Το κτήριο ευρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του οικισμού. Σύμφωνα με τοπικές πληροφορίες, κατασκευάστηκε περί τα τέλη του 20ου αιώνα. Αποτελείται από δυο ξεχωριστά κτίσματα, το ένα εκ των οποίων είναι διώροφο και το άλλο ισόγειο.
Το διώροφο κτίσμα έχει συνολικό ύψος 5.4 m και καλύπτεται από τετράρριχτη στέγη που έχει ύψος 1,3 m. Το χαμηλότερο επίπεδο είναι ημιυπόγειο εξαιτίας της έντονης κλίσης του εδάφους. Έχει τετράπλευρο περίγραμμα με επιφάνεια περίπου 50 m2, ελεύθερο ύψος 2.3 m και περιλαμβάνει χώρο αποθήκευσης. Στην νοτιοανατολική όψη του κτηρίου σημειώνεται προσθήκη ορθογωνίου σχήματος κάτω από τη σκάλα στο σημείο της εισόδου. Παλαιότερα το ημιυπόγειο αυτό επίπεδο αποτελούσε τον χώρο σταβλισμού των ζώων και αποθήκευσης των αναγκαίων για τις εργασίες των κατοίκων. Ο Α’ όροφος έχει επιφάνεια περίπου 50 m2, ελεύθερο ύψος 2.3 m και περιλαμβάνει χώρους ύπνου. Διατηρεί την τυπική τριμερή οργάνωση της παραδοσιακής κατοικίας, με κεντρικό χώρο και από ένα δωμάτιο εκατέρωθεν του. Η πρόσβαση στον όροφο γινόταν παλαιότερα αποκλειστικά από εξωτερική κλίμακα, ώστε να διαχωρίζεται ο χώρος σταβλισμού των ζώων από τον κύριο χώρο κατοικίας της οικογένειας. Ωστόσο, μετά από σύγχρονη προσθήκη διανοίχθηκε δίοδος για εσωτερική κλίμακα στον κεντρικό χώρο, η οποία συνδέει απευθείας το ισόγειο με τον όροφο. Το ισόγειο κτίσμα είχε πολύπλευρο περίγραμμα αποτελούμενο από ένα τετράγωνο και ένα τραπέζιο. Έχει επιφάνεια 40 m2, ελεύθερο ύψος 2.1 m και περιλαμβάνει χώρο διημέρευσης και παρασκευής φαγητού.
Σχετικά με το σύστημα κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι ο φέρων οργανισμός του κτηρίου αποτελείται από το σύνολο των λίθινων περιμετρικών και εσωτερικών τοίχων του, που έχουν πάχος 0.6 m στο ημιυπόγειο τμήμα. Στο εσωτερικό του ισογείου στο διώροφο κτίσμα υπάρχει τοίχος κατασκευασμένος με οπτόπλινθους, πάχους 0.1 m, μετά από σύγχρονη διαμερισμάτωση του χώρου, ο οποίος παλαιότερα αποτελούνταν από ένα ενιαίο δωμάτιο. Στο εσωτερικό του ορόφου οι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από τσατμά και έχουν πάχος 0.15 m, ενώ στο ισόγειο κτίσμα ο εσωτερικός τοίχος είναι λίθινος, πάχους 0.5 m.
Τα πατώματα του κτηρίου είναι ξύλινα και στηρίζονται σε δοκούς 0.07 m επί 0.15 m και επικαλύπτονται από τάβλες πλάτους 0.15 m. Τα κουφώματα (θύρες και παράθυρα) ήταν και αυτά στο παρελθόν ξύλινα, ωστόσο τώρα έχουν αντικατασταθεί από αλουμινένια λευκού χρώματος. Επιχρίσματα φέρουν οι τοίχοι μόνο στο εσωτερικό του κτηρίου, όπου εντοπίζουμε λευκό επιμελημένο σοβά, ενώ σε όλη την εξωτερική επιφάνεια του κτηρίου είναι ανεπίχριστο.
Σχετικά με την κατάσταση της κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι το κτήριο διατηρείται σε καλή κατάσταση χάρη στη συνεχή χρήση του για περισσότερες από δύο γενιές, σύμφωνα με τις πληροφορίες των ιδιοκτητών του. Αν και σημειώνεται προσθήκη στο κτήριο, η οποία επηρεάζει σε ένα σημείο τη συνολική κάτοψη του κτηρίου, γενικά το τελευταίο διατηρεί την παραδοσιακή δομή του. Ωστόσο, η αντικατάσταση των ξύλινων κουφωμάτων με αλουμινένια και μάλιστα λευκού χρώματος, καθώς και τα μεταλλικά κάγκελα αποτελούν σημαντικό στοιχείο αλλοίωσης της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής σε επίπεδο όψης. Επίσης η παραδοσιακή στέγη έχει αντικατασταθεί από κεραμοσκεπή, ωστόσο φαίνεται ότι οι λίθινες τοιχοποιίες ευρίσκονται σε άριστη κατάσταση.