Σε όλο τον οικισμό της Άνω Βίτσας εντοπίζονται χαρακτηριστικά στοιχεία στα κτίσματα. Οι όγκοι είναι καθαροί με συγκρατημένες προεξοχές, ελάχιστα μπαλκόνια και με μία συμμετρία στην διάταξη των μελών. Οι εξωτερικοί τοίχοι και οι μαντρότοιχοι γίνονται από λιθοδομή με πλακοειδείς πέτρες. Το πάχος της τοιχοποιΐας ανέρχεται στα 60εκ - 70εκ, και χωρίζεται με ξυλοδεσιές απόστασης 70εκ - 100εκ. Χαρακτηριστικές είναι οι αυλόπορτες, δίφυλλες, με πλάτος 1.80μ – 2μ και στέγη δίρριχτη ή τετράρριχτη. Εξωτερικά και εκατέρωθεν των θυρών, υπάρχουν πεζούλια.Επιπλέον, η επικάλυψη των στεγών γίνεται με σχιστόπλακες, ενώ ο φέρων οργανισμός της είναι συνήθως ξύλινος. Οι στέγες ακολουθούν την κάτοψη των κτισμάτων, έχοντας γείσα με μικρή προεξοχή και φουρούσια, λίθινα ή ξύλινα, ανάλογα την ποιότητα της κατασκευής. Τα ανοίγματα ( πόρτες – παράθυρα ) είναι όλα ορθογώνια, με κατακόρυφο άξονα και τα κουφώματα είναι συνήθως ξύλινα με κύριο γνώρισμά τους τα τζαμιλίκια με πολλά καΐτια. Η χρήση του ξύλου, εντοπίζεται κυρίως σε ταβάνια, πατώματα, κουφώματα, ξυλοδεσιές και στην εσωτερική διακόσμηση.
Χαρακτηριστικά στοιχεία των κτισμάτων διακρίνονται και στο εσωτερικό τους, όπως τα καλοδουλεμένα τζάκια και οι φούρνοι. Επιπλέον χαρακτηριστική είναι η μπασιά, που βρίσκεται στην κρεβάτα, στον νοντά και στο μαντζάτο, καθώς και οι μεσάντρες.
[Πηγές - Βιβλιογραφία]
Σταματοπούλου Χαρούλα, «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ , ΖΑΓΟΡΙ», Εκδοτικός οίκος Μέλισσα,1990
Βασίλης Χαρίσης, «Ζαγοροχώρια Μελέτη Προστασίας», Έκδοση γενικής διευθύνσεως οικισμού υπουργείου Δημόσιων Έργων, Αθήνα 1979