Οι στέγες μπορεί να είναι δίριχτες, τρίριχτες ή τετράριχτες. Έχουν πάντα ξύλινο φορέα, ενώ οι επικαλύψεις μπορεί να διαφοροποιούνται καταλήγοντας σε στρώση από κεραμίδια.
Ο ξύλινος φορέας αποτελείται από ζευκτά τοποθετημένα παράλληλα το ένα με το άλλο, σε σταθερές αποστάσεις, γεφυρώνοντας πάντα τη μικρότερη διάσταση του χώρου. Πάνω στα ζευκτά καρφώνονται οι τεγίδες, πάλι σε σταθερές αποστάσεις, ενώνοντας τα ζευκτά μεταξύ τους. Σημαντικό για τη δομή της στέγης είναι ο κορφιάς που ενώνει τις κορυφές των ζευκτών μεταξύ τους. Τα ζευκτά αποτελούνται από τους δύο αμείβοντες και τον ελκυστήρα. Οι ορθοστάτες δεν είναι συχνοί και τους βρίσκουμε ίσως σε κεντρικά ή ακριανά ζευκτά που είναι περισσότερο απαραίτητοι.
Στις τρίριχτες ή τετράριχτες στέγες ακολουθείται η ίδια δομή με μια διαφοροποίηση στις άκρες. Προστίθενται δύο δοκάρια σε κάθε πλευρά ,που το καθένα συνδέει τη γωνία του κτηρίου με την κορυφή του ακριανού ζευκτού. Αν η διάσταση του μικρότερου τοίχου είναι σχετικά μεγάλη ,τότε τοποθετείται ένα επιπλέον δοκάρι που ενώνει το μέσον του τοίχου με την κορυφή του ακριανού ζευκτού. Επειδή η γωνία του κτηρίου καταπονείται αρκετά από τη στέγη, προστίθεται πολλές φορές διαγώνιος ελκυστήρας στη γωνία της τοιχοποιίας.
Όσον αφορά τη σύνδεση του φέροντα οργανισμού της στέγης με την τοιχοποιία δεν έχουμε συγκεκριμένα στοιχεία διότι είναι δυσδιάκριτα εκείνα τα σημεία.
Η επικάλυψη πάνω από τις τεγίδες γίνεται συνήθως με καλαμωτή, τα καλάμια της οποίας δένονται μεταξύ τους και πάνω στις τεγίδες και τοποθετούνται κάθετα σε αυτές. Τέλος πάνω από τα καλάμια τοποθετούνται τα κεραμίδια, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους και πάνω στη στέγη με λάσπη, καθώς επίσης λόγω της γεωμετρίας τους μπορούν να στηρίζουν το ένα το άλλο.
Για οικονομία υλικού πολλές φορές οι τεγίδες παραλείπονται και οι ελκυστήρες δεν τοποθετούνται στη βάση των ζευκτών, αλλά ψηλότερα με εξαίρεση κάποια κεντρικά ή ακριανά ζευκτά ιδιαίτερα στις τρίριχτες ή τετράριχτες στέγες, που καταπονούνται περισσότερο.
Χρησιμοποιούνται γενικά διάφορα είδη κεραμιδιών όπως ρωμαϊκά, βυζαντινά, γαλλικά και κυρίως τα τοπικά κεραμίδια από το Γεράκι που έχουν καλούπι μπουτιού. Τοποθετούνται πάνω από την καλαμωτή και στηρίζονται κυρίως λόγω της γεωμετρίας τους και με τη βοήθεια κονιάματος. Σε κάθε σειρά τοποθετούνται εναλλάξ με την κυρτή ή την κοίλη πλευρά προς τα πάνω. Από σειρά σε σειρά συνδέονται ως εξής: η μικρότερη πλευρά του επόμενου κεραμιδιού «σφηνώνεται» κάτω από τη μεγαλύτερη πλευρά του προηγούμενου. Στην κορυφή της στέγης τα κεραμίδια που βρίσκονται ψηλότερα ενώνονται με κονίαμα και μια σειρά από κεραμίδια, που τοποθετείται κατά μήκος του κορφιά. Τέλος τα κεραμίδια της τελευταίας σειράς τοποθετούνται ανάποδα απ' ότι στην υπόλοιπη στέγη, ώστε να σφηνώνονται καλύτερα στην προηγούμενη σειρά και να αποφεύγεται η ολίσθησή τους.