Αποίκια (Τμήμα Β)

Συμπεράσματα

Ο οικισμός των Αποικίων βρίσκεται στο νότιο τμήμα της Άνδρου, στην πλαγιά του όρους Πετάλου ανάμεσα σε βουνό και θάλασσα. Η μελέτη του αποκαλύπτει τη μορφή ανάπτυξης του χωριού από την ίδρυση του εώς σήμερα, ανάλογα με τις οικονομικοπολιτιστικές ανάγκες κάθε εποχής.

Η καθιέρωση του σε αρχοντοχώρι και κέντρο διοίκησης της Άνδρου υπήρξε άμεση και ραγδαία λόγω της πυρκαγιάς του 1647 στη Χώρα. Ο διαχωρισμός του σε γειτονιές εξαρτήθηκε από την τοποθεσία των πυργών των φεουδαρχών, που επηρεάστηκαν από τις πηγές και τη ροή του νερού της Σάριζας. Οι πύργοι αυτοί λειτουργούσαν ως πυρήνες, περιμετρικά των οποίων εξαπλώθηκε ο οικισμός. Ο προσανατολισμός των κατοικιών και η διάταξη των μονοπατιών αποκαλύπτουν ότι οι κάτοικοι δε βίωσαν το φόβο πειρατικών λεηλατήσεων και επιθυμούσαν τη μέγιστη επαφή με τη θάλασσα και τον ήλιο.

Ο μόνος αυτοκινητόδρομος, που διαπερνάει το χωριό, συνδέει τα Αποίκια με το υπόλοιπο νησί και καταλήγει στο λιμάνι του Γαυρίου. Τα μονοπάτια, με την έντονη κλίση του δημιουργούν ένα οδικό πλέγμα για τους κατοίκους του οικισμού, τα κυριότερα εκ των οποίων οδηγούν στη Χώρα και στην παραλία των Γυαλιών. Απέχουν από τη νοοτροπία των κυκλαδίτικων καλντεριμιών και έχουν καθαρά χρηστική χρήση, με σκοπό την ασφαλέστερη και ομαλότερη μετακίνηση των ανθρώπων και των ζώων.

Επίσης, τα Αποίκια διαφέρουν από τα υπόλοιπα χωριά της ελληνικής επαρχείας καθώς στεγάζουν μόνο μία πλατεία στον ασφαλτόδρομο, που σπανίως χρησιμοποιείται από τους κατοίκους. Οι καθημερινές δημόσιες δραστηριότητες των κατοίκων εκτιλύσσονται στα ελάχιστα εναπομείναντα καταστήματα, στις εκκλησίες και στις κατοικίες.

Στο πέρασμα του χρόνου, ο οικισμός γνώρισε σπουδαία οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Αποτελούσε το διοικητικό κέντρο του νησιού κατά τη διάρκεια της ανοικοδόμησης της Χώρας το 17ο αιώνα ενώ υπήρξε ένα από τα πρώτα τουριστικά θέρετρα της χώρας. Στη σημερινή εποχή, η μερική εγκατάλειψη του χωριού είναι εμφανής, καθώς οι κάτοικοι ολοένα και μειώνονται αφού δεν υπάρχουν πλέον βιώσιμες συνθήκες με την έλλειψη καταστημάτων βασικών αναγκών (σουπερμαρκετ, φούρνοι, παντοπωλεία, οπωροπωλεία κλπ.). Σημαντικό ρόλο στο φαινόμενο αυτό παίζει και η έλλειψη συγκοινωνιών όπως αναφέρουν μαρτυρίες των κατοίκων.

Τα οικήματα που υπάρχουν καταγράφουν την ιστορία ενός οικισμού που ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε και επιβίωσε από την εδραίωση του εώς τις μέρες μας. Οι αλλοιώσεις πολλές και ο χαρακτήρας τους μία ανάμειξη του παλαιού και του σύγχρονου. Οι κάτοικοι μεγιστοποιούσαν την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του τόπου τους. Χρησιμοποιούσαν σχιστόλιθο για τοιχοποιίες και μονοπάτια από το βουνό του Πετάλου, κορμό από κυπαρίσσι για δοκό στήριξης και κορμό από μουριά και ελιά για πρέκια πορτών και παραθύρων. Η χρήση διαφορετικών φυσικών υλικών και η συνδυαστική χρήση τους σε επάλληλες στρώσεις προσέδιδαν στα κτίσματα στεγανώτητα και μόνωση. Με την εμφάνιση των σύγχρονων δομικών υλικών, τα κτίσματα του οικισμού έχασαν την αυθεντική υλικότητα τους, όπως στην περίπτωση του σχιστόλιθου ο οποίος συνδυάστηκε ή αντικαταστάθηκε από σκυρόδεμα.

Παρά τις δραστικές αλλαγές που έχει υποστεί ο οικισμός και πλέον αποτελούν σήμα κατατεθέν του, η αδιάκοπη παρουσία ζωής στο πέρασμα του χρόνου μαρτυρά τη συνεχή φροντίδα των κατοίκων για τον τόπο. Οι άνθρωποι αυτοί, διατηρώντας σεβασμό προς τη φύση και πίστη στο μέρος που γεννήθηκαν, συνεχίζουν να κρατάνε ζωντανό τον οικισμό και παρά τις αντίξοες συνθήκες της εποχής μας χαρακτηρίζονται από αισιοδοξία. Αυτό αποκαλύφθηκε από τη φιλοξενία που βιώσαμε κατά τη διάρκεια της επίσκεψης μας και των αναμνήσεων που δημιουργήσαμε μαζί τους.

 

 

Άποψη οικισμού
Άποψη οικισμού
Άποψη οικισμού
Άποψη οικισμού
Αποτύπωση κεντρικού δρόμου
Αποτύπωση κεντρικού δρόμου