To κτήριο βρίσκεται στο νότιο-ανατολικό τμήμα του οικισμού. Σύμφωνα με τοπικές πληροφορίες κατασκευάστηκε περί το 1916. Αποτελείται από δύο επίπεδα, έχει συνολικό ύψος 7 μ. και καλύπτεται από τετράριχτη στέγη που έχει ύψος 1,7 μ. Το χαμηλότερο επίπεδο είναι ισόγειο , έχει τετράπλευρο περίγραμμα με επιφάνεια 133,99 μ2, ελεύθερο ύψος 2,7 μ. και περιλαμβάνει χώρο εισόδου , χώρο υγιεινής , χώρο προετοιμασίας του φαγητού, αποθήκη και στάβλο. Ο Α’ όροφος έχει τετράπλευρο περίγραμμα με επιφάνεια 133,99 μ2, ελεύθερο ύψος 2.7 μ. και περιλαμβάνει 2 υπνοδωμάτια ,χώρο υποδοχής και 3 δωμάτια τα οποία σχεδιαστηκαν αλλα δεν υλοποιήθηκαν ποτέ. Στο επίπεδο της στάθμης του εσωτερικού χώρου , έχει κατασκευασθεί βεράντα η οποια έχει γκρεμισθεί και βρισκόταν πάνω από την κύρια είσοδο του κτιρίου. Σχετικά με το σύστημα κατασκευής του κτιρίου, αναφέρεται ότι ο φέρων οργανισμός αποτελείται από το σύνολο των λίθινων και εσωτερικών τοίχων του, με πάχος 0,70 μ . Στο εσωτερικό του υπάρχουν και ξύλινης κατασκευής τοίχοι πάχους 0,15 μ. Τα κουφώματα του κτηρίου (θύρες και παράθυρα) είναι ξύλινα , όπως και τα πατώματα που στηρίζονται σε δοκούς διατομής 0,18 Χ 0,18 μ. και επικαλύπτονται από τάβλες. Επιχρίσματα φέρουν οι λίθινοι τοίχοι μόνο στο εσωτερικό ενώ σε όλη την εξωτερική επιφάνεια του κτηρίου είναι ανεπίχριστοι. Χρωματισμοί υπάρχουν στα κουφώματα του κτηρίου με ελαιοχρώματα και στην επιφάνεια των εσωτερικών τοίχων με υδροχρώματα.
Σχετικά με την κατάσταση της κατασκευής του κτιρίου , αναφέρεται ότι το κτίριο παλαιότερα είχε τη χρήση κατοικίας (στον όροφο) και στάβλου (στο ισόγειο) . Μετά την εγκατάλειψή του , το κτίριο δεν ανακαινίστηκε , η μόνη παρέμβαση που έχει υποστεί είναι στη στέγη, και συζητείται η κατεδάφιση του.