Το κτίριο με αριθμό 2 σύμφωνα με την αρίθμηση που έχει ακολουθηθεί, βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο του οικισμού του Δραπανιά (κτίριο 149 στο χάρτη). Το κτίριο, γνωστό και ως "ο πύργος του Μουχαλέ" ή "του Κινέζου", αποτελεί σημαντικό συγκεκριμένο τοπόσημο για το χωριό αλλά και την ευρύτερη περιοχή της Κισάμου. Είναι ένα στολίδι πολιτισμού με αναλοίωτο το γνήσιο χαρακτήρα του μέσα στο χρόνο και τα γεγονότα. Η θέση του προσδίδει στη σπουδαιότητά του καθώς βρίσκεται στο πιο υψηλό σημείο του χωριού, σε διασταύρωση πολυσύχναστων από οχήματα αλλά και πεζούς δρόμων. Είναι δείγμα της Ενετικής φρουριακής αρχιτεκτονικής και αρχικά αποτελούσε ιδιοκτησία πλούσιου Βενετού φεουδάρχη. Λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του που περιγράφονται παρακάτω, ο ιδιοκτήτης του μπορούσε με ευκολία να ελέγχει το φέουδο και τους κολίγους του αλλά και να προστατεύεται από πιθανές επιθέσεις εισβολέων του οικισμού.
Αναλυτικότερα, ο πύργος αποτελείται από απόλυτα ορθογωνική κάτοψη, ραδινών αναλογιών. Έχει τρεις στάθμες, ένα ισόγειο, δηλαδή, και δύο ακόμα ορόφους, γεγονός που τον κάνει μοναδικό κτίριο για την εποχή ανέγερσης του προσδίδοντας, έτσι, κύρος στην κατασκευή του που μέχρι και σήμερα βρίσκεται σε όχι άθλια κατάσταση, τουλάχιστον το ισόγειο αλλά και οι περισσότεροι τοίχοι. Αυτό το στοιχείο δικαιολογεί και το πρωτοφανώς μεγάλο πάχος των λίθινων τοίχων της χαμηλότερης στάθμης που στα ανώτερα επίπεδα φθήνει. Έχει συνολικό ύψος 11 περίπου μέτρα και η επιφάνεια που καταλαμβάνει η κάτοψη είναι 38 τετραγωνικά μέτρα.
Στο ισόγειο η είσοδος γίνεται από τη Δύση. Κάθε πλευρά του πύργου έχει παράθυρα μεγάλης σχετικά επιφάνειας, αν σκεφτεί κανείς ότι ο φέρων οργανισμός είναι λίθινος και τα ανοίγματα στα κτίρια της εποχής αυτής εξαρτώνται άμεσα από το μήκος των ξύλων αλλά και από τις ανάγκες αερισμού και διατήρησης της θερμοκαρασίας στο εσωτερικό. Η διαμπερότητα αυτή σήμερα δεν είναι ορατή καθώς έχουν κτιστεί προσθετικά ως προς τον πύργο άλλα πιο απλά κτίρια λίγο μεταγενέστερων χρόνων με αποτέλεσμα κάποια παράθυρα να σφραγιστούν με πέτρες και κονίαμα. Αντικριστά της εισόδου διασώζονται τα ίχνη μίας δευτερεύουσας εισόδου από την άλλη μεριά προς την αυλή που σήμερα είναι αδύνατη η πρόσβαση λόγω της πυκνής και απεριποίητης βλάστησης. Ο χώρος του ισογείου χωρίζεται νοητά σε δύο ίσους μικρότερους χώρους λόγω του τοξοτού μεσότοιχου. Ο συγκεκριμένος τοξωτός μεσότοιχος παρουσιάζει δίαφορες ιδιαιτερότητες. Αρχικά ο τρόπος με τον οποίο εφάπτεται στους τοίχους που ενώνει χωρίς να εξέχει απο αυτούς δίνει την αίσθηση της ομοιομορφίας του χώρου. Ακόμα διαδραματίζει βασικό στηρικτικό ρόλο για την οροφή του ισογείου η οποία αποτελείται από δύο συμμετρικές καμάρες. Η τοποθέτηση μεγάλων λίθων στο τόξο συμβάλουν στην στιβαρότητα της κατασκευής. Ενδιαφέρον τέλος έχει και η πολύ πετυχημένη αισθητικά συναρμογή των λίθων αυτών με τους λεπτότερους λίθους της καμάρας. Η χρήση του ισογείου πρέπει να κάλυπτε τις ανάγκες της διημέρευσης κυρίως. Αυτό ίσως μαρτυρά και η ύπαρξη μίας πολεμίστρας-φεγγίτη στην νότια πλευρά του, προσφέροντας επιπλέον προστασία από πιθανές απειλές.
Η δεύτερη στάθμη συνδέεται με την πρώτη εξωτερικά με μία σκάλα που φαίνεται να έχει ανακατασκευάστει ποικίλες φορές λόγω της διαφορετικότητας των υλικών. Αυτό το επίπεδο λογικά φιλοξενούσε χώρους διανυκτέρευσης. Πληροφορίες δυστυχώς για την υλικότητα του πατώματος δεν υπάρχουν καθώς το κτίριο έχει μετατραπεί σε σκουπιδότοπο.
Τέλος, ο τρίτος όροφος, του οποίου το πάτωμα δεν διασώζεται παρά μόνο τα ίχνη των δοκαριών στήριξης στα σημεία συναρμογής με τους τοίχους, λογικά έπαιρνε και αυτός με τη σειρά του χώρους διανυκτέρευσης. Ο αερισμός είναι και σ’αυτό το επίπεδο διαμπερής καθώς υπάρχουν παράθυρα σε όλες τις πλευρές. Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για την υλικότητα των πατωμάτων, της οροφής αλλά και της σκάλας που συνέδεε τους δύο ανώτερους ορόφους. Πιθανότατα, το ξύλο έπαιζε σημαντικό ρόλο στην όλη κατασκευή.