτίας του ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού, κοινωνικού, καλλιτεχνικού ή ιστορικού ενδιαφέροντος του είναι άξιο κρατικής προστασίας. Τα Πέρα Μέλανα, διατηρούν έναν αρχιτεκτονικό χαρακτήρα σαν οικισμός και αυτό είναι σαφές από τον τρόπο, αλλά και τα υλικά κατασκευής των κτιρίων. Κύριο χαρακτηριστικό υλικό της περιοχής είναι η σκουρόχρωμη, τραχιά πέτρα, η οποία προέρχεται από τα βουνά της. Συσχετισμένο με το μελανό χρώμα αυτής της πέτρας (γεράνι), πιθανώς να είναι και το όνομα του χωριού. Αυτή είναι, όμως, μια από τις πολλές εκδοχές για την προέλευση του ονόματος και όχι η βασική. Το χωριό, βρίσκεται στις ανατολικές πλαγιές του Πάρνωνα προς την θάλασσα. Ακόμη ένα χαρακτηριστικό που καθιστά ένα τόπο παραδοσιακό είναι η ίδια η κοινωνία του χωριού. Οι άνθρωποι έχουν κοινά έθιμα, μια κοινή δική τους διάλεκτο (τα τσακώνικα), αλλά ακόμη και παρεμφερείς ιδεολογίες, αντιλήψεις και ασχολίες.
Οι κάτοικοι του χωριού έχουν καλές σχέσεις μεταξύ τους και συνηθίζουν να περνάνε χρόνο μαζί στο καφενείο. Οι στενές σχέσεις των ανθρώπων αποτυπώνεται και στην οικιστική τους δόμηση, με συνορεύουσες ή και κοινόχρηστες αυλές. Παρατηρήσαμε, ότι είναι πολύ φιλικοί και πρόθυμοι με τους επισκέπτες, χαίρονται να τους βοηθάνε και να συζητάνε μαζί τους την ιστορία του χωριού τους. Είναι εμφανές ότι η αγάπη για το χωριό τους είναι μεγάλη, αφού διαρκώς προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανή την ιστορία και την παράδοση του τόπου τους. Συχνά η επικοινωνία μεταξύ τους γίνεται μέσω της τσακώνικης διαλέκτου, τόσο για να τους υπενθυμίζει την ιστορία τους, όσο και για να τη μαθαίνουν και οι νεότεροι. Ίσως αυτό που να ενώνει τους κατοίκους του οικισμού περισσότερο από κάποιου άλλου, να είναι η χρήση μίας αυστηρά τοπικής διαλέκτου και το αίσθημα της εγγύτητας που αυτή επιφέρει. Οι άνθρωποι του χωριού διατηρούν έναν πολιτιστικό σύλλογο, ο οποίος διοργανώνει διάφορες εκδηλώσεις, δραστηριότητες και μαθήματα γλώσσας, παραδοσιακών χωρών, κλωστοϋφαντουργίας και άλλων. Οι κάτοικοι των Πέρα Μελάνων ασχολούνται κυρίως με την γεωργία και την κτηνοτροφία, ενώ είναι και ονομαστοί χτίστες με μεγάλη εμπειρίας και πολλές γνώσεις στην κατεργασία της πέτρας. Καταλήξαμε στο γεγονός ότι πρόκειται για ένα χωριό του οποίου η κοινωνία έχει συνοχή και αυτό φαίνεται τόσο στην καθημερινή τους επικοινωνία και ζωή όσο και στην αρχιτεκτονική τους.
Οι κατοικίες, για την καλύτερη κατανόησή τους, χωρίστηκαν ανάλογα με το σχήμα τους, τον προσανατολισμό τους σε σχέση με τις υψομετρικές καμπύλες, τα υλικά κατασκευής τους, τις αυλές τους και με το πιο βασικό χαρακτηριστικό του οικισμού, εάν έχουν ξωστάγι ή όχι. Το ξωστάγι, είτε τοποθετείται στη μέση μεγάλης πλευράς της κατοικίας, είτε στην άκρη αυτής. Αυτές οι δύο κατηγορίες τροποποιούν το σχήμα των κτιρίων αφού τα μετατρέπουν είτε σε “Γ”, είτε σε “Τ”. Επιπλέον, έχουμε το σχήμα “Γ” της κατοικίας χωρίς ξωστάγι, αυτού του τύπου η σχηματική κατοικία δεν παρουσιάζεται τόσο συχνά στον οικισμό. Ανεξαρτήτως του σχήματός τους, όλες οι κατοικίες έχουν οπτικές φυγές προς την ανατολή που βρίσκεται και η θέα.
