Η κατοικία 60, η οποία επιλέχθηκε ως χαρακτηριστικό κτίριο της περιοχής μελέτης, εντάσσεται ως προς την κάτοψη στην τυπολογία του ορθογώνιου(σχεδόν τετράγωνου) κτιρίου με τετράρρικτη στέγη με επικάλυψη σχιστόπλακας σε αράδες. Οι εξωτερικοί τοίχοι , καθώς και ο μεσότοιχος(ο παράλληλος προς την πρόσοψη) είναι τρίστρωτες αργολιθοδομές από σχιστόπλακες(με πάχος που κυμαίνεται μεταξύ των 60 και 70 cm που μειώνεται όσο πλησιάζουμε στην κορυφή των λιθοδομών), ενισχυμένες με αγκωνάρια στις γωνίες και με ενδιάμεσες οριζόντιες ζώνες σχάρας ξυλοδεσιών με εγκάρσιες κλάπες ανά 60cm. Ως προς τα ανοίγματα, το σπίτι διαθέτει υπερυψωμένη είσοδο(στα 50cm),που σφραγίζει από ξύλινη καρφωτή πόρτα με λαξευμένα αγκωνάρια και μονολιθικό υπέρθυρο, ενώ επίσης διαθέτει παράθυρα με μονό τζάμι και ξύλινο κούφωμα, ενσωματωμένο μέσα στη λιθοδομή του τοίχου με ξύλινο κατωκάσι και υπέρθυρο με ελαφρώς θολωτή κατασκευή(το κτίριο βέβαια έχει δεχτεί επεμβάσεις με αντικατάσταση την ποδιάς των παραθύρων της πίσω όψης με μια μπεντονένια κορνίζα περιμετρικά του ανοίγματος). Στην εσωτερική πλευρά του κουφώματος, η ποδιά παρουσιάζει κάποια κλίση, ενώ το ανακουφιστικό τόξο έχει δώσει την θέση του στην κατασκευή της « αχιβάδας» με διάφραγμα. Αξίζει επίσης να αναφερθεί η ύπαρξη μιας «φανέστρας»(οριζόντιας σχισμής με ξύλινο ανώφλι και λίθινη ποδιά) για το κατώι.
Ως προς το εσωτερικό, το σπίτι διαθέτει ένα πέτρινο πλατύσκαλο, το οποίο διευκολύνει την πρόσβαση στο υπερυψωμένο(στηριζόμενο από ένα σύστημα ξύλινων δοκαριών) χειμερινό χώρο του ισογείου και οδηγεί με μια καθοδική κίνηση στο κατώι , ενώ παράλληλα πάνω σε αυτό εδράζονται οι ξύλινοι βαθμιδοφόροι της σκάλας που οδηγεί στον ανώτερο όροφο. Η σκάλα(η θέση της οποίας είναι σχεδόν περασιά με την κεντρική είσοδο) αποτελείται από έναν απότομο μονοκόμματο κλάδο, που εφάπτεται στην μία πλευρά με έναν εσωτερικό τοίχο και που διέρχεται ανάμεσα από το κενό των 90cm που σχηματίζουν οι περαστές του ξύλινου πατώματος, στις οποίες τα σκαλομέρια της σκάλας είναι παράλληλα. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι η συγκεκριμένη σκάλα δείχνει να διέθετε «γκλαβανή», ενώ διαθέτει ακόμα ξύλινο κάλυπτρο με ειδική διαμόρφωση από κάγκελα γύρω από το άνοιγμα της σκάλας , σε κατάλληλο βέβαια ύψος. Ως προς τα δάπεδα, αποτελούνται από μεγάλες ξύλινες σανίδες, οι οποίες καρφώνονταν κατευθείαν πάνω στις περαστές του πατώματος(οι οποίες εδράζονται στο εσωτερικό των λιθοδομών με την αντίστοιχη ενίσχυση από ζώνες ξυλοδεσιών στην κάτω παρειά τους). Αντίστοιχα ,το κτήριο διαθέτει ταβάνι από ένα μείγμα σοβά που στερεώνεται στη θέση του με τη χρήση πυκνών πλεγμάτων από καλάμια που είναι συνδεδεμένα με μεταλλικές καρφωμένες ταινίες πάνω στις περαστές της στέγης. Αξίζει επίσης να αναφερθεί η ύπαρξη τζακιού στο ανώτερο επίπεδο, το οποίο είναι ενταγμένο μέσα στο πάχος της λιθοδομής.
Ως προς τη στέγη, διαστρώνονται αρχικά οριζόντιες περαστές (κάθετα στην πρόσοψη του κτιρίου) σε διαστήματα της τάξης του 1.5m, για να τοποθετηθεί στη συνέχεια ο κεντρικός ορθοστάτης(μπαμπάς) στη μέση της μεσαίας περαστής. Στη συνέχεια γίνεται η τοποθέτηση των «κατωμαχιών», διαγώνια του κτιρίου και η συμπλήρωση του οριζόντιου πλέγματος με την τοποθέτηση των κοντών περαστών(κάθετα στις κύριες περαστές), οι οποίες δεν γεφυρώνουν το άνοιγμα μονοκόμματα, αλλά με την χρήση διαδοχικών τμημάτων ξυλείας. Με την τοποθέτηση των «τσιμπιδιών» από τις περαστές στον μπαμπά και στους δευτερεύοντες ορθοστάτες, σχηματίζονται αντίστοιχα τα κύρια «τρίγωνα» και τα δευτερεύοντα «τραπέζια» στο χώρο, πάνω στα οποία στη συνέχεια στηρίζονται κάθετα οι τεγίδες( και κάθετα στις τεγίδες οι επιτεγίδες, οι οποίες στη συνέχεια θα δεχθούν την επικάλυψη από σχιστόπλακες).