Στον οικισμό που μελετήσαμε, τα περισσότερα κτήρια παρουσιάζουν φθορές άλλοτε εκτεταμένες και άλλοτε λιγότερο σημαντικές.Το γεγονός αυτό οφείλεται στο κλίμα της περιοχής με την έντονη ηλιοφάνεια,στην έλλειψη συντήρησης από τους ιδιοκτήτες και στην επίδραση φυσικών φαινομένων όπως ο σεισμός.Ωστόσο,οι ζημιές που παρατηρούνται διαφέρουν στα περισσότερα μέλη της κατασκευής, επειδή δεν αποτελούνται από το ίδιο υλικό αλλά και δεν καταπονούνται όλα με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο βαθμό.Έτσι,μπορούμε να κατατάξουμε τις φθορές στις παρακάτω κατηγορίες:i)στην τοιχοποιϊα, ii)στα δάπεδα-δώματα, iv)στα κουφώματα και v)στις στέγες.
Στην πρώτη κατηγορία,σε αρκετές περιπτώσεις οι γωνιόλιθοι έχουν αποκολληθεί από τον τοίχο σχηματίζοντας ρωγμή. Αυτό συμβαίνει λόγω των οριζόντιων φορτίσεων που δέχεται ο τοίχος είτε από μόνιμα φορτία όπως η στέγη είτε από στιγμιαίες αλλά έντονες καταπονήσεις όπως ο σεισμός. Υπάρχει ακόμα πιθανότητα να μην είχαν τοποθετηθεί σωστά οι λίθοι εξ΄ αρχής οπότε αστόχησαν σχετικά γρήγορα. Επίσης, πολλοί γωνιακοί λίθοι, από τα πλαίσια των κουφωμάτων, απουσιάζουν από τη θέση τους μιας και απέκτησαν στο παρελθόν ιδιαίτερη αξία αφού ήταν καλολαξευμένοι,οπότε αφαιρούνταν για να επαναχρησιμοποιηθούν. Ταυτόχρονα, στο πρέκι των κουφωμάτων οι λίθοι συχνά παρουσιάζουν κατακόρυφη ρογμή στο μέσο και στις άκρες του ανοίγματος τους επειδή δέχονται το βάρος της τοιχοποιϊας που βρίσκεται από πάνω τους και τους ασκεί μόνιμες κατακόρυφες δυνάμεις.
Τα δώματα είναι ένα ευπαθές μέρος της κατασκευής ,μιας και δέχονται το βρόχινο νερό και την ηλιακή ακτινοβολία. Στις παραδοσιακές κατασκευές πρέπει να μονώνονται κάθε χρόνο για να μην εισχωρήσει στο εσωτερικό βρόχινο νερό. Σε πολλές περιπτώσεις δεν συνέβη αυτό στον οικισμό, με αποτέλεσμα υγρασία να προσβάλλει την ξυλεία τους ώστε να χάνει το ξύλο τη φέρουσα ικανότητα του και με την πάροδο του χρόνου το δώμα να αρχίσει να καταρρέει. Ως αποτέλεσμα η υγρασία εισχωρεί και στο πάτωμα, προκαλεί φούσκωμα των ξύλων με συνέπεια αρκετές σανίδες να απομακρύνονται από την αρχική τους θέση και να παρατηρείται ανισοσταθμία στο δάπεδο. Σε περιπτώσεις όπου το νερό αποκτούσε πρόσβαση και από τα κουφώματα,τα δάπεδα φούσκωναν ακόμα περισσότερο και κατέρρεαν.
Τα κουφώματα στην περιοχή είναι κατα βάση ξύλινα, οπότε παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα με την υγρασία και την ηλιακή ακτινοβολία μιας και η συντήρηση τους ήταν σπάνια. Πιο αναλυτικα,η υγρασία που εισέβαλλε στο ξύλο, προκαλούσε την ελαφρά διόγκωση της διατομής ώστε συχνά τα κουφώματα να αγγίζουν είτε το έδαφος είτε την ποδία και να μην μπορούν να ανοιγοκλείσουν. Ταυτόχρονα, η ισχυρή ηλιακή ακτινοβολία τους θερινούς μήνες, εξάτμιζε την υγρασία και λόγω των συστολών-διαστολών δημιουργήθηκαν ρωγμές στην επιφάνεια τους. Έτσι τον επόμενο χειμώνα εισχωρούσε ακόμα περισσότερη υγρασιά και με τον καιρό το κούφωμα σάπιζε. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος όπου σε περιπτώσεις που το κτήριο έπρεπε να επαναχρησιμοποιηθεί ως αποθήκη οι χωρικοί αντικαθιστούσαν το παλιό κούφωμα με ένα κομμάτι ξύλο.
Όσον αφορά τις στέγες, επηρεάζονται άμεσα από το φαινόμενο του σεισμού. Μια μεγάλη δόνηση μπορεί να μετατοπίσει κεραμίδια και να δημιουργήσει κενά αφήνοντας το νερό να προσβάλλει την ξυλεία της. Ακόμα μια αστοχία της αρχικής κατασκευής μπορεί να έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Ως φυσικό επακόλουθο, ο φέροντας οργανισμός της παραμορφώνεται λόγω σήψης και η στέγη αρχίζει να καταρρέει.