Ο βαθμός αλλοίωσης του οικισμού είναι έντονος, καθώς οι περισσότερες παρεμβάσεις φαίνεται να μην ακολουθούν τον παραδοσιακό χαρακτήρα, την κοινή ιδεολογία και τα χαρακτηριστικά της αρχικής διαμόρφωσης του οικισμού.
Οι περισσότερες προσθήκες και επεμβάσεις γενικότερα, δεν συμφωνούν με τον παραδοσιακό χαρακτήρα και παρατηρούνται στο βόρειο και στο νότιο τμήμα του οικισμού, αφού εκεί βρίσκονται και τα νεότερα κτίσματα, που ακολούθησαν δεύτερα στην εξέλιξη του χωριού μετά τον κεντρικό πυρήνα.
Επομένως δεν μπορεί παρά να αλλοιώνουν σε αρκετά μεγάλο βαθμό τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του.
Δεν είναι λίγα τα σημεία που συναντάμε παραδοσιακά κτίσματα από πέτρα με επεμβάσεις ή προσθήκες από οπλισμένο σκυρόδεμα ή ακόμα και μεταλλικές κατασκευές, που στόχο έχουν να τα εκσυγχρονίσουν και να παρατείνουν τη διάρκεια ζωής τους. Συμπεραίνουμε συνεπώς, πως στο παρελθόν ανακαινίστηκαν με τη χρήση νέων υλικών και μέσων, που χρησιμοποιήθηκαν με προτεραιότητα την ταχύτητα, το χαμηλό κόστος επισκευής και όχι την διατήρηση της αρχικής τους μορφής. Τις περισσότερες φορές οι παραπάνω αλλοιώσεις και προσθήκες είναι μη αναστρέψιμες, με τα παραπάνω κτίσματα να είναι πολλές φορές και ερειπωμένα.
Όσων αφορά τα σύγχρονα κτίρια, παρατηρούμε ότι το τοπικό δομικό σύστημα για τις στέγες, έχει μάλλον εγκαταλειφθεί, όπως και το τοπικό κεραμίδι από το Γεράκι που δεν συναντάμε πλέον και την θέση του έχουν πάρει τυποποιημένα βιομηχανικά κεραμίδια. Ταυτόχρονα οι τυπολογίες των παραδοσιακών κτιρίων που συναντήσαμε φαίνεται να μην βρίσκουν πια θέση στις διατάξεις των περισσότερων νέων κτισμάτων, που είναι αυτοαναφορικά και φαίνεται να θέτουν σαφή όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού σε αντίθεση με το παρελθόν. Αυτό φαίνεται και από τον τρόπο με τον οποίο σήμερα δομείται ο οικισμός, πέρα από τα όριά του, ώστε οι κάτοικοι να έχουν πλήρη ιδιωτικότητα μακριά από το κέντρο του χωριού.