Από την παραπάνω μελέτη και εμβάθυνση στον οικισμό της Καππαριάς, προκύπτει ότι η ανάπτυξη της με την πάροδο του χρόνο οφείλεται τόσο στις ιδιαιτέρας τοπογραφικές και κλιματικές συνθήκες όσο και στην κοινωνικοπολιτική κατάσταση του νησιού της Άνδρου. Ανέκαθεν η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή αποτελούσε κυρία πηγή εσόδων του οικισμού, κάτι που συμπεραίνεται τόσο από τις διαμορφωμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις στην πλαγιά του βουνού ( αιμασιές ) όσο και από τις επιμέρους δραστηριότητες στις ιδιωτικές αυλές των κτισμάτων. Η συγκρότηση του οικισμού που ακολουθεί την κλίση του φυσικού αναγλύφου, ο νότιος προσανατολισμός, η έντονη βλάστηση και το γενικότερο εύφορο κλίμα , η εκατέρωθεν γειτνίαση με ρεματιές καθώς και το πλούσιο υπέδαφος συνέβαλλαν στην κατεύθυνση αυτή.
Η μορφολογία και ο τρόπος δόμησης των κτισμάτων , που ακολουθούν τον παραδοσιακό τρόπο ο οποίος χαρακτηρίζει γενικότερα το νησί, διαμορφώνουν τον ιδιαίτερο πολιτιστικό χαρακτήρα του οικισμού. Κύριο δομικό υλικό των κτισμάτων αποτελεί ο σχιστόλιθος που αφθονεί στο νησί ενώ συναντάμε και κορμούς κυπαρισσιών ή αγριελιάς για την διαμόρφωση πρεκιών και οριζόντιων φερόντων συστημάτων. Ο τρόπος κατεργασίας των υλικών ,η επιδεξιότητα με την οποία αντιμετωπίστηκαν τα οικοδομικά ζητήματα καθώς και η αξιόλογη τεχνική των ντόπιων κατασκευαστών οδήγησαν στην δημιουργία μιας χαρακτηριστικής εικόνας του οικισμού.
Ιδιαίτερο γνώρισμα της περιοχής αποτελεί η σημαντική παρουσία περιστεριών, σε αντίθεση με άλλες περιοχές του νησιού. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένδειξη της οικονομικής ανάπτυξης της Καππαριάς σε σχέση με το Πάνω Κάστρο, από την εποχή της φραγκοκρατίας.
Από τον 18ο αιώνα η Άνδρος χαρακτηρίζεται από σημαντική ανάπτυξη της ναυτιλίας και υπέροχη της αστικής τάξης που οδήγησαν σε οικονομική ανάπτυξη αλλά και μεταναστευτικά ρεύματα. Ιδιαίτερα μετά τον εμφύλιο, λόγω των αριστερών πεποιθήσεων που επικρατούσαν καθ΄ εξαίρεση στον οικισμό της Καππαριάς πραγματοποιείται μεγάλο μεταναστευτικό κίνημα από την Άνδρο προς τις Ηνωμένες πολιτείες της Αμερικής, οδηγώντας σε ερήμωση μεγάλου μέρους του οικισμού.
Σήμερα οι περισσότερες κατοικίες έχουν ερειπωθεί λόγω απουσίας των κατοίκων τους, ενώ μερικοί επιστρέφουν κατά διαστήματα τους καλοκαιρινούς μήνες.
Οι τελευταίοι, όντας παροδικοί κάτοικοι, για να επιτύχουν συνθήκες ανετότερης κατοίκησης προβαίνουν σε επεμβάσεις των κατοικιών τους, με αποτέλεσμα την αλλοίωση του παραδοσιακού χαρακτήρα και της ομοιογένειας του οικισμού.