Η Απιδιά είναι ένας οικισμός που αναπτύχθηκε αμφιθεατρικά σε ένα μικρό λεκανοπέδιο σε αρκετά προνομιακό σημείο, αφενός προστατευμένο από τους λόφους πάνω στους οποίους συγκροτείται και αφετέρου έχοντας σημαντικά οφέλη από τον εύφορο κάμπο που ξεδιπλώνεται στους πρόποδες των λόφων αυτών. Έτσι ο χαρακτήρας του οικισμού αυτού είναι αγροτικός. Ο οικισμός συγκροτείται πάνω στους λόφους με τρόπο οργανικό, ο οποίος υπαγορεύεται από τη μορφολογία του εδάφους και εναρμονίζεται με το τοπίο αυτό.
Τα κτίσματα λιτά και στέρεα με τη μάζα να υπερτερεί των ανοιγμάτων, αποτέλεσμα των φυσικών διαθέσιμων υλικών, της πέτρας και του ξύλου, με την πέτρα να είναι το κύριο δομικό υλικό και το ξύλο πιο δυσεύρετο να συμπληρώνει τη δομή, στα σημεία όπου η πέτρα αδυνατεί (κυρίως στέγη και ενίσχυση της τοιχοποιίας). Η μορφή λοιπόν των κτισμάτων διαμορφώνεται ουσιαστικά από την ίδια τη γη. Οι κτηριακοί όγκοι που δημιουργούνται είναι πρισματικοί και στρέφονται προς διαφορετικές κατευθύνσεις ανάλογα με τις υψομετρικές καμπύλες του εδάφους, δημιουργώντας σε οριμένα σημεία του οικισμού μια αίσθηση ότι τα κτήρια αυτά φύονται από τη γη, παρά την κανονικότητα της μορφής τους. Το σαφώς ορισμένο στερεό σώμα των κτισμάτων, δημιουργημένο από το ανθρώπινο χέρι έρχεται να συνδιαλεχθεί με το φυσικό τοπίο και να δώσει ένα στίγμα ζωής σε αυτό. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει πάντοτε με τον καλύτερο τρόπο, καθώς πολλές από τις σημερινές κατασκευές, διαμορφώνονται από άλλα πρότυπα (κατασκευαστικά, λειτουργικά και αισθητικά) και όχι από τις απλές καθημερινές ανάγκες και από τα υλικά που προσφέρει η φύση. Έτσι πολλές φορές τα κτίσματα αυτά παύουν να συνομιλούν με το τοπίο και ορισμένες φορές το αγνοούν τελείως. Κτισμένα με σύγχρονα υλικά, ακολουθώντας πρότυπα της επαρχιακής κατοικίας των τελευταίων δεκαετιών, αλλοιώνουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα του οικισμού.
Ωστόσο πολλές φορές συναντάμε και μορφές αλλοιωμένες όχι από τον άνθρωπο, αλλά πό τον χρόνο, τα λεγόμενα ερείπια. Το ίχνος αυτών των ερειπίων μας κάνει να ανακατασκευάζουμε στο νού μας τη μορφή που θα είχαν αρχικά και να φανταζόμαστε τη ζωή που φιλοξένησαν κάποτε. Και πλέον αφημένα από τον άνθρωπο, έχουν παραδοθεί στη φύση, η οποία τα αγκαλιάζει και τα ενσωματώνει στο δικό της κόσμο. Έτσι τα ίχνη αυτά αφενός αποτελούν τεκμήρια της ιστορικής συνέχειας στον τόπο αυτόν και αφετέρου υπενθυμίζουν στους ανθρώπους ότι στη ζωή υπάρχει μια συνεχής κυκλική κίνηση, τα πάντα φύονται από τη φύση και επιστρέφουν πάλι σε αυτήν, ακόμα και το πιο σκληρό υλικό όπως είναι η πέτρα. Και η κίνηση αυτή αφήνει ορισμένες φορές τα ίχνη της ορατά και άλλοτε πάνω στα ίδια ίχνη δημιουργείται κάτι καινούργιο, γιατί η ίδια η ζωή είναι μια συνέχεια και μια ροή μεσα στο χρόνο πάνω στον ίδιο τόπο.
Η αρχιτεκτονική ενός τόπου δίνει πολλά στοιχεία για την κοινωνία που την οικοδόμησε. Έτσι γνωρίζοντας τον τρόπο οικοδόμησης των κτηρίων, τις σχέσεις της υπάρχουσας κοινωνίας και τα κατάλοιπα παλαιότερων εποχών μπορούμε να ιχνηλατήσουμε και να αντιληφθούμε την ιστορία του και το πνεύμα ενός τόπου.