Όσον αφορά τα υλικά κατασκευής των κατοικιών, κατά το πλείστον είναι κατασκευασμένα από πέτρα, ξύλο και καλάμια. Σε μερικές κατοικίες παρατηρούμε και την χρήση οπλισμένου σκυροδέματος για τη στήριξη-ενίσχυση τοιχοποιιών άλλα και για την δημιουργία μεταγενέστερων προσθηκών.
Οι περισσότερες κατοικίες είναι διώροφες και το ισόγειο χρησιμοποιούνταν ως στάβλος ενώ ο όροφος ως κατοικία. Τα μονώροφα σπίτια που ήταν στάβλοι και κατοικία ταυτόχρονα, με τον διαχωρισμό ενός παταριού, δεν υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό πια στο χωρίο. Τα λιγοστά τέτοια κτίσματα που εντοπίζονται στο χωρίο είναι είτε ερείπια είτε χρησιμοποιούνται ως αποθήκες.
Οι αυλές, χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα στους παραδοσιακούς οικισμούς ως μέσο κοινωνικοποίησης, συνήθως έχουν ακαθόριστο σχήμα και η περίφραξή τους δεν είναι τόσο αυστηρή. Σε πολλές από αυτές βλέπουμε τους παλιούς φούρνους-εστίες οι οποίες δεν χρησιμοποιούνται πια, ενώ και το κτίσμα που παλιά φιλοξενούσε το μπάνιο και συνήθως τώρα λειτουργεί ως αποθήκη. Οι κοινόχρηστες αυλές (για πάνω από μία οικία) είναι συχνό φαινόμενο, ωστόσο, και οι ιδιωτικές αυλές έχουν έναν δημόσιο χαρακτήρα καθώς σε πολλές περιπτώσεις δεν υψώνεται μαντρότοιχος για να τις ορίσει.
Όσον αφορά την κατασκευή των φέρουσων τοιχοποιιών του οικισμού, γινόταν κυρίως με την τεχνική της τρίστρωτης τοιχοποιίας ενώ τεχνικές όπως ο τσατμάς και το μπαγδατί αξιοποιήθηκαν για την δημιουργία εσωτερικών χωρισμάτων. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που βρέθηκαν και εσωτερικά χωρίσματα από ξύλο. Το ξύλο χρησιμοποιείται επίσης στα πατώματα, τα κουφώματα αλλά και σε εσωτερικές σκάλες, οι οποίες πλέον σπανίζουν. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τσακώνικης αρχιτεκτονικής είναι οι διάφοροι χρωματισμοί των κτηρίων που άλλαζαν με το πέρασμα των χρόνων. Οι βασικοί χρωματισμοί ήταν το κόκκινο, το μπλε και το πράσινο.
Ο βαθμός ομοιογένειας του οικισμού είναι αρκετά μεγάλος, αφού σχεδόν όλα τα κτήρια διατηρούν τα βασικά αρχιτεκτονικά τους στοιχεία, παρά τις διάφορες αλλοιώσεις και παρεμβάσεις που έχουν γίνει μέσα στα χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι επίσης, ότι παρατηρείται συχνά επανάληψη ακριβώς της ίδιας όψης σε κτίρια, ειδικά εάν αυτά χτίστηκαν την ίδια περίοδο. Με το πέρασμα των χρόνων ο πληθυσμός του χωριού έχει μειωθεί σημαντικά με αποτέλεσμα πολλά κτίρια να είναι εγκαταλελειμμένα με αρκετές φθορές, τόσο στον φέροντα οργανισμό, όσο και σε διάφορα άλλα σημεία όπως εσωτερικές τοιχοποιίες, πατώματα αλλά και στέγες. Λόγω του ότι οι ιδιοκτήτες ή οι κληρονόμοι τους δεν βρίσκονται στην περιοχή, τα κτήρια παραμένουν με ζημιές και κινδυνεύουν να καταλήξουν σε ερειπώδη κατάσταση. Στην περίπτωση που οι καταστροφές, σε εγκαταλελειμμένα κτίρια ή και κατοικημένα επισκευάζονται, συχνά η επισκευή τους γίνεται από σύγχρονα, οικονομικά υλικά με αποτέλεσμα να μην διατηρείται η παραδοσιακή αρχιτεκτονική του τόπου. Ωστόσο, οι κάτοικοι λόγω της μεγάλης αγάπης τους για το χωριό, προσπαθούν να αποκαταστήσουν τις φθορές με τέτοιο τρόπο ώστε ο χαρακτήρας των Πέρα Μελάνων να μην αλλοιωθεί.