Δροσοπηγή

Κατοικία 24

δυτική όψηβόρεια όψηξύλινη εξώθυρα οικίαςΤο επιμελημένο και χρωματισμένο ξύλινο ταβάνι της κατοικίας - πρόκειται για το μοναδικό κτήριο στον οικισμό με παρόμοιο ταβάνι σύμφωνα με τους κατοίκουςδωμάτιο στον α' όροφο με εστίαεπιγραφή κατασκευής της οικίας

Το κτήριο ευρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του οικισμού, στις παρυφές της πλατείας. Σύμφωνα με την λιθανάγλυφη επιγραφή του, κατασκευάστηκε το 1926, ενώ από τοπικές πληροφορίες μαθαίνουμε ότι κατοικούνταν άλλοτε από τον δάσκαλο του χωριού.

Αποτελείται από δύο επίπεδα, έχει συνολικό ύψος 7 m και καλύπτεται από  τετράρριχτη στέγη που έχει ύψος 1,5 m. Το χαμηλότερο επίπεδο είναι ισόγειο, και περιβάλλεται από αυλή υποβαθμισμένη ως προς το επίπεδο του δρόμου, στην οποία έχει κανείς πρόσβαση μέσω λίθινων σκαλοπατιών. Έχει τετράπλευρο περίγραμμα με επιφάνεια περίπου 51,4 m2, ελεύθερο ύψος 2.6 m και διατηρεί την τυπική τριμερή διαίρεση των παραδοσιακών κατοικιών. Περιλαμβάνει τον κεντρικό χώρο εισόδου, στον οποίο ευρίσκεται ξύλινη σκάλα με σφηνοειδή σκαλοπάτια που οδηγεί στον όροφο. Εκατέρωθεν του χώρου εισόδου υπάρχουν δωμάτια εκ των οποίων το ένα αποτελεί χώρο αποθήκευσης και το άλλο πιθανόν χώρο παρασκευής φαγητού, όπως συμπεραίνουμε από την εστία, τα έπιπλα και τα σκεύη που βρέθηκαν στο χώρο. Ακόμη, αποθηκευτικοί χώροι ενσωματωμένοι στους τοίχους πρόδιδαν την αλλοτινή χρήση του δωματίου.

Ο Α’ όροφος διατηρεί επίσης την τυπική τριμερή διάρθρωση, με τη σάλα στο κέντρο και από ένα δωμάτιο εκατέρωθεν της. Έχει επίσης τετράπλευρο περίγραμμα και ελεύθερο ύψος 2.6 m. Στον κεντρικό άξονα του ορόφου πρόβαλε κάποτε ξύλινο μπαλκόνι, με θέα στην πλατεία, το οποίο βρίσκεται πλέον υπό κατάσταση διάλυσης. Το ένα δωμάτιο χρησίμευε σαν χώρος ύπνου, καθώς εντός του βρέθηκε μεταλλικό κρεβάτι, ενώ το άλλο πιθανόν ως γραφείο και σαλόνι, κρίνοντας από την επίπλωση. Το δεύτερο δωμάτιο διέθετε και εστία, η οποία διαγράφεται εμφανώς στην ξύλινη οροφή του δωματίου που βρίσκεται από κάτω.

Σχετικά με το σύστημα κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι ο φέρων οργανισμός του κτηρίου αποτελείται από το σύνολο των λίθινων περιμετρικών τοίχων του, που έχουν πάχος 0.6 m στο ισόγειο με μικρή εκλέπτυνση 5 εκατοστών στον πρώτο όροφο. Στο εσωτερικό του ορόφου υπάρχουν και τοίχοι κατασκευασμένοι με την τεχνική του τσατμά, πάχους 0.15 m.

Τα κουφώματα του κτηρίου (θύρες και παράθυρα) είναι ξύλινα, όπως και τα πατώματα που στηρίζονται σε δοκούς 0.12 m επί 0.15 m και επικαλύπτονται από τάβλες πλάτους 0.15 m. Επιχρίσματα φέρουν οι λίθινοι τοίχοι μόνο στο εσωτερικό του κτηρίου, ενώ σε όλη την εξωτερική επιφάνεια του κτηρίου είναι ανεπίχριστο. Χρωματισμοί υπάρχουν στα κουφώματα του κτηρίου με ελαιοχρώματα και στην επιφάνεια των εσωτερικών τοίχων διακρίνουμε λευκό σοβά. Επιπλέον, τα ταβάνια του ορόφου είναι ξύλινα και εξαιρετικά επιμελημένα με χρώματα και ανάγλυφα σχέδια. Το παρόν κτήριο αποτελούσε, σύμφωνα με τοπικές πληροφορίες, το μοναδικό στον οικισμό με τόσο πλούσια διακόσμηση.

Σχετικά με την κατάσταση της κατασκευής του κτηρίου, αναφέρεται ότι το κτήριο έχει υποστεί φθορές από την πλήρη εγκατάλειψή του κατά τα τελευταία 40 χρόνια. Οι φθορές αυτές εντοπίζονται τόσο στο εξωτερικό του κτηρίου, στην τοιχοποιία, τη στέγη και το κατεστραμμένο ξύλινο μπαλκόνι, όσο και στο εσωτερικό του κτηρίου, στους τοίχους, τα επιχρίσματα και τα ξύλινα κουφώματα. Ωστόσο, παρά τις φθορές οι λίθινες τοιχοποιίες ευρίσκονται σε γενικά ικανοποιητική κατάσταση, καθώς οι ρωγμές και οι μικρές απώλειες λίθων σημειώνονται σχεδόν αποκλειστικά στην κεντρική περιοχή της κύριας όψεως και στα σημεία ύπαρξης εστιών εσωτερικά του κτηρίου.