Πληθυσμιακές Μεταβολές
1881 κάτοικοι 487 1951 κάτοικοι 784
1896 655 1961 854
1907 776 1971 690
1920 817 1981 633
1928 835 1991 509
1940 939 2001 601
Όπως δείχνουν τα παραπάνω στοιχεία, ο οικισμός έφτασε στο απόγειο της πληθυσμιακής του εξέλιξης το έτος 1940. Παρουσίασε κάμψη περί το τέλος της επόμενης δεκαετίας, αλλά το 1961 επανέκτησε μέρος του πληθυσμού του.
Την εποχή εκείνη, η κοινωνία της Ραχούλας ήταν σχεδόν ολοκληρωτικά αυτάρκης. Μεγάλος αγώνας δινόταν προκειμένου να εξασφαλιστεί το “ψωμί της χρονιάς”, καθώς το στάρι που παραγόταν ήταν λιγοστό και διετείθετο για πίτες και πρόσφορα. Τα λοιπά δημητριακά απαραίτητα για τη συντήρηση του πληθυσμού εισάγονταν από γειτονικά χωριά του κάμπου, κυρίως με τη μέθοδο της ανταλλαγής με κρασί, τσίπουρο, κάστανα, καρύδια και σύκα.
Ένα σημαντικό για την περιοχή εισόδημα έδινε η κτηνοτροφία, η οποία εξασφάλιζε πλήρως και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Όσπρια και λαχανικά παράγονταν άφθονα μαζί με μεγάλη ποικιλία σε φρούτα: κεράσια, κοντούλες, σταφύλια και σύκα.
Από το εμπόριο οι Ραχουλιώτες προμηθεύονταν τα απολύτως απαραίτητα όπως αλάτι, λάδι, σαπούνι και φθηνά ψάρια, πουλώντας αντίστοιχα ζώα ή καυσόξυλα.
Από τη δεκαετία του 1970 αρχίζει έντονη εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Σήμερα Ραχουλιώτες είναι εγκατεστημένοι σε μεγάλο ποσοστό στην Αθήνα, σε μικρότερο στη Θεσσαλονίκη και σε ακόμα μικρότερο στην Καρδίτσα, στη Λάρισα και το Βόλο. Μεταξύ των μονίμων κατοίκων του οικισμού, ελάχιστοι είναι οι νέοι, και δραστηριοποιούνται σε μικρές επιχειρήσεις και γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες.