1630, αποτελεί ημερομηνία ορόσημο κατά τον Βαγγέλη Αυδίκο, καθώς μέρος των νομάδων άρχισαν να εγκαθίστανται μόνιμα στο Συρράκο, με μόνιμο επάγγελμα, ως βιοτέχνες επεξεργασίας του μαλλιού και ραφτάδες. Η οικονομική άνοδος και η μόνιμη κατοίκηση διαχώρισε τους μόνιμους κατοίκους από τους νομάδες δημιουργώντας μια νέα ιεραρχία, με δυο βασικές τάξεις, των κτηνοτρόφων και των ραφτάδων. Μέχρι το 1820 υπάρχουν 3 κοινωνικές τάξεις:
Α. Μεγαλέμποροι
Β. Μικροέμποροι, τεχνίτες, εργαστηριάρχες
Γ. Ποιμένες, υλοτόμοι, αγωγείς, αχθοφόροι γεωργοί
Εμπορεύματα:
Μάλλινα υφαντά, φλοκάτες, καλτσίνο, μαντανιές, βελέντζες, απλάδια, στρωσίδια, ντορβάδες, δισάκια, μαξιλάρια, καναποστρώσεις, μπάντες, δίμιτο, όλα σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων και σχεδίων. Κάπες, οι οποίες ήταν αδιάβροχες λόγω του μάλλινου υφάσματος που χρησιμοποιούσαν για να ραφτούν. Φημολογείται ότι τις χρησιμοποιούσε και ο στρατός του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Γάλα, τυρί, βούτυρο, δέρματα.
Επαγγελματίες Συρράκου:
Αγωγιάτες, τσαρουχάδες, τσαγκάρηδες, Ραφτάδες, Αυτοκινητιστές, Κτηνοτρόφοι, Μπακάληδες, Εκτελωνιστές, Κουρείς, Γεωργοί, Τυροκόμοι. Στο Συρράκο έρχονται ξυλογλύπτες και μαραγκοί από το Μέτσοβο. Το 1899 δημιουργούν το τέμπλο του Αγίου Νικολάου.