Το κτίριο 3 βρίσκεται στο Βόρειο τμήμα του χωριού και χρονολογείται περίπου από το 1800. Σύμφωνα με πληροφορίες, βρισκόταν εκεί πολύ πριν χτιστεί το διπλανό του, το οποίο τα χρόνια εκείνα θεωρήθηκε αρχοντικό. Στην αρχή της ύπαρξής του αποτελούσε μια κατοικία. Με το πέρασμα των χρόνων χρησιμοποιήθηκε ως βοηθητικός χώρος στο αρχοντικό. Χρησίμευε κατά βάση ως κουζίνα τους καλοκαιρινούς μήνες και τώρα χρησιμεύει ως αποθήκη. Είναι αρκετά καλοδιατηρημένο και παράλληλα όχι ιδιαίτερα αλλοιωμένο. Έχει υποστεί βέβαια ορισμένες σημαντικές αλλοιώσεις για λόγους συντήρησης και αντοχής στο χρόνο, καθώς και για λόγους λειτουργικότητας. Δεν έχει χάσει όμως τον παραδοσιακό του χαρακτήρα.
Οι τοίχοι του είναι πέτρινοι, και για την καλύτερη διατήρησή του οι ιδιοκτήτες αποφάσισαν να βάλουν επίχρισμα. Παλαιότερα οι πέτρινοι τοίχοι του ήταν χρωματισμένοι με ένα μπλε χρώμα- λουλακί (όπως συνήθιζε και το υπόλοιπο χωριό). Ύστερα από το ασβέστωμά του όμως, διατηρεί ένα λευκό χρώμα στο εσωτερικό και εξωτερικό του περίβλημα. Τα κουφώματα διατηρήθηκαν ξύλινα. Μάλιστα η πόρτα έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού είναι σχετικά χαμηλή σε ύψος (1.90 μ. , για λόγους προστασίας από τους πειρατές), δίφυλλη και με ένα αρκετά μεγάλων διαστάσεων κλειδί.
Πρόκειται για έναν ενιαίο και μονοόροφο χώρο, ο οποίος διαθέτει ένα τζάκι και ένα πηγάδι στο εσωτερικό του. Το σχήμα της κάτοψης στην πραγματικότητα είναι τραπέζιο, αλλά η διαφορά των δύο βάσεων είναι σχεδόν αμελητέα, οπότε επιλέγουμε να την χαρακτηρίσουμε ορθογωνική κάτοψη (με διαστάσεις περίπου 7,50x3,00 μ.).
Στην οροφή διακρίνουμε εμφανή ξυλοδεσιά της στέγης. Έτσι το ύψος του κτίσματος παρατηρείται συνολικά περίπου 3,50 μ. Η στέγη, πέρα από κάποιες αναγκαίες επισκευές, έχει κρατήσει τον χαρακτήρα της ως είχε. Εξωτερικά αποτελείται από κεραμίδια και στο τελείωμα της υπάρχουν σχιστόπλακες.
Η είσοδος γίνεται από τη Νότια πλευρά του κτιρίου μέσω μιας αυλής, η οποία αναπτύσσεται σχεδόν περιμετρικά. Για ορισμένους κτηματολογικούς παράγοντες η Βόρεια πλευρά του κτιρίου αποτέλεσε και τα όρια με το διπλανό οικόπεδο, με αποτέλεσμα αφενός η αυλή να περιοριστεί στις τρεις πλευρές του κτίσματος και αφετέρου να κλείσει το Βορεινό παράθυρο για προφύλαξη της ιδιωτικής ζωής του διπλανού κάτοικου. Παρατηρήθηκε όμως και το Δυτικό παράθυρο να έχει κλείσει, ύστερα από την προσθήκη κάποιου άλλου κτίσματος, πιθανόν υγρού χώρου. Στην Δυτική πλευρά του κτιρίου ο τοίχος διατηρήθηκε ως είχε και προστέθηκε ένας άλλος λεπτότερος τοίχος προκειμένου να γίνει το παράθυρο τυφλό. Η Νότια πλευρά του κτιρίου έχει την είσοδο και ένα παράθυρο, το οποίο έχει διατηρηθεί ανοιχτό. Η Ανατολική όψη είναι τυφλή.