Βαθμός αλλοίωσης της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής
Κατάσταση των κτηρίων
Τρόπος στέγασης των κτηρίων
Αριθμός ορόφων
Ο οικισμός που μελετήθηκε και αναλύθηκε από την ομάδα μας παρουσιάζει ποικίλα χαρακτηριστικά που συνάδουν με το περιβάλλον του, το ενοποιούν με αυτό και αναπτύσσουν μαζί του μια σχέση αλληλεπίδρασης, όπως είναι και αναμενόμενο με βάση την τοποθεσία αλλά και την ιστορία του. Παρατηρώντας τα παλαιότερα κτίσματα τα οποία σήμερα ευρίσκονται κυρίως σε μορφή ερειπίων, είναι εμφανής η άντληση πόρων και υλικών από το φυσικό περιβάλλον, τα οποία ανακυκλώνονται και επαναχρησιμοποιούνται.
Η εκμετάλλευση των πόρων του περιβάλλοντος λαμβάνει εδώ θετική σημασία, σε αντίθεση με τη σημερινή εποχή, όπου ο όρος «εκμετάλλευση» έχει λάβει αποκλειστικά αρνητική χροιά και συγχέεται με την κατάχρηση και την καταστροφή. Οι άνθρωπος της παλαιότερης εποχής έκτιζε με βάση το ανθρώπινο μέτρο.Δεδομένου ότι η ανθρώπινη κλίμακα καθόριζε την αρχιτεκτονική και όχι το κέρδος, αυτή αποζητούσε λύσεις που δεν έφταναν σε υπερβολή και αλλοίωση του περιβάλλοντος χώρου.
Η σύνδεση με αυτό πραγματοποιείται με ένα διακριτικό τρόπο, που δημιουργεί το ανθρωπογενές φυσικό τοπίο. Τα κτήρια και η χωροταξική διαμόρφωση του οικισμού γινόταν με βάση τις ανάγκες του κάτοικου, με χαρακτηριστική φειδώ. Παρατηρώντας τον οικισμό διαπιστώνεται ότι οι επεμβάσεις που έγιναν στην προσπάθεια συντήρησης ή επισκευής των παλαιών κτηρίων έχουν γίνει με τρόπο που αλλοιώνει την τοπική παραδοσιακή αρχιτεκτονική.
Η χρήση τσιμέντου ως επίχρισμα, η καταστροφή παλαιάς λίθινης τοιχοποιίας αντί η επισκευή της , οι πρόχειρες προσθήκες από οπλισμένο σκυρόδεμα που κάθε άλλο παρά ταιριάζουν με το χαρακτήρα των κτισμάτων, είναι μόνο μερικά από τα σχετικά παραδείγματα. Επίσης από τα σύγχρονα κτίσματα μέσα του οικισμού, ελάχιστα είναι αυτά στα οποία φαίνεται ότι υπήρχες πρόθεση να ενταχθούν στο αρχιτεκτονικό ύφος του και στο φυσικό περιβάλλον του οικισμού.
Εν τέλει, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αυτή η αυτοσχεδιαστική «χροιά» που διακρίνουμε στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική σχετικά με την διάταξη των κτηρίων αλλά και την αλληλεπίδραση των επιμέρους τους στοιχείων, είναι απόρροια εμπειρικής γνώσης που προέκυψε με μόχθο. Η γνώση αυτή που συσσωρεύτηκε με την πάροδο του χρόνου, έδωσε στις επόμενες γενιές και κατ’ επέκταση ακόμα στον σημερινό άνθρωπο τις αρχές μίας σοφής αρχιτεκτονικής δημιουργίας.Ουσιαστικά μόνο τα μικρού αριθμού παλαιά κτήρια που δεν έχουν δεχθεί επεμβάσεις, διατηρούν την αυθεντικότητα τους και φανερώνουν την κανονική παραδοσιακή αρχιτεκτονική του οικισμού. Είναι όμως λυπηρό ότι ευρίσκονται σε κακή κατάσταση, ερειπωμένα και εγκαταλελειμμένα. Το γεγονός αυτό φανερώνει, τις μεταναστεύσεις των κατοίκων προς τα αστικά κέντρα και την οικονομική αδυναμία της συντήρησης των παλαιότερων κτηρίων.
Σχετικά με τα βασικά χαρακτηριστικά της τοπικής αρχιτεκτονικής προκύπτουν τα εξής: Όσον αφορά τους φέροντες τοίχους, αυτοί ήταν λιθόκτιστοι, τα δάπεδα ξύλινα στηριζόμενα σε ξύλινες δοκούς, και για την στέγαση χρησιμοποιούσαν ξύλινα δοκάρια για στήριξη και φύκια, κονιάματα και πέτρες για μόνωση, ή και με κεραμίδια ως ανώτατο στρώμα. Όσον αφορά τον τρόπο στέγασης, συμπεραίνουμε ότι η πλειονότητα των κτηρίων του οικισμού στεγάζεται με δώμα. Όσον αφορά τον αριθμό των ορόφων, προκύπτει ότι τα κτήρια είναι μονώροφα ή διώροφα, με εξαίρεση δύο τριώροφα. Τα περισσότερα από αυτά είναι μονώροφα, κάτι που φανερώνει ότι, παρά την πληθώρα σύγχρονων κατασκευών, η δόμηση έχει διατηρηθεί χαμηλή και η κορυφογραμμή των κτηρίων παραμένει σε χαμηλό ύψος σχετικά με το επίπεδο του δρόμου.
Γενικά ο Δραπανιάς χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη ποικιλομορφία ως προς την τυπολογία των κτισμάτων που συναντά κανείς σε αυτόν, όχι μόνο ως προς το ύφος ανάλογα με την εποχή ανέγερσης, αλλά και ως προς τα σχήματα των κατόψεων και τη διάταξη και τη συσχέτιση των κτιριακών όγκων μεταξύ τους. Από την ανάλυση του οικιστικού συνόλου προέκυψε μικρός αριθμός παλαιών κτιρίων τα οποία εντάσσονται σε κάποια συγκεκριμένη τυπολογία και που οι διαστάσεις διατηρούν ορισμένες αναλογίες. Είναι αρκετές οι περιπτώσεις κτιριακών συγκροτημάτων τα οποία δεν διαθέτουν σαφή όρια, αλλά ούτε και κάποια εμφανή διάταξη δομής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως στο κέντρο των σημερινών «οικοδομικών τετραγώνων» βρίσκονται, φαινομενικά διάσπαρτα, διάφορα κτίρια η συγκροτήματα τα οποία ωστόσο σήμερα δεν είναι προσβάσιμα μέσω κάποιου δρόμου ή μονοπατιού, γεγονός που μας οδηγεί στην υπόθεση πως η κατοίκηση φαίνεται να ήταν πολύ πυκνή. Αυτή η παρατήρηση σε συνδυασμό με την αυτοσχεδιαστική διάταξη των κατόψεων στα συγκροτήματα κτιρίων προδίδει πιθανότατα την έντονη ανάγκη για γειτνίαση αλλά και συστέγαση πολλών κατοίκων.
Αυτός ο χαρακτήρας της δόμησης με την λιτή και απλή σε κατασκευές αρχιτεκτονική, υποδεικνύει και των λιτότητα της ζωής των κατοίκων, όπου η κατοικία κάλυπτε μόνο τις βασικές ανάγκες τους, και την ενότητα τους για την αντιμετώπιση σημαντικών προβλημάτων (κακοκαιρίες, μειωμένες σοδειές εχθρικές επιδρομές, κ.τ.λ)