Το αποτυπωμένο κτίριο 1 βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του οικισμού, στο όριο του κεντρικού τμήματός του (κτίριο 92 στο χάρτη). Σύμφωνα με τα λεγόμενα κατοίκων του Δραπανιά, αλλά και μετά από δική μας μελέτη, συμπεράναμε ότι πιθανότατα παλαιότερα χρησιμοποιούταν ως Μοναστήρι, ενώ σήμερα είναι ακατοίκητο και εν μέρη ερειπωμένο στο ισόγειο, με μία υποτυπώδη ανακαίνιση και κάποιες προσθήκες στον πρώτο όροφο, με χρήση ως περιστασιακή εξοχική κατοικία.
Αποτελείται από δύο επίπεδα με συνολικό ύψος 9 μέτρα. Πρόκειται για ένα κτίριο σχήματος Γ με μία κεντρική αυλή και ένα μικρό αίθριο που συνορεύει με τον στενό δρόμο στη βόρεια πλευρά του κτιρίου (συνολική επιφάνεια 300μ^2). Η κάτοψη και οι αναλογίες της δεν εντάσσονται σε κάποια τυπολογία των υπολοίπων κτιρίων του Δραπανιά, ίσως λόγω της λειτουργίας του ως Μοναστήρι και όχι ως κατοικία. Η είσοδος στο ισόγειο γίνεται είτε από τη νότια πλευρά του κτιρίου κατευθείαν στο εσωτερικό του κτιρίου – αφού διασχίσει κανείς την κεντρική αυλή, είτε μέσω του μικρού αίθριου (πρόσβαση από το δρόμο με μία μεγάλη ξύλινη αυλόπορτα) στη βόρεια πλευρά του κτιρίου. Υπάρχουν και δύο εξωτερικές σκάλες που οδηγούν στον πρώτο όροφο: η ανατολική και η δυτική-μπετονένια σκάλα, η οποία φαίνεται να είναι μεταγενέστερη προσθήκη στα πλαίσια της ανακαίνισης του πρώτου ορόφου.
Στο ισόγειο, στο οποίο είχαμε πρόσβαση και μπορέσαμε να αποτυπώσουμε και να αναλύσουμε, διακρίναμε έναν κεντρικό χώρο -πιθανολογούμε- συνάθροισης και διημέρευσης και κάποιους μικρότερους χώρους – διανυκτέρευσης για τις μοναχές. Στη δυτική πλευρά, παρατηρήσαμε την ύπαρξη καμάρας που διαχωρίζει τον χώρο. Αξιοσημείωτη είναι και η ύπαρξη κάποιας εσοχής τζακιού –ίσως χρησίμευε και ως φούρνος-. Υποθέτουμε ότι ο δευτερεύων κτιριακός όγκος στη νότια πλευρά του κτιρίου έχει μεταγενέστερες προσθήκες (ύπαρξη μπετονένιων σκαλιών και στοιχείων).
Στο επίπεδο του ισογείου υπάρχουν αρκετά παράθυρα –όλα σε ορθογωνική μορφή- αλλά και ανοίγματα μεταξύ των χώρων. Το δάπεδο , αν και δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε το υλικό κατασκευής του, λόγω χαλασμάτων και συσσωρευμένων λίθων υποθέτουμε ότι ήταν χωμάτινο στο ισόγειο και ξύλινο στο επίπεδο του ορόφου.
Στον πρώτο όροφο δεν ήταν δυνατή η πρόσβαση και περαιτέρω μελέτη του, όμως μπορέσαμε να διακρίνουμε τη δίρριχτη στέγη του κτιρίου –με σχετικά καινούρια τούβλα- με ξύλινο σκελετό –πιθανότατα-. Τα παράθυρα που φαίνονται στην όψη του πρώτου ορόφου είναι και αυτά ορθογώνια.
Η πέτρινη τοιχοποιία του κτιρίου βρίσκεται σε σχετικά κακή κατάσταση, όπως και το επίχρισμα που πιθανόν κάλυπτε εξωτερικά το κτίσμα.
Αξιόλογη παρατήρηση είναι η ύπαρξη στον χώρο που υπάρχει στο εσωτερικό (με την πρόσβαση από τη νότια είσοδο του ισογείου) ενός χαμηλού παταριού, με σύστημα στήριξης ξύλινων δοκών πακτωμένων στον τοίχο, το οποίο εμπλουτιζόταν με καλάμια και άχυρα. Πάνω σε αυτό το πατάρι φαίνεται ότι υπήρχαν κάποια κρεβάτια, ενώ κάτω από αυτό πιθανόν ο χώρος πιθανόν χρησίμευε για αποθήκευση.